Ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο δημοσίευσε η ιστοσελίδα «The National Interest» με τον τίτλο «How the Falklands War (Thanks to a Stealthy Submarine) Could Have Gone Very Differently» και υπότιτλο «Great Britain, thanks to some luck, avoided some big losses». Το άρθρο πραγματεύεται διδάγματα από τον Πόλεμο των Φώκλαντ (1982), στον τομέα των υποβρυχίων και ιδιαίτερα στον τομέα του συνδυασμού σύγχρονων υποβρυχίων με παλαιές τορπίλες και ελλιπέστατη υποστήριξη. Η ιστορία του Πολέμου των Φώκλαντ είναι γνωστή: Η Αργεντινή εισέβαλε στα νησιά, η Αγγλία αντέδρασε στρατιωτικά και κατάφερε να τα ανακαταλάβει. Πολλά έχουν γραφεί για τα διδάγματα σχετικά με τη χρήση της αεροπορικής και ναυτικής ισχύς, αλλά λίγα για τη δράση των υποβρυχίων.

Για παράδειγμα το ένα (1) από τα δύο (2) που βρίσκονταν σε επιχειρησιακή κατάσταση, το «San Luis» (T-209.1200), σε μια σειρά αποστολών, κατάφερε να παραμείνει αλώβητο από τα 200 και πλέον ανθυποβρυχιακά πυρά του Βρετανικού Ναυτικού και της Αεροπορίας. Παρόλα αυτά κατάφερε να ενεδρεύσει με επιτυχία δύο (2) φορές κατά ισάριθμων βρετανικών φρεγατών. Είχε όμως τρία (3) μειονεκτήματα: Άπειρο πλήρωμα, ελλειμματική συντήρηση που παρήγαγε τεχνικά προβλήματα και ελαττωματικά όπλα. Το «San Luis» ήταν εφοδιασμένο με τορπίλες Mk.37 (κατά υποβρύχιων) και ενσύρματες SST-4 (κατά πλοίων επιφανείας). Το «San Luis» διατάχθηκε, την επομένη της εισβολής, να πλεύσει σε αποστολή περιπολίας στα Φώκλαντ (το «Santa Fe» επέστρεψε στη βάση του).

Ωστόσο, το «San Louis» απέπλευσε με πλήρωμα μειωμένης εμπειρίας καθώς εκείνη την περίοδο οι πλέον έμπειροι αξιωματικοί βρίσκονταν για μετεκπαίδευση στη Γερμανία, ενώ ο κυβερνήτης, αν και έμπειρος στα υποβρύχια, δεν είχε εμπειρία στα T-209. Επιπλέον ήταν σε κακή κατάσταση καθώς έπρεπε να υποστεί πρόγραμμα συντήρησης και επισκευής καιρό πριν, το οποίο όμως δεν έγινε με αποτέλεσμα να παρουσιάζει συχνά τεχνικά προβλήματα, ενώ ένας (1) από τους τέσσερις (4) πετρελαιοκινητήρες ήταν εκτός λειτουργίας. Τελικά, μετά από εσπευσμένες και επιφανειακές επισκευές απέπλευσε για περιπολία στις 11 Απριλίου. Τα προβλήματα του υποβρύχιου φάνηκαν αμέσως.

Οκτώ (8) μόλις ημέρες μετά τον απόπλου το Σύστημα Ελέγχου Πυρός του υποβρυχίου χάλασε και κανένας από το πλήρωμα δεν γνώριζε πώς να το επισκευάσει. Έτσι το υποβρύχιο μπορούσε να εξαπολύσει μόνο μια τορπίλη τη φορά με χειροκίνητες διαδικασίες και ενσύρματη καθοδήγηση. Παρά το σοβαρό πρόβλημα το «San Luis» διατάχθηκε να συνεχίσει την αποστολή του.

Στο μεταξύ το «Santa Fe» (παλαιό αμερικανικό υποβρύχιο του Β’ ΠΠ), διατάχθηκε (στις 17 Απριλίου), να μεταφέρει Πεζοναύτες και τεχνικούς στο νησί South Georgia. Αν και εκτέλεσε με επιτυχία την αποστολή του, στις 25 Απριλίου, εντοπίστηκε από βρετανικό ανθυποβρυχιακό ελικόπτερο και προσβλήθηκε με επιτυχία από δύο (2) βόμβες βυθού, απέφυγε πλήγμα από τορπίλης, χτυπήθηκε από βλήμα AS-12 κατά πλοίων και δέχθηκε και πυρά πολυβόλων. Οι ζημιές στο υποβρύχιο ήταν μεγάλες και ανάγκασαν τον κυβερνήτη να το εγκαταλείψει. Υποβρύχιο και πλήρωμα αιχμαλωτίστηκαν από τους Βρετανούς λίγο αργότερα. Στις 26 Απριλίου, το «San Luis» διατάχθηκε να πλεύσει στην περιοχή με εντολή να ανοίξει πυρ κατά των Βρετανών, αν χρειαστεί.

Ωστόσο, το Βασιλικό Ναυτικό είχε καταφέρει να υποκλέψει τη διαταγή και έστησε ενέδρα στο υποβρύχιο με ελικόπτερα, φρεγάτες και υποβρύχια. Την 1η Μαΐου τα παθητικό σόναρ του «San Luis» εντόπισε τις φρεγάτες «Brilliant» και «Yarmouth». Το «San Luis» εκτόξευσε τορπίλη SST-4 από απόσταση εννέα (9) χιλιομέτρων, αλλά αμέσως μετά την εκτόξευση διακόπηκε, λόγω βλάβης, η ενσύρματη επικοινωνία-καθοδήγηση μεταξύ του υποβρυχίου και της τορπίλης. Αμέσως το υποβρύχιο καταδύθηκε σε βάθος ασφαλείας, προκειμένου να αποφύγει τον εντοπισμό. Το «Brilliant» εντόπισε την επίθεση και δύο (2) φρεγάτες με ισάριθμα ελικόπτερα ξεκίνησαν την προσπάθεια εντοπισμού και προσβολής του «San Luis». Συνολικά, τα βρετανικά πλοία εκτόξευσαν 30 βόμβες βυθού και αριθμό τορπιλών, αλλά δεν κατάφεραν τίποτα.

Την επόμενη ημέρα, 2 Μαΐου, το βρετανικό υποβρύχιο «Conqueror» τορπίλισε και βύθισε το «General Belgrano». Μετά απ’ αυτό το συμβάν, το σύνολο σχεδόν των πλοίων επιφανείας της Αργεντινής διατάχθηκε να επιστρέψει στους ναυστάθμους, αφήνοντας το «San Luis» μόνο του κατά των βρετανικών πλοίων. Το κυνήγι του «San Luis» συνεχίστηκε, αλλά χωρίς επιτυχία, από τους Βρετανούς. Στις 10 Μαΐου το «San Luis» εντόπισε τις ανθυποβρυχιακές φρεγάτες «Arrow» και «Alacrity». Εκμεταλλευόμενο το μεγάλο ηχητικό ίχνος των φρεγατών, το «San Luis» κατάφερε, με προσεκτικούς ελιγμούς, να πλησιάσει στα πέντε (5) χιλιόμετρα το «Alacrity». Εκτόξευσε μια τορπίλη SST-4 και προετοίμασε μια δεύτερη, ίδιου τύπου, για εκτόξευση.

Αλλά και πάλι, αμέσως μετά την εκτόξευση, χάθηκε, λόγω βλάβης, η ενσύρματη επικοινωνία-καθοδήγηση μεταξύ του υποβρυχίου και της τορπίλης. Η δεύτερη τορπίλη δεν εκτοξεύτηκε και το υποβρύχιο καταδύθηκε σε βάθος ασφαλείας. Μετά και τη δεύτερη αποτυχία ο κυβερνήτης του «San Luis» ενημέρωσε ότι δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει τις τορπίλες του και έλαβε την άδεια να επιστρέψει στη βάση του, όπως και έγινε στις 19 Μαΐου. Τελικά, στις 14 Ιουνίου ο πόλεμος τελείωσε με επικράτηση της Μεγάλης Βρετανίας, χωρίς το «San Luis» να αποπλεύσει ξανά.

Αλλά τι πήγε στραβά με τις τορπίλες; Οι εξηγήσεις είναι πολλές. Η κατασκευάστρια εταιρία AEG απέδωσε τις αστοχίες στο ότι οι τορπίλες εκτοξεύθηκαν από μεγάλη απόσταση και χωρίς επαφή με το ενεργό σόναρ. Μια άλλη εξήγηση είναι ότι το πλήρωμα του «San Luis», λανθασμένα, αντέστρεψε τη μαγνητική πολικότητα των γυροσκοπίων των τορπιλών με αποτέλεσμα αυτές να παρεκκλίνουν της πορείας τους. Επίσης υπάρχουν ενδείξεις ότι οι τορπίλες απέτυχαν να οπλίσουν τις κεφαλές τους και να διατηρήσουν το απαιτούμενο βάθος. Το «San Luis» κατάφερε με έξυπνες τακτικές να αποφύγει τον εντοπισμό και την καταστροφή του από δεκάδες βρετανικά πλοία και υποβρύχια. Αν είχε καλύτερης ποιότητας τορπίλες και βρισκόταν σε καλή τεχνική κατάσταση θα μπορούσε να είχε προκαλέσει μεγάλες απώλειες στο Βρετανικό Ναυτικό.