Ότι έχουν αλλάξει πολλά πράγματα στην Αμερική από την ημέρα που ανέλαβε την εξουσία ο σημερινός πρόεδρος της, Ντόναλντ Τραμπ, δεν πρέπει να έχει κανείς αμφιβολία πια. Φαίνεται και διά γυμνού οφθαλμού.

Γράφει ο ΜΙΧΑΛΗΣ ΙΓΝΑΤΙΟΥ για το HELLAS JOURNAL

Αρχικά, η κυβέρνηση, και η υπερδύναμη, έδειχνε να είναι σε κατάσταση πανικού. Ο Ντόναλντ Τραμπ ήταν γνωστός ως επιχειρηματίας, ως τηλεοπτικός αστέρας, ως …«γυναικοκατακτητής», ως άνθρωπος των ανατροπών. Δεν ήταν γνωστός ως πολιτικός, αν και εδώ και χρόνια-από τη δεκαετία του ’80-φλέρταρε με την αμερικανική προεδρία και ήθελε να κατακτήσει τον Λευκό Οίκο. Ουδείς βεβαίως πίστευε, ούτε και ο ίδιος, ότι αυτό που ζει σήμερα θα γινόταν κάποτε μία πραγματικότητα.

Και όμως. Θαύματα γίνονται. Ο κ. Τραμπ είναι πρόεδρος της Αμερικής, και μετά τις τελευταίες αλλαγές στο επιτελείο του, είναι και ο κυρίαρχος του πολιτικού σκηνικού σε παγκόσμιο επίπεδο.

Ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο σκέφτεται όπως ο πρόεδρος Τραμπ. Αλλά και ο σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου, ο Τζον Μπόλτον είναι το απόλυτο «γεράκι» στα θέματα εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής. Όσον αφορά τον υπουργό Άμυνας Τζιμ Μάτις, ένας πρώην αξιωματικός με λογική σκέψη, δεν φαίνεται να διαφωνεί με τη νέα πολιτική κατάσταση. Θα είχε παραιτηθεί.

Η μεγάλη εισαγωγή είναι αναγκαία, για να καταλάβει ο αναγνώστης που δεν παρακολουθεί σαν ζόμπι τις ειδήσεις, την πραγματική κατάσταση στη σημερινή Αμερική του κ. Τραμπ.

Το βασικό ερώτημα που τίθεται πάντα είναι γιατί όλες οι αμερικανικές κυβερνήσεις δείχνουν αυτή την παραδοσιακή «πίστη» στην Τουρκία, και δεν αντιδρούν όταν οι Τούρκοι ηγέτες, προεξάρχοντος του Ταγίπ Ερντογάν καθυβρίζουν την Αμερική και δημιουργούν προβλήματα στη Δύση. Το ερώτημα αυτό το υποβάλλουν συχνά ακόμα και οι ηγέτες της Ελλάδας και της Κύπρου, που γνωρίζουν περισσότερα από εμάς. Δεν πρόκειται για ερώτημα μόνο των απλών ανθρώπων.

Η εύκολη απάντηση είναι ότι οι γραφειοκράτες της αμερικανικής κυβέρνησης δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους. Ακολουθούν όρους και κανόνες άλλων εποχών, ξεπερασμένων μάλιστα, και όταν πρέπει να αντιδράσουν τις πλείστες φορές είναι αργά. Με αποτέλεσμα να κάνει πολλά λάθη η Αμερική.

Το θέμα, λοιπόν, είναι η Τουρκία, η οποία έχει γίνει μία εξτρεμιστική ισλαμική χώρα, με ένα αυταρχικό πρόεδρο ο οποίος φύτεψε τον σπόρο του ακραίου αντιαμερικανισμού και αντισημιτισμού. Αυτό που συμβαίνει στην Τουρκία δεν έγινε πουθενά αλλού. Παρ’ όλα αυτά, πέραν των φραστικών επιθέσεων για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι Αμερικανοί δεν πείραξαν τον Ερντογάν. Σε πολλές περιπτώσεις τον κάλυψαν. Ούτε αντέδρασαν όταν τους χρέωσε το σικέ πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 2016. Για να φτάσουμε στη σημερινή κατάσταση, για την οποία έχει μικρό μερίδιο ευθύνης η σημερινή κυβέρνηση του Τραμπ, όπου η Τουρκία, κατά τα άλλα χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ, δημιουργεί συμμαχίες με τη Ρωσία και το Ιράν και αγοράζει οπλισμό που δεν είναι συμβατός με τον νατοϊκό και τον αμερικανικό.

Ποια άλλη χώρα θα τολμούσε να προσβάλει την Αμερική και να μην έχει συνέπειες; Ή ας το θέσουμε διαφορετικά: Θα επέτρεπε η Ουάσιγκτον σε οποιαδήποτε άλλη σύμμαχο της να παίζει αυτά τα φρικτά αντιαμερικανικά παιγνίδια;

Φαίνεται ότι το ερώτημα θα απαντηθεί σύντομα και στην πράξη. Οι Αμερικανοί αργούν αλλά τιμωρούν. Εκτός αν προλάβει ο κ. Ερντογάν, να επιστρέψει στην αμερικανική και νατοϊκή «αγκαλιά» για να μην υποστεί συνέπειες για την ασυνέπειά του και τον αντιαμερικανισμό του. Αλλά για να συμβεί αυτό πρέπει να κάνει πάρα πολλά πράγματα. Οι αναγνώστες πρέπει να διαβάζουν τις ανακοινώσεις των Αμερικανών, και όχι τις «ρουκέτες» του Μεβλούτ Τσαβούσογλου, ο οποίος εκστόμισε άπειρα ψέματα για το περιεχόμενο της συνομιλίας του με τον Αμερικανό ομόλογό του, Μάικ Πομπέο, που αφορούσε τη Συρία και τους Κούρδους του YPG.

Σε τρεις μήνες από τώρα, και εφόσον ο κ. Ερντογάν κερδίσει τις εκλογές, θα δούμε ποια είναι η πραγματικότητα στην Μπανμπίζ. Είναι δυνατόν να παραδώσουν την πόλη οι Αμερικάνοι στον έλεγχο των Τούρκων; Δεν υπάρχει η παραμικρή πιθανότητα.

Βεβαίως εμάς μας ενδιαφέρει τι θα συμβεί μεταξύ των Αμερικανών και των Τούρκων, μετά την 24η Ιουνίου. Μας αφορά διότι ανάλογα με τις αποφάσεις θα κινηθούν και οι πολιτικές τους έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου.

Εάν κερδίσει ο Ταγίπ Ερντογάν θα συμβούν δύο πράγματα:

Ή θα επιλέξει να συνεχίσει την ίδια-ακόμα και πιο σκληρή-πολιτική έναντι της Αμερικής.

‘Η, αντιλαμβανόμενος το λάθος του, θα επιστρέψει στο ΝΑΤΟ και θα τιμήσει τις υπογραφές που έβαλε κατά καιρούς η Τουρκία.

Δεν υπάρχει μέση λύση. Μάλλον πρέπει να το θέσουμε διαφορετικά. Δεν θα επιτρέψουν οι Αμερικανοί τη συνέχιση αυτής της ερμαφρόδιτης κατάστασης. Είτε μείνει, είτε φύγει από τη Δύση. Δεν υπάρχει περίπτωση, με τον κ. Πομπέο στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ και τον κ. Μπόλτον στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας (NSC) να επιτραπεί στον Ερντογάν να συναγελάζεται με τους Ρώσους και τους Ιρανούς και την ίδια στιγμή να δημιουργεί προβλήματα στη νότια πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Αποκλείεται.

Οι θέσεις που εξέφρασε ο υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Γουές Μίτσελ στο Ίδρυμα Heritage, είναι αποτέλεσμα πολύμηνων συνεδριάσεων και αναλύσεων μεταξύ αξιωματούχων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, του Λευκού Οίκου και του Πενταγώνου.

Το συμπέρασμα είναι το εξής: Ότι ναι, οι Αμερικανοί επιθυμούν διακαώς την επιστροφή της Τουρκίας στη Δύση, αλλά αυτό πρέπει να γίνει με απόλυτο σεβασμό στους κανόνες. Αλλά, αναγνωρίζεται πλέον ότι υπάρχουν και άλλοι παίκτες στην ευρύτερη γειτονιά, που με λίγη βοήθεια θα μπορούσαν να έχουν και μεγαλύτερη αξία από την Τουρκία…

Και αυτοί οι παίκτες είναι η Ελλάδα και η Κύπρος, σε συνεργασία με την Αίγυπτο και το Ισραήλ.

«Κρατώ» από την ομιλία του κ. Μίτσελ, δύο ισχυρά, κατά τη γνώμη μου, σημεία: Πρώτον: «Στηρίζουμε την Ελλάδα ως έναν πόλο σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο και στα Δυτικά Βαλκάνια… Με την Ελλάδα είχαμε ήδη ξεκινήσει μια στενότερη σχέση από την προηγούμενη κυβέρνηση, πάνω στην οποία τώρα στηριζόμαστε για να την ενισχύσουμε».

Δεύτερον: «Η παρενόχληση των γεωτρήσεων στην ΑΟΖ της Κύπρου δεν είναι κάτι που θα επιτρέψουμε να περάσει απαρατήρητο και κάτι για το οποίο δεν θα μιλήσουμε». Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ, ακόμα και στην περίπτωση που ο κ. Ερντογάν επιστρέψει στο δυτικό «μαντρί», θα προχωρήσει σε νέες συμμαχίες, και θα ενδυναμώσει άλλες υπάρχουσες, με χώρες που είναι πιστές στην Αμερική. Αυτό είναι σίγουρο…

ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ Ι: Η συνέχιση της υπεράσπισης του κατοχικού ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί από το ΑΚΕΛ είναι απίστευτα προβληματική. Είναι ανησυχητικό ότι οι «σύντροφοι» πιστεύουν τον κ. Ακιντζί και όχι τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, και είναι περισσότερο ανησυχητικό ότι υποστηρίζουν το τσιράκι του ισλαμιστή Ταγίπ Ερντογάν. Να τους χαίρονται και τους δύο…

ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ ΙΙ: Σε αντίθεση με την αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα, που υποστηρίζει απόλυτα την Ελλάδα και μάλιστα με πράξεις, η Αμερικανική Αποστολή στη Λευκωσία, παρέμεινε στις πολιτικές και τις δράσεις παλαιών κακών εποχών. Κρίμα. Πρόκειται για λάθος πολιτική και συμπεριφορά. Και ειδικά η κ. Πρέσβειρα αδικεί τον εαυτό της…

ΠΗΓΗ: HELLAS JOURNAL