Είναι γεγονός πως η κολοσσιαία τρομοκρατική οργάνωση επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001 και η μαζική δολοφονία χιλιάδων αθώων ανθρώπων άλλαξαν για πάντα τον κόσμο, σηματοδοτώντας μια νέα εποχή για την πολιτική, την διπλωματία, την στρατηγική και την διεθνοπολιτική ανάλυση με αποτέλεσμα βασικές σταθερές της διεθνούς θεωρίας να πάψουν να υπάρχουν.

Ταυτόχρονα ο σχηματισμένος μεταψυχροπολεμικός κόσμος των σαφών διεθνών συσχετισμών έδωσε την θέση του στο θολό σκηνικό των ρευστών συσχετισμών ισχύος, των ασύμμετρων απειλών και των μεταβαλλόμενων ισορροπιών ενός ασχηματοποιητού ακόμα γεωπολιτικά πλανήτη στον όποιο όμως οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν και θα εξακολουθήσουν να διατηρούν την πρωτοκαθεδρία.

Απόρροια της νέας κατάστασης υπήρξε η ουσιαστική κατάργηση των ορίων μεταξύ ειρήνης και πολέμου και η σύνθεση τους σε μία ενιαία ενότητα. Ειδικά στις μέρες μας ο μακράς διαρκείας εμφύλιος πόλεμος στην Συρία και η πιθανή χρήση χημικών όπλων από το καθεστώς Ασαντ, η παρατεταμένη ένταση στις σχέσεις Ιράν-Δύσης η πρόσφατη πυρηνική κρίση στην Κορεατική χερσόνησο, η πρώτη που καταγράφηκε μετά την λήξη του ψυχρού πολέμου και η τρομοκρατική επίθεση της Βοστώνης επανέφεραν το ζήτημα των όπλων μαζικής καταστροφής στο επίκεντρο της στρατηγικής ανάλυσης αλλά και το ενδεχόμενο χρήσης τους από ακραίες τρομοκρατικές οργανώσεις σε μία πιθανή τρομοκρατική επίθεση.

Το ιστορικό προηγούμενο

Μέχρι σήμερα δεν υπήρξε περιστατικό χρήσης πυρηνικού υλικού από τρομοκρατικές οργανώσεις ενώ η χρήση χημικών και βιολογικών όπλων υπήρξε εξαιρετικά περιορισμένη. Όμως στο παρελθόν εξτρεμιστικές οργανώσεις που προερχόταν από τον χώρο της άκρας αριστεράς και δρούσαν στην Ευρώπη είχαν απειλήσει ότι θα έκαναν χρήση χημικών ή βιολογικών όπλων εναντίον μεγάλων πληθυσμιακών ομάδων.

Την ίδια περίπου περίοδο στις Ηνωμένες Πολιτείες εθνικοσοσιαλιστικές εξτρεμιστικές οργανώσεις προχώρησαν στον σχεδιασμό επιθέσεων που στόχο είχαν να δηλητηριάσουν δίκτυα ύδρευσης μεγάλων αστικών κέντρων και λίγο πριν συλληφθούν είχαν καταφέρει να αποκτήσουν ποσότητες αερίων με προφανή στόχο την προσβολή μεγάλου τμήματος πληθυσμού και ομοσπονδιακών υποδομών.

Είναι γνωστό πως υπάρχουν αναφορές για πολλές χώρες που κατηγορούνται για διασυνδέσεις με τρομοκρατικές οργανώσεις ότι έχουν αναπτύξει χημικά και βιολογικά όπλα κατάλληλα για χρήση από τρομοκράτες.

Ίσως η χαρακτηριστικότερη περίπτωση χρήσης όπλων μαζικής καταστροφής από ένοπλες δυνάμεις συντεταγμένου κράτους, ήταν η χρήση από το Μπααθικής προέλευσης δικτατορικό καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν στην διάρκεια εκκαθαριστικών επιχειρήσεων εναντίον των Κούρδων του Βορείου Ιράκ.

Επίσης αξίζει να αναφερθεί πως υπάρχουν αναφορές για ομάδες στασιαστών σε διάφορες γωνιές του πλανήτη που στην προσπάθεια τους να καταλάβουν την εξουσία εξαπέλυσαν επιθέσεις εναντίον κυβερνητικών στόχων και δυνάμεων χρησιμοποιώντας χημικά ή βιολογικά όπλα. Ενώ είναι γνωστό πως στο παρελθόν χρησιμοποιήθηκαν ανάλογα μέσα με σκοπό την δολοφονία μεμονωμένων προσώπων.

Ακόμα έχουν σημειωθεί ορισμένες αποτυχημένες απόπειρες διείσδυσης τόσο σε σταθμούς παραγωγής πυρηνικής ενέργειας όσο και σε εγκαταστάσεις φύλαξης πυρηνικού όπλων. Ας σημειωθεί ότι σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες στο παρελθόν υπήρξε αποτυχημένη προσπάθεια πυροδότησης πυρηνικού όπλου.

Επιβεβαιωμένες επιθέσεις με όπλα μαζικής καταστροφής

Τέσσερις είναι μέχρι τώρα οι επιβεβαιωμένες επιθέσεις στις οποίες έγινε χρήση πυρηνικών, χημικών ή βιολογικών όπλων. Πρώτη η προσβολή το 1984 στο Oregon των Ηνωμένων Πολιτειών 750 ανθρώπων δίχως ευτυχώς θανατηφόρο αποτέλεσμα από επιδημία τυφοειδούς πυρετού που προκλήθηκε από φανατικούς οπαδούς της Ινδουιστικής σέχτας Rajneesh. Δεύτερη τον Μάρτιο του 1995 η επίθεση με την χρήση νευροπαραλιτικού αερίου Sharin της σιντοιστικής αίρεσης Aum Shinri Kyo που προκάλεσε τον θάνατο 12 ανθρώπων και τον τραυματισμό 5.500 άλλων. Η Τρίτη περίπτωση αφορά την απόθεση κάψουλας ραδιενεργού Καισίου από Τσετσένους αυτονομιστές σε πάρκο της Μόσχας. Τέλος στις παρομοίου τύπου επιθέσεις συγκαταλέγονται και οι αποστολές φακέλων άνθρακα σε διάφορους στόχους Ηνωμένες Πολιτείες την περίοδο που ακολούθησε το τρομοκρατικό χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001.

Χημικά και Βιολογικά όπλα

Είναι προφανές πως πολλά όπλα μαζικής καταστροφής μπορούν να κατασκευαστούν ή να αποκτηθούν με σχετική ευκολία. Στην μεγάλη αυτή γκάμα περιλαμβάνονται εντομοκτόνα, βιοχημικές ουσίες και ισχυρές τοξίνες. Αξίζει να σημειωθεί πως ορισμένα παθογόνα μικρόβια που δυνητικά επέφεραν τον θάνατο διατίθενται για ερευνητικούς σκοπούς και διακινούνται από επιστημονικούς φορείς οπότε είναι σχετικά εύκολο να κλαπούν από τρομοκρατικές οργανώσεις που διαθέτουν την κατάλληλη τεχνογνωσία και πτέρυγες τους στελεχώνονται μερικώς από ανθρώπους με ανάλογο επιστημονικό υπόβαθρο. Επιπλέον ζήτημα αποτελεί η κλοπή θανατηφόρων αερίων είτε από ερευνητικά κέντρα

είτε από ερευνητικές εγκαταστάσεις. Χαρακτηριστικό είναι πως στα μέσα της δεκαετίας του 1990 υπήρξαν ανάλογες αναφορές κλοπής χημικών αποθεμάτων και όπλων σε χώρες της πρώην ΕΣΣΔ.

Τέλος υποθέσεις εργασίας αναφέρουν πως χώρες που υποθάλπουν την τρομοκρατία δυνητικά μπορούν να βοηθήσουν τρομοκρατικές οργανώσεις να αποκτήσουν όπλα μαζικής καταστροφής ή υλικά, επιστημονικό προσωπικό και τεχνογνωσία με σκοπό να επιφέρουν στρατηγικά πλήγματα σε αντιπάλους και ταυτόχρονα να μην πιστωθούν την ευθύνη της επίθεσης και του πρώτου πλήγματος.

Το ζήτημα της διασποράς

Είναι γεγονός πως αποτελεσματική διασπορά χημικών και βιολογικών όπλων ή ουσιών που δυνητικά μπορούν να αποδειχτούν καταστροφικές ή θανατηφόρες συχνά θεωρείται υπόθεση εξαιρετικά δύσκολη ίσως δυσκολότερη ακόμα και από την κατασκευή τους.

Ίσως το επικρατέστερο σενάριο αντιμετώπισης τρομοκρατικής επίθεσης σε στρατηγικές υποδομές, η δηλητηρίαση πόσιμου νερού που διοχετεύεται σε μεγάλο αστικό κέντρο, μοιάζει ανέφικτο λόγω των μεγάλων ποσοτήτων που απαιτούνται αλλά και των εξαιρετικά προηγμένων συστημάτων φιλτραρίσματος και καθαρισμού από τις οποίες το νερό διέρχεται πριν δοθεί στην κατανάλωση.

Γνωστό είναι επίσης πως η επίδραση πολλών τοξικών αερίων εξαρτάται άμεσα από τον τρόπο και την διάρκεια έκθεσης τους. Αυτό σημαίνει ότι ορισμένα από τα πλέον θανατηφόρα αέρια ενώ είναι αποτελεσματικά σε κλειστούς χώρους ουσιαστικά αδρανοποιούνται όταν εκτεθούν στην ατμόσφαιρα.

Είναι προφανές πως η απελευθέρωση ενός αερίου σε ανοιχτό χώρο μπορεί να επηρεαστεί σημαντικά από απρόβλεπτους παράγοντες και μετεωρολογικά φαινόμενα ενώ αν γίνει σε κλειστούς χώρους επηρεάζεται άμεσα από την φυσική κυκλοφορία και τα ρεύματα που δημιουργούν τα συστήματα εξαερισμού.

Μολαταύτα υπάρχουν και ορισμένα απαισιόδοξα σενάρια σύμφωνα με τα οποία οι ιδανικές μετεωρολογικές συνθήκες μπορούν να λειτουργήσουν πολλαπλασιαστικά αυξάνοντας τον αριθμό των ανθρώπινων θυμάτων σε εκατοντάδες όταν πρόκειται για χημικά όπλα και σε χιλιάδες όταν πρόκειται για βιολογικά.

Πυρηνικά υλικά

Αναμφίβολα τα χημικά και βιολογικά όπλα είναι πολύ φθηνότερα και ταυτόχρονα μπορούν να αποκτηθούν ευκολότερα από τα πυρηνικά.

Ωστόσο η κατάσχεση πυρηνικών υλικών που κυκλοφορούσαν στην μαύρη αγορά, σήμανε συναγερμό στις υπηρεσίες ασφαλείας παρότι οι συγκεκριμένες ποσότητες ήταν πρακτικά ανεπαρκείς για την κατασκευή πυρηνικών όπλων.

Είναι γεγονός πως στους κόλπους των ειδικών της αντιτρομοκρατίας εξακολουθούν να υπάρχουν διαφωνίες για τον αν μπορεί ή όχι μία μικρή ομάδα τεχνικών και επιστημόνων πως θα αποφασίσει να συνεργαστεί με τρομοκρατική οργάνωση μπορεί να ξεπεράσει το πρόβλημα της έλλειψης υποδομών και τις υπόλοιπες τεχνικές δυσκολίες και να κατασκευάσει τελικά πυρηνικά όπλα.

Η άλλη επιλογή αυτή της κλοπής ενός ολοκληρωμένου πυρηνικού όπλου δεν έχει αναφερθεί μέχρι σήμερα λόγω κυρίως των δρακόντειων μέτρων ασφαλείας που λαμβάνονται στις εγκαταστάσεις αποθήκευσης τους στο σύνολο των κρατών που διαθέτουν πυρηνικά όπλα.

Παρόλα αυτά η πολιτική αστάθεια, η ολοένα και εντεινόμενη οικονομική κρίση και οι κοινωνικές εντάσεις που παρατηρούνται σε ορισμένες από αυτές τις χώρες αλλά και η εξέλιξη των μεθόδων διείσδυσης που χρησιμοποιούνται από τρομοκρατικές οργανώσεις δεν αφήνουν περιθώρια εφησυχασμού.

Ειδικά τα τακτικά πυρηνικά όπλα (βλήματα πυροβολικού, βόμβες αεροσκαφών) θεωρούνται λόγω μεγέθους ελκυστικότερα και πιο ευάλωτα καθώς είναι διάσπαρτα σε διάφορα σημεία και τα μέτρα φύλαξης τους είναι σαφώς πιο διάτρητα συγκριτικά με τα πυρηνικά όπλα που φυλάσσονται με αυστηρότερους όρους.

Τις κινδυνολογικές αυτές απόψεις ενισχύει η πιθανότητα απώλειας σχάσιμου υλικού από ερευνητικά ινστιτούτα, αποθήκες ναυτικών βάσεων και μεγάλα σκάφη επιφανείας καθώς και άλλες παρόμοιες πυρηνικές εγκαταστάσεις ειδικότερα σ’ αυτές που βρίσκονται σε χώρες της πρώην ΕΣΣΔ.

Παρά τις κατά καιρούς συστάσεις και την οικονομική βοήθεια που έχουν χορηγήσει οι Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες δυτικές χώρες τα μέτρα ασφαλείας παραμένουν ελλειμματικά. Μολαταύτα η πιθανότερη πυρηνική απειλή από τρομοκρατικές οργανώσεις θεωρείται η ραδιολογική, η χρήση δηλαδή ραδιενεργών υλικών με σκοπό την μόλυνση του αέρα, του πόσιμου νερού και των τροφίμων καθώς επίσης και την μόλυνση συγκεκριμένων περιοχών με στόχο αυτές να καταστούν ουσιαστικά ακατοίκητες (no mans land).

Είναι προφανές άλλωστε πως ραδιενεργά υλικά μπορούν εύκολα να κλαπούν από ένα μεγάλο εύρος εγκαταστάσεων, όπως νοσοκομεία, ερευνητικά κέντρα, πανεπιστήμια, χώρους εναπόθεσης πολλών ραδιενεργών αποβλήτων.

Παρότι πολλές μορφές μόλυνσης είναι εξαιρετικά δύσκολες έως αδύνατες η δεδομένη πλέον ανησυχία και ο φόβος που υπάρχει στην κοινή γνώμη σε σχέση με το πυρηνικό υλικά κάθε τύπου, η απειλή και μόνο χρήσης ραδιενεργών υλικών κάθε μορφής μπορεί να αποτελέσει ένα επικίνδυνο εργαλείο στα χέρια των τρομοκρατών.

Οι ίδιες επιφυλάξεις ισχύουν και για την πιθανότητες προσβολής πυρηνικών εργοστασίων ή μέσων μεταφοράς πυρηνικών υλικών από τρομοκράτες με προφανή σκοπό την έκκληση μεγάλων ποσοτήτων ραδιενέργειας η οποία θα πλήξει κατοικημένες περιοχές.

Πυρηνική τρομοκρατία: Μύθος ή πραγματικότητα;

Τα τελευταία χρόνια στην διεθνή ανάλυση θεμάτων ασφαλείας κυρίαρχο ρόλο έχουν όπλα μαζικής καταστροφής. Ιδιαίτερα επίφοβη θεωρείται η χρήση όπλων μαζικής καταστροφής εναντίον αστικών κέντρων στο πλαίσιο ασύμμετρου πολέμου στον οποίο επιδίδονται οι τρομοκρατικές οργανώσεις σε βάρος των κρατών με προφανή στόχευση την πρόκληση όσο το δυνατόν περισσότερων θυμάτων.

Αναμφίβολα τα ισχυρότερα, καταστροφικότερα και πλέον δολοφονικά όπλα μαζικής καταστροφής είναι τα πυρηνικά. Είναι προφανές πως η πυρηνική τρομοκρατία αποτελεί μία ακόμα έκφραση του πολυδιάστατου τρομοκρατικού φαινομένου του 21ου αιώνα, η οποία εντάσσεται στο πλαίσιο της ευρύτερης μετεξέλιξης της ίδιας της τρομοκρατίας και την δημιουργία ενός συγκεχυμένου γεωστρατηγικού τοπίου στα πλαίσια του οποίου τα όρια μεταξύ πολέμου και ειρήνης τείνουν να εξαλειφθούν.

Ακριβώς σ’ αυτό το πλαίσιο τρομοκρατικές οργανώσεις, ακραίες θρησκευτικές αιρέσεις και ομάδες ακραίου πολιτικού μηδενισμού που πάντοτε αναπτύσσουν διαύλους επικοινωνίας ή και συνεργασίας ακόμα με το οργανωμένο έγκλημα μπορούν να θεωρήσουν νόμιμους στόχους και να πλήξουν ολόκληρες κοινωνίες κάνοντας χρήση όπλων μαζικής καταστροφής.

Στο νέο λοιπόν περιβάλλον που δημιουργήθηκε στο λυκαυγές του 21ου αιώνα οι έννοιες της Άμυνας και της εσωτερικής ασφάλειας έχουν πλέον ενοποιηθεί ενώ το φαινόμενο της τρομοκρατίας είναι τόσο πολύπλευρο που είναι αδύνατον να οριστεί με απόλυτη ή έστω με σχετική ακρίβεια. Είναι γεγονός πως μία πιθανή μεγάλης κλίμακας τρομοκρατική επίθεση εναντίον ενός μεγάλου αστικού κέντρου της Δυτικού κόσμου, αποτελεί τον εφιάλτη των κυβερνήσεων, των αρχών ασφαλείας και των ειδικών της αντιτρομοκρατίας.

Όμως όπως αναφέρθηκε τα όπλα αυτής της κατηγορίας έχουν δημιουργήσει τον δικό της φόβο και δέος μόνο χάρη στην απειλή χρήσης τους και όχι με βάση τις πραγματικές απώλειες που μπορούν να προκαλέσουν. Τελείως υπεραπλουστευτικά η κοινή γνώμη φοβάται πολύ περισσότερο τα αποτελέσματα της χρήσης όπλων μαζικής καταστροφής απ’ όσο χρειάζεται. Και στην πραγματικότητα είναι ακριβώς αυτή η σημειολογία του τρόμου που αξιοποιούν οι τρομοκράτες για να απειλήσουν ή να εκβιάσουν τις κοινωνίες με στόχο να επιτύχουν τους σκοτεινούς τους σκοπούς.

Τόσο τα σημερινά δεδομένα όσο και η εμπειρία των τρομοκρατικών επιθέσεων στις οποίες έγινε χρήση όπλων μαζικής καταστροφής αποδεικνύουν πως τα αποτελέσματα τους ήταν σαφώς κατώτερα των στοχεύσεων των τρομοκρατών.

Ο μικρός αριθμός των θυμάτων που βρήκαν τον θάνατο στο μετρό του Τόκυο από την επίθεση με χρήση του αερίου sharin η οποία υπήρξε η τελική επίθεση μιας σειράς τρομοκρατικών ενεργειών σε διάφορα σημεία της πόλης που είτε δεν προκάλεσαν θύματα είτε δεν έγιναν καθόλου αντιληπτές αποδεικνύουν πως τα χημικά δεν είναι τόσο αποτελεσματικά όσο η κοινή γνώμη πιστεύει.

Παρόμοια συμπεράσματα εξήχθησαν και από τις επιθέσεις άνθρακα που ακολούθησαν το Κολοσσιαίο τρομοκρατικό χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001. Είναι προφανές πως τα ιστορικά πλέον παραδείγματα δεν διασφαλίζουν ότι στο μέλλον δεν μπορεί να υπάρξουν πολύνεκρες επιθέσεις στις οποίες θα χρησιμοποιηθούν χημικά, βιολογικά ή ακόμα χειρότερα και πυρηνικά όπλα.

Από την άλλη δεν θα πρέπει να παραβλεφθεί το γεγονός ότι τα καταστροφικά σενάρια που κατά περιόδους εμφανίζονται σε περιοδικά ειδικού τύπου η κατασκευή ή απόκτηση όπλων μαζικής καταστροφής είναι εξαιρετικά δύσκολη ή σχεδόν απίθανη. Ειδικά η απόκτηση πυρηνικών όπλων κινείται περισσότερο στην σφαίρα του φανταστικού παρά της πραγματικότητας , χωρίς ωστόσο να μπορεί να αποκλειστεί εντελώς. Όμως ακόμα και αν μία ακραία ομάδα χαοτικής τρομοκρατίας αποκτήσει πυρηνικό όπλο η πιθανότητα χρήσης του περιορίζεται δραματικά από διάφορους παράγοντες.

Καταρχήν η δυσκολία στην μετακίνηση από το σημείο απόκτησης στα σημεία αποθήκευσης και πυροδότησης. Για παράδειγμα αν κάποιο πυρηνικό όπλο κλαπεί ή αποκτηθεί με κάποιον άλλο τρόπο από τις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ θα πρέπει να μετακινηθεί σε κάποια δυτική χώρα για να πυροδοτηθεί. Επομένως θα πρέπει να περάσει όλους τους ελέγχους ασφαλείας, εξέλιξη που με τα σημερινά δεδομένα μοιάζει εξαιρετικά δύσκολη έως απίθανη καθώς παρά την βαθιά και παρατεταμένη οικονομική κρίση εξακολουθούν να αναπτύσσουν τα ή προηγμένα δίκτυα επιτήρησης και ελέγχου.

Είναι επίσης σαφές πως η ενδεχόμενη χρήση πυρηνικών όπλων σε μία υπερτρομοκρατική επίθεση θα προκαλέσει αντίποινα τα οποία θα είναι σαρωτικά, δεν θα έχουν περιορισμούς και φυσικά δεν θα υπάρξει κανένα έλεος από τις διωκτικές αρχές προς τα μέλη της τρομοκρατικής οργάνωσης, τους ηθικούς και φυσικούς αυτουργούς της επίθεσης. Ουσιαστικά αυτή η ενέργεια θα πρέπει να γίνει χωρίς να υπάρξει ανάληψη ευθύνης.

Και είναι αυτός ο περιορισμός που ακυρώνει πλήρως την πολιτική και επικοινωνία της χρήση. Παράλληλα όσο και αν φαίνεται αντιφατικό ο αφανισμός ενός μεγάλου αστικού κέντρου και του συνόλου ίσως του πληθυσμού του ξεπερνά τις στοχεύσεις ακόμα και των πλέον παρανοϊκών τρομοκρατών.

Αφού μία τρομοκρατική επίθεση μέσα στην παράνοια των τρομοκρατικών πρακτικών θεωρείται πετυχημένη όταν προκαλεί τον συνδυασμό τρόμου, δέους και χαιρεκακίας στην κοινή γνώμη. Αν ο αριθμός των θυμάτων περάσει τα όρια, η ισορροπία του τρόμου θα ανατραπεί προκαλώντας την οργή της κοινής γνώμης.

Παρά την καταστροφή και τα θύματα που μπορεί να προκαλέσει μία υπερτρομοκρατική ενέργεια καθώς στην ουσία δεν είναι μία στρατηγική-επιχειρησιακή επιλογή αλλά μία επικοινωνιακή επιλογή που στόχο έχει να αδρανοποιήσει την δυνατότητα του αντιπάλου να συγκρουστεί.

Επίλογος

Αναμφίβολα η σημαντικότερη συνέπεια της κατάργησης των ορίων μεταξύ ειρήνης και πολέμου ήταν η αλλαγή στη χάραξη της στρατηγικής των ισχυρών του πλανήτη . Οι έννοιες της άμυνας και της ασφάλειας συντέθηκαν σταδιακά σε μία ενιαία ενότητα καθώς εσωτερικές και εξωτερικές απειλές κρίνονται εξίσου επικίνδυνες για όλα τα κράτη. Είναι προφανές πως οι απειλές του σήμερα και κυρίως του αύριο δεν είναι αποκλειστικά πολεμικές.

Αντίθετα αποτελούν μία εξίσωση με πολλούς αγνώστους συντελεστές, όπως οι στρατιωτικές απειλές η τρομοκρατία, οι εκρήξεις βίας που προκαλούν οι κοινωνικές εντάσεις και οι άλλες ασύμμετρες απειλές των οποίων η αντιμετώπιση της με την χρήση απλών αστυνομικών μέτρων ή της παραδοσιακής στρατιωτικής ισχύος κρίνεται αναποτελεσματική.

Δίχως άλλο κορωνίδα αυτών των απειλών θεωρείται η χρήση όπλων μαζικής καταστροφής είτε από κράτη είτε από ομάδες χαοτικής τρομοκρατίας, θέμα που πραγματεύεται το παρόν άρθρο. Στις μέρες μας λοιπόν ο εμφύλιος στην Συρία προκάλεσε την αναβίωση των ανταγωνισμών του ψυχρού πολέμου, επανέφερε στο διεθνές προσκήνιο το ζήτημα της χρήσης όπλων μαζικής καταστροφής και διέψευσε όσους βιαστικά πρόβλεψαν το τέλος της ιστορίας καθώς ο πλανήτης οδηγείται ξανά σε μία περίοδο γιγαντιαίων γεωπολιτικών συγκρούσεων.