Στα τέλη του 19ου με αρχές του 20ου αιώνα ξεκίνησε μια επανάσταση στην θεωρητική σκέψη της διεξαγωγής των πολεμικών επιχειρήσεων. Ο λόγος ήταν η τεχνολογική εξέλιξη του αεροπλάνου, που πια μπορούσε να υποστηρίξει τις αντίστοιχες δυνάμεις σε στεριά αλλά και στην θάλασσα. Ένας πρωτοπόρος της επιχειρηματολογίας υπέρ της σύστασης του αεροπορικού όπλου ως ξεχωριστό σώμα καθώς και της σημαντικής αποτελεσματικότητας του για την κατανίκηση ενός αντιπάλου ήταν ο ιταλός στρατηγός Giulio Douhet.

Γράφει ο Δρ Θεόδωρος Γ. Κωστής

Ενδεικτικά όταν το 1912 ο Douhet ανέλαβε τη διοίκηση του ιταλικού τάγματος αεροπορίας στο Τορίνο τότε έγραψε μια σειρά από κανόνες για τη χρήση των αεροπλάνων στον πόλεμο (Regole per l’uso degli aeroplani in guerra) που ήταν ένα από τα πρώτα εγχειρίδια δόγματος του είδους του.

Αναλυτικά ο Douhet υποστήριζε στα έργα του ότι:

Πρώτον. Η πολεμική αεροπορία θα φέρει μια επανάσταση στις στρατιωτικές επιχειρήσεις μιας και θα δρα στην «τρίτη διάσταση», δηλαδή στον αέρα παρά στην θάλασσα ή το έδαφος. Σήμερα η διάκριση των θεάτρων επιχειρήσεων είναι λίγο διαφορετική, ως δυσδιάστατα πεδία δράσης θεωρούνται η επιφάνεια της θάλασσας και το έδαφος ενώ ως αντίστοιχα τρισδιάστατα θεωρούνται οι υποβρύχιες, αεροπορικές και δορυφορικές επιχειρήσεις.

Δεύτερον. Η μορφή του πολέμου θα διαμορφώνεται καταλυτικά από την πρόοδο της τεχνολογίας και η εξέλιξη των αεροσκαφών θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στις πολεμικές επιχειρήσεις, τόσο που ίσως να μπορεί να είναι ο κύριος παράγοντας που θα κρίνει μια αναμέτρηση.

Τρίτον. Ο καλύτερος τρόπος της αντιμετώπισης της αεροπορίας του αντιπάλου είναι η καταστροφή της στο έδαφος, δηλαδή πριν μπορέσει να γίνει επιχειρησιακή στον αέρα και έχει την δυνατότητα επίθεσης ως πρώτο πλήγμα ή αντεπίθεσης.

Τέταρτον. Κύριος στόχος με μεγάλη προτεραιότητα για αποστολές κρούσης και καταστροφής με το αεροπορικό όπλο είναι οι νευραλγικές πολιτικές υποδομές. Άρα η διεξαγωγή ενός ολοκληρωτικού πολέμου είναι ένας σημαντικός παράγοντας για την τελική επικράτηση.

Πέμπτον. Η δύναμη μιας πολεμικής αεροπορίας θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει τον παράγοντα των απωλειών (attrition). Η κεντρική ιδέα εδώ είναι ότι ο εχθρός θα πρέπει να έχει περισσότερες απώλειες από ότι η φίλια αεροπορική δύναμη.

Έκτον. Η πρωταρχική αποστολή ενός αεροπορικού όπλου είναι η απόκτηση της αεροπορικής υπεροχής. Με τα λόγια του Douhet, η δική μας αεροπορία πρέπει να μπορεί να πετάει ενώ παράλληλα η αντίπαλη αεροπορία δεν θα πρέπει να έχει την αυτή τη δυνατότητα. Επιπροσθέτως η απόκτηση της αεροπορικής υπεροχής χαρακτηρίζεται ως «νίκη», ενώ η απώλεια της χαρακτηρίζεται ως «ήττα».

Η βασική απόρροια της απόκτησης της αεροπορικής υπεροχής είναι ότι όλες οι άλλες ενέργειες του αντιπάλου σε όλα τα άλλα θέατρα επιχειρήσεων παρεμποδίζονται σε σημαντικό βαθμό. Αυτός ο βαθμός συμπεριλαμβάνει και περιπτώσεις όπου ο αντίπαλος δεν θα μπορεί να αντιδράσει εξ ολοκλήρου, δηλαδή θα υφίσταται πραγματικά ανήμπορος.

Ως ακόμη άλλη μια σημαντική διαπίστωση εξάγεται το συμπέρασμα ότι μια αεροπορία που θέτει τις βάσεις για την απόκτηση της αεροπορικής υπεροχής εξασφαλίζει και αρκετό δυναμικό για την άσκηση μια επωφελούς Εθνικής Υψηλής Στρατηγικής (ΕΥΣ). Δηλαδή ένα 3 έθνος θα πρέπει να εξοπλίζεται με βάση ένα δόγμα που θα δίνει προτεραιότητα στην δυναμική απόκτησης της αεροπορικής υπεροχής και όχι απλά σε ένα δόγμα που θα προσπαθεί να προκαλεί αποτροπή στον αντίπαλο.

Από τα χρόνια του Douhet, αλλά και ενδεικτικά των προγενεστέρων του Sun Tzu, Machiavelli, Clausewitz και Mahan καθώς και των μεταγενέστερων του Trenchard (θεμελιωτή της RAF) και Mitchell (θεμελιωτή της USAF), γενικότερα η σμίλευση αποτελεσματικών θεωριών για την διεξαγωγή του πολέμου έχει αναπτυχθεί σε μεγάλο βαθμό.

Για παράδειγμα σύμφωνα με τον Carl von Clausewitz (1780-1831) εάν θέλεις να κατανικήσεις τον εχθρό σου θα πρέπει να ταιριάξεις την επιθετική σου δυνατότητα εναντίον της αμυντικής δυνατότητας του. Σε αυτή την περίπτωση ο Πρώσσος στρατηγός και στρατιωτικός θεωρητικός εκτιμά ότι ο εχθρός θα κάνει το ίδιο με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια κούρσα εξοπλισμών με αναπόφευκτο αποτέλεσμα την σύγκρουση.

Προφανώς η σφυρηλάτηση αυτών των θεωριών επηρεάζεται από την ευρύτερη τεχνολογική εξέλιξη της επιστήμης, με δηκτικά σημερινά παραδείγματα τις μη-επανδρωμένες πλατφόρμες και την τεχνητή νοημοσύνη ιδιαίτερα για το αεροπορικό όπλο.

Αδιαμφισβήτητα υπάρχουν πολλές θεωρίες στρατηγικής για την βέλτιστη αεροπορική στρατιωτική δράση ενάντια σε ενάντια σε μια εχθρική δύναμη. Ο λόγος που έχει αναπτυχθεί σε μεγάλο βαθμό αυτός ο τομέας είναι ότι η έρευνα και υιοθεσία βέλτιστων στρατηγικών για την πολεμική αεροπορία μπορούν να την φέρουν σε πλεονεκτική θέση, δηλαδή η σωστή στρατηγική μπορεί να δράσει ως πολλαπλασιαστής ισχύος σε δύναμη και ηθικό προς την απόκτηση της αεροπορικής υπεροχής.

Μια σημαντική συμβολή στην γενικότερη θεωρία της στρατηγικής του πολέμου έρχεται από τον αμερικανό Joseph C. Wylie, Jr. (1911-1993) με το βιβλίο του Military Strategy: A General Theory of Power Control, όπου εκεί επιχειρηματολόγησε για ένα νέο είδος στρατιωτικής στρατηγικής, την προσπάθεια για τον έλεγχο του αντιπάλου. Η θεωρία του Wylie ήταν μια νέα συμβολή στην γενικότερη θεωρία του πολέμου, όπου ως τότε είχε τέσσερις κύριους 4 αντιπροσώπους, τον Mahan στην θάλασσα, τον Douhet στον αέρα, τον Clausewitz στην ξηρά και τον Mao στην ανταρτοπόλεμο.

Ειδικότερα ο Wylie προσπάθησε να βρει την απάντηση στο ερώτημα: τι είδους έλεγχος χρειάζεται για να μπορέσει ένα κράτος να φέρει την καταστροφή ή να επιφέρει την αποτροπή ή να πετύχει τον εξαναγκασμό σε ένα άλλο εχθρικό κράτος? Σίγουρα η στρατηγική θεωρία του Wylie έχει σημαντική εφαρμογή στην χρησιμοποίηση του αεροπορικού όπλου, λόγω του σκεπτικού της κατάκτησης του ελέγχου του αντιπάλου μέσω της αεροπορικής υπεροχής.

Η έννοια του ελέγχου στις αεροπορικές στρατιωτικές επιχειρήσεις είναι μια προσέγγιση που προσπαθεί να περιορίσει τις δυνατότητες και ικανότητες του εχθρού για δράση και αντίδραση. Πρακτικές αυτής της στρατιωτικής στρατηγικής, αλλά αναμφίβολα και άλλων στρατιωτικών δογμάτων για άλλα θέατρα επιχειρήσεων, είναι η εξόντωση (extermination), η εξουθένωση (exhaustion), η εκμηδένιση (annihilation), ο εκφοβισμός (intimidation) και η υπονόμευση (subversion).

Επιπροσθέτως αυτές οι πρακτικές μπορούν να εφαρμοστούν σειριακά με την δεύτερη να εκτελείται απόρροια της επιτυχίας της πρώτης είτε μπορούν να εφαρμοστούν και συνδυαστικά, ανάλογα με το είδος του ελέγχου (περιορισμού) που θα πρέπει να εφαρμοστεί στον εχθρό.

Βάσει των αρχών της Στρατιωτικής Γεωγραφίας και του γεωστρατηγικού σχεδιασμού η πολεμική αεροπορία έχει ιδιαίτερη αξία για την ελληνική επικράτεια και την αποκλειστική οικονομική ζώνη (ΑΟΖ) αφού είναι το όπλο που μπορεί ευκολότερα από όλα τα άλλα να διασχίσει την γεωγραφική της επικράτεια που αποτελείται από μεγάλες εκτάσεις ξηράς και θάλασσας.

Γενικότερα η στρατηγική χρησιμοποιεί την επιχειρησιακή τέχνη για να ενεργοποιήσει τις διάφορες τακτικές προς την επίτευξη του επιθυμητού σκοπού. Ίσως η πιο βασική τακτική που μπορεί να υποστηρίξει την αποτελεσματική επιβολή του έλεγχου πάνω στον αντίπαλο είναι οι ασύμμετρες αεροπορικές επιχειρήσεις.

Σε αυτή την έννοια συμπεριλαμβάνονται όλες αυτές ενέργειες που φέρνουν ένα ευρύτερο καταστροφικό αποτέλεσμα στον εχθρό, όπως ο βομβαρδισμός αεροδρομίων και ιδιαίτερα των διαδρόμων απογείωσης τους καθώς και των αεροσκαφών που βρίσκονται στο έδαφος. Ευρύτερες ασύμμετρες στρατιωτικές επιχειρήσεις που συμβάλουν στην καθήλωση του εχθρικού στόλου είναι ο κυβερνοπόλεμος και οι αποστολές δολιοφθοράς.

Επιπροσθέτως στα πλαίσια του ασύμμετρου δόγματος θα μπορούσε δυνητικά να υπάρξει και διαφορετικός τρόπος στην αναχαίτιση των τουρκικών αεροσκαφών από τα μαχητικά της ελληνικής πολεμικής αεροπορίας.

Υπό προϋποθέσεις θα μπορούσε η απάντηση να είναι ασύμμετρη, όπως ο εγκλωβισμός των τουρκικών αεροσκαφών από την επίγεια αεράμυνα. Αυτός ο τρόπος είναι σύμφωνος με την Οικονομία του Πολέμου αφού ο εχθρός θα καταναλώνει πολύ περισσότερη προσπάθεια και πόρους, ενώ το ηθικό του θα καταρρακώνεται από τον ήχο του ραντάρ προειδοποίησης απειλών από το αντιαεροπορικό σύστημα που θα τον έχει εγκλωβίσει.

F-4E Phantom II

Παράλληλα ως ασύμμετρη δράση στα πλαίσια του πολιτικού πολέμου θα έπρεπε να είχε γνωστοποιηθεί διπλωματικά στις τουρκικές αρχές ότι οι παραβιάσεις του ΕΕΧ από τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη, από αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας και από μη-επανδρωμένες πλατφόρμες από μια συγκεκριμένη ημερομηνία και μετά δεν θα γίνονται ανεκτές. Ειδικότερα αυτές οι παραβιάσεις μπορεί μια μέρα να εξελιχθούν ως το πρώτο πλήγμα από την πλευρά της Τουρκίας, που μπορεί να είναι αρκετά επιτυχές μιας και η Ελλάδα έχει συνηθίσει ότι αυτές οι άκρως επιθετικές κινήσεις της Τουρκίας είναι απλώς άλλη μια παραβίαση που δεν αξίζει περαιτέρω ενασχόληση.

Σημαντική υποστηρικτική δράση για την αεροπορική στρατηγική είναι η απόκτηση της «επίγνωσης κατάστασης ή καταστατικής επίγνωσης (situational awareness)» με κάθε δυνατό συμμετρικό, όπως τα μαχητικά αεροσκάφη, αλλά και ασύμμετρο μέσο, όπως τα δορυφορικά συστήματα και οι μυστικές υπηρεσίες πληροφοριών. Προς αυτό το σκοπό θα πρέπει να υπάρχει μέριμνα για τον εξοπλισμό της αεράμυνας με κατάλληλα ραντάρ που να ανταποκρίνονται στις απειλές του εχθρού, όπως συστήματα που να μπορούν να ανιχνεύσουν και να ιχνηλατήσουν drones και βαλλιστικούς πυραύλους.

Επίσης θα πρέπει να υιοθετούνται δόγματα που έχουν αποδείξει την αξία τους στο σημερινό πεδίο της μάχης, όπως ο δικτυοκεντρικός πόλεμος. Επεξηγηματικά ο δικτυοκεντρικός πόλεμος (network-centric warfare) ή οι δικτυοκεντρικές επιχειρήσεις (network-centric operations) είναι ένα στρατιωτικό δόγμα που επιδιώκει να μεταφράσει το πλεονέκτημα της απόκτησης τακτικών πληροφοριών μέσω δικτυακών ασύρματων και ενσύρματων υποδομών σε ανταγωνιστικό τακτικό πλεονέκτημα μέσω της επιλεκτικής ή ολιστικής διάδοσης αυτών των πληροφοριών σε ορισμένα ή όλα τα εμπλεκόμενα σώματα στρατού που μπορεί να είναι αρκετά γεωγραφικώς διασκορπισμένα.

Συμπερασματικά, αν και η σημερινή μορφή του πολέμου περιέχει σημαντικά στοιχεία από πολιτικό και υβριδικό πόλεμο, σε αυτό το άρθρο εξετάστηκε μόνο η πλευρά του πρίσματος που εξετάζει θέματα στρατιωτικής στρατηγικής για την πολεμική αεροπορία. Το κύριο συμπέρασμα ήταν ότι το αεροπορικό όπλο πρέπει να είναι κυρίως προσανατολισμένο στην απόκτηση της αεροπορικής υπεροχής αφού έτσι επιτυγχάνεται ο έλεγχος (περιορισμός) του αντιπάλου και όχι απλώς με βάσει την αποτροπή.

Επίσης αυτός ο έλεγχος θα πρέπει να επιτυγχάνεται κυρίως με ασύμμετρα δόγματα, μιας και με αυτό τον τρόπο υπάρχει η μεγαλύτερη πιθανότητα για την επιτυχή έκβαση μιας πραγματικής αναμέτρησης.

Στο δεύτερο μέρος αυτής της έρευνας θα εξεταστούν οι στρατηγικές για το Πολεμικό Ναυτικό.

*Ο Δρ Θεόδωρος Γ. Κωστής είναι στρατηγικός σύμβουλος σε θέματα άμυνας, γεωπολιτικής, ναυτιλίας και ανώτατης εκπαίδευσης με τεκμηριωμένη προϋπηρεσία σε σχετικά εθνικά & ευρωπαϊκά έργα καθώς και ως διδάσκων σε στρατιωτικές σχολές.