Ο συναγερμός που σήμανε στην κυβέρνηση, όταν τα ξημερώματα της περασμένης Παρασκευής ένα τουρκικό φορτηγό πλοίο έπεσε πάνω στην κανονιοφόρο «Αρματωλός» του Πολεμικού Ναυτικού, είναι ενδεικτικός της ανησυχίας και της ευαισθησίας που υπάρχει στην Αθήνα σχετικά με τα τεκταινόμενα στην Τουρκία.

Γράφει ο Βασίλης Νέδος για την «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»

Όταν στην πορεία της ημέρας έγινε σαφές ότι το περιστατικό οφείλεται, κατά κύριο λόγο, στην αβλεψία των αξιωματικών βάρδιας της κανονιοφόρου, οι ρυθμοί στο Εθνικό Κέντρο Επιχειρήσεων του υπουργείου Εθνικής Άμυνας αλλά και στο υπουργείο Εξωτερικών επανήλθαν σε φυσιολογικό τέμπο. Η κινητοποίηση είναι ενδεικτική της εγρήγορσης που υπάρχει, αλλά και της αβεβαιότητας για το ποιο μπορεί να είναι το επόμενο είδος επεισοδίου που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η Αθήνα. Την αβεβαιότητα αυτή μεγεθύνουν τα ερωτήματα που προκύπτουν από την εξέλιξη της προεκλογικής εκστρατείας της Τουρκίας και, κυρίως, τη νέα εποχή στη διακυβέρνηση της γειτονικής χώρας από τις 25 Ιουνίου και έπειτα.

Φυσικά, η Ελλάδα δεν είναι η μοναδική χώρα που ενδιαφέρεται για τα τεκταινόμενα στην Τουρκία. Στην Ουάσιγκτον υπάρχει έντονη ανησυχία για το πώς θα διαμορφωθούν τα πράγματα μετά τις εκλογές, πώς θα ξεδιπλωθεί το νέο προεδρικό σύστημα και, κυρίως, ποιες συμμαχίες θα επιλέξει τελικά ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Δεν είναι τυχαίο ότι από την Ουάσιγκτον εξακολουθεί να εκπέμπεται ανησυχία για την προμήθεια ρωσικών πυραύλων S-400 από την Άγκυρα. Αν και επισήμως δεν έχει τεθεί ανοιχτά ζήτημα σύνδεσης της συγκεκριμένης προμήθειας με τη συμμετοχή της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35, είναι σαφές ότι όσο προχωρούν οι μήνες, η συγκεκριμένη διάσταση θα αναδεικνύεται ολοένα και περισσότερο.

Επισκέψεις στις ΗΠΑ

Σε κάθε περίπτωση, το πρώτο τουρκικό F-35 θα πρέπει να βρεθεί στην κατοχή της Αγκύρας, όχι όμως και στο έδαφος της Τουρκίας, εντός του επόμενου διμήνου. Υπό αυτή την έννοια δεν θα πρέπει να μη λαμβάνεται υπ’ όψιν το γεγονός ότι εντός του Μαΐου ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς θα μεταβεί στις ΗΠΑ, προκειμένου να έχει επαφές με τη νέα ηγεσία του Στέιτ Ντιπάρτμεντ αλλά και του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου. Μόλις την περασμένη Παρασκευή, από τις ΗΠΑ επέστρεψε και ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ Ευάγγελος Αποστολάκης, ο οποίος είχε εκτενείς συζητήσεις με τον αρχηγό των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων Τζόζεφ Ντάνφορντ, αλλά και στελέχη του υπουργείου Άμυνας στην Ουάσιγκτον.

Τις επόμενες ημέρες αναμένεται η άφιξη και άλλων υψηλόβαθμων στελεχών των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων, ένδειξη του ενδιαφέροντος που υφίσταται για τη διαρκώς μεγεθυνόμενη γεωπολιτική σημασία της Ελλάδας στους σχεδιασμούς της Ουάσιγκτον. Παράλληλα, η σταδιακή γεωπολιτική επιστροφή της Γαλλίας στην περιοχή, αναδεικνύει την ύπαρξη ενός ευρύτερου, πολύ πιο εκτεταμένου θεάτρου από το Αιγαίο, το οποίο αποτελεί τη συνήθη περιοχή προστριβών ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Τουρκία.

Πρακτικά, η Ελλάδα καλείται να διαδραματίσει κάποιον ρόλο στην Ανατολική Μεσόγειο. Πρόκειται για έναν ρόλο που και στο παρελθόν είχε διεκδικήσει, ωστόσο δεν είχε τη σημασία που αποκτά σήμερα, λόγω της κρίσης στη Μέση Ανατολή αλλά και των υδρογονανθράκων στη Λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου. Το εύρος και ο σκοπός αυτού του ρόλου παραμένει αδιευκρίνιστος, όχι τόσο λόγω της έλλειψης ευκρινούς εικόνας που έχουν οι σύμμαχοι για την Ελλάδα όσο για τις πραγματικές δυνατότητες της χώρας μας να τον διαδραματίσει.

Σε αυτό το πλαίσιο, ουσιαστικά δικαιώνεται μια άποψη που είναι διαδεδομένη σε κάποιους διπλωματικούς και στρατιωτικούς κύκλους, για το πραγματικό πεδίο έντασης ανάμεσα στην Αθήνα και στην Άγκυρα. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, οι προστριβές στο Αιγαίο συνιστούν απλά την εκδήλωση της ολοένα και διευρυνόμενης δυσθυμίας την οποία δείχνει η Άγκυρα για τη θέση της Ελλάδας ως ναυτικής δύναμης (παρά τα προβλήματα) και τη δυνατότητά της να προβάλει ισχύ στην Ανατολική Μεσόγειο. Η νησιωτική διάσταση της Ελλάδας από την Κρήτη έως το Καστελλόριζο συνιστά ασυνέχεια στον τουρκικό τρόπο θεώρησης της πραγματικής έκτασης της ισχύος της Άγκυρας στην περιοχή. Γι’ αυτό, άλλωστε, για την τουρκική διπλωματία, πιθανή προσπάθεια Αθήνας και Λευκωσίας για διευθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) Ελλάδας και Κύπρου με βάση τη θεωρητική επήρεια του Καστελλόριζου, θα άνοιγε μια παγίδα θανάτου, δίχως εύκολη λύση εκτόνωσης.

Το συγκεκριμένο δυσοίωνο σενάριο βρίσκεται, πάντως, πολύ μακριά, καθώς προς το παρόν η Αθήνα είναι απασχολημένη με τη διευθέτηση ΑΟΖ με την Αλβανία στα βόρεια και την Αίγυπτο στα νότια. Στην περίπτωση των διαπραγματεύσεων με την Αίγυπτο, η προσπάθεια αφορά τη χάραξη ΑΟΖ με την Κρήτη και το σύμπλεγμα Καρπάθου και Κάσου. Ευλόγως, η Ρόδος δεν περιλαμβάνεται σε αυτό το πιθανό πακέτο, καθώς κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων θα έπρεπε να βρεθεί και η Άγκυρα. Η διευθέτηση ΑΟΖ με την Αίγυπτο στα συγκεκριμένα σημεία και, συγκεκριμένα, στη γραμμή Κρήτη-Κάσος-Κάρπαθος, ουσιαστικά θα επιτάχυνε και τις έρευνες για υδρογονάνθρακες στην περιοχή. Υπενθυμίζεται ότι μεγάλοι ενεργειακοί κολοσσοί έχουν εκφραστεί δημοσίως υπέρ της ανάγκης ταχείας διευθέτησης των όποιων προβλημάτων υπάρχουν στην περιοχή, προκειμένου να ξεκινήσουν άμεσα οι έρευνες.

Τα μέτωπα

Από αυτό το «μεγάλο παιχνίδι» à la Méditerranée, ουσιαστικά η Αθήνα αποσπάται όχι μόνο λόγω των πολύ σοβαρών οικονομικών προβλημάτων της τελευταίας δεκαετίας, αλλά και διότι η Άγκυρα δημιουργεί διαρκή και νέα ζητήματα στις διμερείς σχέσεις των δύο χωρών. Πέρα από την κατάσταση στο Αιγαίο σε επίπεδο στρατιωτικό («γκρίζες ζώνες», εικονικές αερομαχίες, επακουμβήσεις κ.ά.), η Αθήνα βρίσκεται αντιμέτωπη και με ζητήματα που ασκούν πίεση στο εσωτερικό ακροατήριο, όπως είναι η εκβιαστική κράτηση δύο Ελλήνων στρατιωτικών για 67 ημέρες στην Αδριανούπολη. Ακόμη μεγαλύτερη σημασία για τη διεξαγωγή του πολιτικού παιχνιδιού εντός της Ελλάδας έχει το προσφυγικό, κάτι που είναι απολύτως κατανοητό από την πολιτική ηγεσία της γειτονικής χώρας. Στην Αθήνα υπάρχει προετοιμασία για αυξημένες προσφυγικές ροές το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.

Ωστόσο, τα όρια αυτής της προετοιμασίας μπορεί να αποδειχθούν περιορισμένα, εφόσον συνεχιστούν οι ρυθμοί αύξησης των προσφυγικών ροών, που σε ορισμένες περιπτώσεις θυμίζουν έντονα το καλοκαίρι του 2015.

Επαφές με το Παρίσι για ναυτική συνεργασία

Την περασμένη Πέμπτη 3 Μαΐου, βρέθηκαν στην Ελλάδα Γάλλοι ειδικοί, προκειμένου να συζητήσουν σε τεχνικό επίπεδο για τις πιθανότητες ναυτικής συνεργασίας ανάμεσα σε Αθήνα και Παρίσι. Το βασικό εγχείρημα που τέθηκε επί τάπητος αφορά τις νέες μονάδες επιφανείας που επιθυμεί να προμηθευτεί το Πολεμικό Ναυτικό (Π.Ν.). Πρόκειται για τις κορβέτες τύπου Belh@rra, που βρίσκονται σε φάση ανάπτυξης αυτή τη στιγμή και έχουν προκριθεί από το Π.Ν. ως μία από τις πλέον ενδεδειγμένες λύσεις για τη μετάβαση στην επόμενη γενιά πολεμικών πλοίων ανοιχτής θαλάσσης, τα οποία θα στηρίζονται σε δικτυοκεντρικό σύστημα επικοινωνίας. Με βάση τις έως τώρα συζητήσεις, ακόμη και αν σημειωνόταν συμφωνία ανάμεσα σε Αθήνα και Παρίσι άμεσα, η πρώτη παραλαβή δεν θα μπορούσε να γίνει πριν από το 2023. Υπό την αίρεση, πάντα, ότι ενδιαμέσως η Αθήνα δεν επέλεγε πλοία από άλλη χώρα. Εκείνο που απομένει να διευκρινιστεί είναι ποια θα είναι η λύση που θα χρησιμοποιηθεί για τις άμεσες ανάγκες του Π.Ν. την επόμενη πενταετία. Υπενθυμίζεται πως υπάρχει η συζήτηση για την εκμίσθωση φρεγατών τύπου FREMM σε συνδυασμό και με τον εκσυγχρονισμό των τεσσάρων υφιστάμενων φρεγατών τύπου ΜΕΚΟ του ΠΝ.

Πηγή: «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»