Τις προάλλες ο Τούρκος Πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν είχε επισημάνει ότι το φυσικό αέριο της Κύπρου θα πρέπει να τύχει εκμετάλλευσης και από τους Τουρκοκύπριους αλλά και από τις εγγυήτριες δυνάμεις. Ξέρει τι λέει. Έχει παρανόμως υπογράψει με το ψευδοκράτος συμφωνίες για την εκμετάλλευση του φυσικού αερίου μέσω της Τουρκικής Εταιρίας Πετρελαίων από το 2011 και αξιώνει μέσω της ομοσπονδιακής λύσης να γίνουν νόμιμες. Και όχι μόνο. Εάν διαβάσει κάποιος προσεκτικά τα έγγραφα του κεκτημένου των συνομιλιών, που έχει μοιράσει ο Πρόεδρος στο Εθνικό Συμβούλιο, θα διαπιστώσει ότι είναι ναρκοθετημένα, αφού, μεταξύ άλλων, τα θέματα της ΑΟΖ ανήκουν μεν στην κεντρική εξουσία, όμως, οι αποφάσεις θα λαμβάνονται με ειδική πλειοψηφία. Με καλυμμένο βέτο!

Γράφει ο ΓΙΑΝΝΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ για τη ΣΗΜΕΡΙΝΗ

Επανακαθορισμός ΑΟΖ

Είναι, δε, πρόδηλο ότι θα υπάρξει πρόβλημα. Γιατί; Διότι, εφόσον η Τουρκία δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, πώς θα καθοριστεί η ΑΟΖ τού υπό συζήτηση ομόσπονδου πολιτειακού συστήματος των δυο ισότιμου καθεστώτος συνιστώντων κρατών σε σχέση με την Άγκυρα; Οι επιλογές είναι δυο:

Είτε θα καθοριστεί παρασκηνιακά στις συνομιλίες και τα συμφωνηθέντα θα ενσωματωθούν, όπως και οι συμφωνίες Τουρκίας-ψευδοκράτους, εντός της λύσης, για να νομιμοποιηθούν μέσω των δημοψηφισμάτων και να καταστούν ένα οιονεί πρωτογενές δίκαιο. Είτε θα ανοίξει μετά τη λύση το θέμα της τουρκικής υφαλοκρηπίδας και της κυπριακής ΑΟΖ και θα γίνει επανακαθορισμός της ΑΟΖ μεταξύ του ομόσπονδου πολιτειακού συστήματος και της Τουρκίας, με δικαίωμα το καλυμμένο βέτο των Τουρκοκυπρίων στην Κεντρική Κυβέρνηση.

Εμπλοκή Ισραήλ, Αιγύπτου, Λιβάνου

Και στην πρώτη και στη δεύτερη περίπτωση υπάρχει επιπρόσθετο πρόβλημα. Η αλλαγή της υφιστάμενης κυπριακής ΑΟΖ αφορά και στις διμερείς συμφωνίες με την Αίγυπτο και το Ισραήλ, ακόμη και με το Λίβανο. Συνεπώς, οποιαδήποτε αλλαγή θα πρέπει να εγκριθεί και από τις χώρες αυτές, εκτός και αν δεν επηρεάζει τα όρια των δικών τους ΑΟΖ όπως καθορίζονται σήμερα. Οπότε, το πρόβλημα θα είναι μεταξύ ημών και της Τουρκίας. Μια όμως από τις λογικές της Τουρκίας είναι η γενικότερη ανακατανομή της κυπριακή ΑΟΖ και, προκειμένου να βρει συμμάχους στην Αίγυπτο, στο Ισραήλ και στον Λίβανο, θεωρεί ότι τμήμα της κυπριακής ΑΟΖ δεν ανήκει μόνο στην Τουρκία αλλά και στις εν λόγω χώρες. Έτσι προσδοκά να αποδυναμώσει ακόμη περισσότερο τη θέση της Κύπρου σε μια ομοσπονδιακή λύση, που θα έχει ως εργαλείο εξυπηρέτησης των δικών της συμφερόντων το καλυμμένο βέτο των Τουρκοκυπρίων.

Η αρχή της πλειοψηφίας και οι σύμμαχοι του Ακιντζί

Και επειδή περί του καλυμμένου βέτο ο λόγος, ορθά είχε πει ο Πρόεδρος ότι οι Τούρκοι θα μπλοκάρουν τον EastMed, επειδή θα θέλουν να περάσει ένας άλλος αγωγός φυσικού αερίου προς Τουρκία. Αυτά τόνισε ο Πρόεδρος στη Διάσκεψη Τύπου προ ημερών και στην ουσία «αποκάλυψε» ότι ο αγωγός φυσικού αερίου από Κύπρο προς τα τουρκικά παράλια είναι τουρκική θέση, την οποία υιοθετούν και προωθούν στη δική μας πλευρά οι ηγεσίες του ΑΚΕΛ και του ΔΗΣΥ, με την ψευδαίσθηση ότι, προσφέροντας δώρα στην Άγκυρα, θα ήταν δυνατό να αλλάξει η στάση της στο Κυπριακό. Είναι, μάλιστα, πρόδηλο ότι: Ακόμη και οι νέες υποχωρήσεις του Προέδρου για αποκεντρωμένη ομοσπονδία δεν ικανοποιούν την τουρκική πλευρά.

Ούτε ακόμη και αυτόν τον «φιλολυσικό» κ. Ακιντζί. Θέλει και άλλα. Αξιώνει συναπόφαση και βρίσκει συμμάχους, στον ΔΗΣΥ, όπως ο κ. Τορναρίτης, ο οποίος προ ημερών εξηγούσε ότι η ομοσπονδία δεν στηρίζεται στην αρχή της πλειοψηφίας, αλλά στη συναπόφαση. Εξαρτάται σε ποια ομοσπονδία αναφέρεται. Εάν εννοεί μια ομοσπονδία ολοκληρωτικού μοντέλου και ρατσιστική, στην οποία  καταργείται η δημοκρατική αρχή της πλειοψηφίας, όντως η μειοψηφία, όχι μόνο έχει τη δυνατότητα συναπόφασης αλλά και επιβολής των απόψεών της επί της πλειοψηφίας. Βεβαίως, πρέπει να παραδεχθούμε ότι ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΔΗΣΥ λέει την αλήθεια. Αυτή είναι η ομοσπονδία που συζητούν να εφαρμόσουν στην Κύπρο. Δηλαδή, η νομιμοποίηση του γεωγραφικού, πληθυσμιακού και διοικητικού διαχωρισμού της Κύπρου και η αναγνώριση του ψευδοκράτους ως ισότιμου συνιστώντος κράτους, γεγονός που ανατρέπει, ακυρώνει και καταργεί: Α) Τα ψηφίσματα 541 και 550 του Συμβουλίου Ασφαλείας, που καθορίζουν ρητώς ότι δεν αναγνωρίζεται το ψευδοκράτος. Β) Την αντιδήλωση της 21ης Σεπτεμβρίου του 2005, που καθορίζει ως προϋπόθεση για την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, είτε για πλήρη ένταξη είτε για ειδική σχέση, την ομαλοποίηση των σχέσεων της Άγκυρας με την Κυπριακή Δημοκρατία και την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία.

Τι μας λέει ο κ. Τορναρίτης, καθώς και οι ηγεσίες του ΔΗΣΥ και του ΑΚΕΛ; Μας λένε ότι, αντί να γίνουν βήματα και να υιοθετηθεί πολιτική για την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία, η Κυπριακή Δημοκρατία θα διαλυθεί και θα αναγνωριστεί το ψευδοκράτος ως ισότιμο συνιστών τουρκοκυπριακό κράτος. Με την υπογραφή μας. Και επί τη βάσει αυτής της ισοτιμίας όχι μόνο θα νομιμοποιηθούν τα τετελεσμένα της εισβολής, αλλά θα καταργηθεί και η αρχή της πλειοψηφίας. Αυτό εννοεί λοιπόν ο κ. Τορναρίτης, όταν ισχυρίζεται δικαίως ότι το Κυπριακό δεν θα επιλυθεί ως διά μαγείας; Ότι για να λυθεί, πρέπει να αναγνωρίσουμε το ψευδοκράτος και να καταργήσουμε την αρχή της πλειοψηφίας και ό,τι το κεκτημένο της ΕΕ καθορίζει; Αληθές είναι ότι, συμφώνως και με τι ο Πρόεδρος έχει πει στην τελευταία Διάσκεψη Τύπου, δηλαδή πώς ερμήνευσε την αποκεντρωμένη ομοσπονδία, οι θέσεις τού Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου του ΔΗΣΥ συγκλίνουν περισσότερο με εκείνες του Ακιντζί, αντί με εκείνες του Νίκου Αναστασιάδη, γεγονός που θα πρέπει να αγχώνει το ΑΚΕΛ…

Σημασία της τελωνειακής ένωσης

Επειδή περί ΕΕ ο λόγος, τα ανωτέρω σχετίζονται με την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην ΕΕ. Επί τούτου, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο προσχέδιό του για την αξιολόγηση της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας στην ΕΕ ζητά την αναστολή των ενταξιακών διαδικασιών με την Τουρκία, διότι ούτως ή άλλως τις θεωρεί νεκρές, αλλά ζητά ταυτοχρόνως να κρατηθεί η Άγκυρα στην ΕΕ μέσω της τελωνειακής ένωσης και της κατάργησης της βίζας για τους Τούρκους πολίτες που εισέρχονται στα κράτη – μέλη. Τα ζητήματα αυτά είναι συναφή με το Κυπριακό, καθότι η Τουρκία δεν εφαρμόζει τις ήδη υφιστάμενες διατάξεις της τελωνειακής ένωσης σε σχέση με την Κύπρο, όπως είναι η άρση του εμπάργκο, που εφαρμόζει σε βάρος των λιμανιών και των αεροδρομίων της Κυπριακής Δημοκρατίας, η απαγόρευση εισαγωγής κυπριακών προϊόντων και η συνεργασία με τις Κυπριακές Αρχές στο θέμα της βίζας.

Εφόσον η Τουρκία δεν σέβεται και δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της από την υφιστάμενη τελωνειακή ένωση, πώς θα προχωρήσουμε στην επικαιροποίηση; Γίνεται, δε, αντιληπτό ότι το θέμα της τελωνειακής ένωσης δεν ενδιαφέρει μόνο τα συμφέροντα των Ευρωπαίων εταίρων μας αλλά και της ίδιας της Τουρκίας, που αναζητά, ειδικώς τώρα λόγω κρίσης, τις επενδύσεις της ΕΕ. Πολύ περισσότερο έχει η Τουρκία την ανάγκη της ΕΕ, παρά η ΕΕ της Τουρκίας, και αυτό το είδαμε όταν ο Ταγίπ Ερντογάν έσπευσε, μετά το οικονομικό κεφαλοκλείδωμα των ΗΠΑ, στο Βερολίνο, τον περασμένο Σεπτέμβριο, για βοήθεια, χωρίς βεβαίως να επιτύχει τα προσδοκώμενα.

Συνεπώς, ακόμη και αν ανασταλεί ή διακοπεί η ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας στην ΕΕ για πλήρη ένταξη, δεν σημαίνει τον τερματισμό των διαβουλεύσεων για μια ειδική σχέση μέσω της τελωνειακής ένωσης, ένας τομέας επί του οποίου εάν εμείς εκπονήσουμε στρατηγική, μπορούμε να ασκήσουμε πιέσεις στην Τουρκία εκεί που την πονά. Δηλαδή στην οικονομία. Προσοχή, όμως. Δεν πρόκειται οι εταίροι μας να μας στηρίξουν εάν δεν έχουν συμφέρον και εμείς στρατηγική.

Υπό αυτές τις συνθήκες, θα πρέπει να προχωρήσει άμεσα το δέσιμο των δικών  μας συμφερόντων με την ΕΕ, στη λογική και πρακτική του φυσικού αερίου και δη του αγωγού από την Κύπρο, στην Κρήτη και από εκεί στην Ιταλία και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Οι Γερμανοί, όπως τονίζουν, μεταξύ άλλων, και κυβερνητικές πηγές, δείχνουν ενδιαφέρον για επένδυση. Ήδη, θα είναι εμπλεκόμενες σε μια τέτοια διαδικασία η TOTAL, η ENI, η EXXON, οι Ισραηλινοί και, για ευνόητους λόγους, οι Αμερικανοί. Αποκτούμε συμμαχίες και πλεονέκτημα έναντι της Τουρκίας, τα οποία θα χάναμε ή θα χάσουμε εάν ακούγαμε και αν ακούσουμε τις ηγεσίες του ΔΗΣΥ και του ΑΚΕΛ, που ισχυρίζονται ότι ο αγωγός πρέπει να περάσει από την Κύπρο στην Τουρκία. Εμείς  με τους συμμάχους μας ελέγχουμε τον πλούτο μας και όχι η Τουρκία, η οποία θα τον ελέγξει και θα τον συνεκμεταλλευθεί για δικό της όφελος, εάν υπογραφεί λύση ομοσπονδίας με καλυμμένα βέτο, όπως το κεκτημένο των συνομιλιών προνοεί. Η εφαρμογή ενός τέτοιου σεναρίου ακυρώνει το νομικό και πολιτικό πλαίσιο λύσης του Κυπριακού, όπως καθορίζεται από την αντιδήλωση της 21ης Σεπτεμβρίου του 2005 για την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία.

Προτάσεις εναλλακτικής στρατηγικής

Επειδή δεν ανήκουμε στο απορριπτικό στρατόπεδο, επισημαίνουμε τις εξής προτάσεις για μια νέα στρατηγική στην ΕΕ, που είναι συναφής και με τα νέα δεδομένα στην Ευρώπη, τις συμμαχίες, το φυσικό αέριο, καθώς και με τη λύση του Κυπριακού:

  1. Η ταχεία κατασκευή του EastMed με τη συμμετοχή ευρωπαϊκών επενδύσεων όχι μόνο εξισορροπεί τα οικονομικά συμφέροντα μας στην ΕΕ σε σχέση με εκείνα της Τουρκίας, όχι μόνο δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μια οικονομική, ακόμη και στρατιωτική αποτροπή, αλλά, ταυτοχρόνως, βάζει φρένο και στην πολιτική της Άγκυρας για αλλαγή των ορίων τής Κυπριακής ΑΟΖ. Γι’ αυτό, άλλωστε, είναι σημαντικό να μπει στο παιχνίδι και η Αίγυπτος, διότι μέσω της δικής της ΑΟΖ ενώνεται η ελληνική με την κυπριακή. Δηλαδή εμείς θα πρέπει να δέσουμε πρώτοι, τώρα, προ της λύσης, τα συμφέροντα των χωρών της περιοχής, της ΕΕ και των ΗΠΑ, με τα όρια της ΑΟΖ μας, στις ελεύθερες περιοχές. Όσο περισσότερα συμφέροντα διακυβεύονται, τόσο πιο πολύ μειώνεται η πιθανότητα αλλαγής των ορίων της κυπριακής ΑΟΖ. Αυτό δεν σημαίνει ότι απεμπολούμε τα δικαίωμα του νόμιμου κράτους στον βορρά. Αντιθέτως, θα πρέπει να αντεπιτεθούμε διπλωματικά και νομικά, υπογραμμίζοντας ρητώς την παρανομία της Τουρκίας και του ψευδοκράτους. Και κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει διά της χρήσης των ψηφισμάτων 541 και 550, καθώς και της αντιδήλωσης.
  2. Για όσους μελετούν τη γεωπολιτική, γίνεται αντιληπτό ότι ο EastMed δεν είναι απλός αγωγός φυσικού αερίου, αλλά μπορεί να συνδεθεί με το δυτικό σύστημα ασφάλειας, όπως αυτό οικοδομείται κυρίως στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και δευτερευόντως μέσω της ΕΕ. Έχουμε, δηλαδή, πέραν της οικονομικής εξισορρόπησης συμφερόντων, εξισορρόπηση και στρατιωτικών και αμυντικών συμφερόντων και αύξηση του δείκτη ασφαλείας, που σημαίνει μείωση εντάσεων και κρίσεων.
  3. Για να προχωρήσει η εμβάθυνση της Τουρκίας με την ΕΕ, θα πρέπει η Άγκυρα: Α) Να εκπληρώσει τις υφιστάμενες υποχρεώσεις, δηλαδή την άρση του εμπάργκο, και εάν δεν το πράξει, να μελετηθεί από πλευράς της Κυπριακής Δημοκρατίας ή των οικονομικών και εμπορικών παραγόντων του τόπου, προσφυγή ακόμη και στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο του Λουξεμβούργου σε βάρος της Τουρκίας για άρνηση εκπλήρωσης των όρων της τελωνειακής ένωσης και για αθέμιτο ανταγωνισμό. Β) Να αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία και να προχωρήσει η επανενσωμάτωση των κατεχομένων στην Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία εντάχθηκε ως ενιαίο κράτος στην ΕΕ, όπως το Πρωτόκολλο 10 καθορίζει.

Η απογοήτευση του Προέδρου…

Συμφωνούμε ότι δεν θα απαλλαγούμε από την τουρκική απειλή και δεν θα επιλυθεί το Κυπριακό διά μαγείας. Εξ ου και η συνεχής υποβολή προτάσεων από αυτές τις στήλες, έστω και για την τιμή των όπλων. Έχει, όμως, αποδειχτεί  εδώ και 43 χρόνια ότι η ομοσπονδία συνιστά ουτοπική πολιτική ως προς την επανένωση της Κύπρου. Για να καταστεί ρεαλιστική, θα πρέπει να υιοθετηθούν οι θέσεις της Άγκυρας, η κατάργηση της αρχής της πλειοψηφίας και η νομιμοποίηση των τετελεσμένων της εισβολής ως οχήματος μεταφοράς προς την πλήρη τουρκοποίηση. Οπότε, δεν θα είναι επανένωση, όπως την εμφάνιζαν.

Πίσω από τις ιδέες για αποκεντρωτική ομοσπονδία κρύβεται η απογοήτευση του Προέδρου, ο οποίος αντιλαμβάνεται την αλήθεια για την ομοσπονδία και την τουρκική πολιτική. Μετά, δε, τη συμμαχία Ακιντζί, ΑΚΕΛ και ηγεσίας του ΔΗΣΥ, που του ασκούν ομαδικά, ο καθένας με τον δικό του τρόπο και λόγο, κριτική, λογικό είναι να κατανοεί αυτό για το οποίο τον είχαμε προειδοποιήσει. Ότι, δηλαδή, οι πρώτοι που θα του ασκήσουν κριτική και θα στραφούν εναντίον του είναι όσοι τον έσπρωχναν στις συνομιλίες, χωρίς προηγουμένως να γίνει επαναξιολόγηση της κατάστασης και να εξετασθούν τα νέα δεδομένα και ο καταρτισμός μια νέας στρατηγικής. Και γι’ αυτό δεν ευθύνεται μόνον ο Πρόεδρος, αλλά το σύνολο του κομματικού συστήματος, που,  αντί της νέας στρατηγικής, επιδίδεται σε μικροπολιτικό πόλεμο ανακοινώσεων, χωρίς να βλέπει ότι, πέραν των κομματικών στρατών, ο κόσμος δεν δίδει δεκάρα.

ΠΗΓΗ: Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ