Χαρακτηριστική η φράση που αποδίδεται στο Περικλή: «Μέγα το της Θαλάσσης Κράτος» που διαβάζουμε στον Θουκυδίδη, και χαρακτηρίζει την ερμηνεία, ότι η «θαλάσσια ισχύς» στηρίζεται σε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά όπως η γεωγραφία, το ανάπτυγμα της ακτογραμμής και το χαρακτήρα του λαού. Από την εποχή των Αρχαίων Ελλήνων και των Περσών που συγκρούσθηκαν, η θαλάσσια ισχύς έχει καθοριστεί ως παγκόσμια δύναμη.

Γράφει ο Υποναύαρχος ε.α Τσαϊλάς Δημήτριος

«Έχουμε γη και πατρίδα όσο έχουμε πλοία στη θάλασσα» ήταν το απόσπασμα του μηνύματος που ειπώθηκε για πρώτη φορά το 480 π.Χ. από τον Θεμιστοκλή και αποδείχτηκε προφητικό σε όλους τους αγώνες του έθνους. Η γεωγραφία των θαλασσών έχει διαμορφώσει τη μοίρα των εθνών, και η ναυτική ισχύς έχει μια πραγματική αίσθηση που χάραξε τον κόσμο στον οποίο ζούμε σήμερα και θα διαμορφώσουν τον κόσμο στον οποίο θα ζούμε αύριο. Βασιζόμενη σε αυτή την αρχή η Ελλάδα είναι ανάγκη να διαθέτει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα για την απόκτηση της θαλάσσιας ισχύος. Επιπλέον, ευνοείται από τις πρόσφατες γεωπολιτικές τάσεις και εξελίξεις.

Το πλεονέκτημα του Ελληνισμού, είναι ότι πρέπει να δούμε το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο με μια στρατηγική αίσθηση αναπτύσσοντας την ουσία της ναυτικής ισχύος ως συνδετική δύναμη της ενότητας των θαλασσών στα παγκόσμια κοινά, καθώς υπάρχουν ιστορικές, πολιτιστικές, πολιτικές, οικονομικές και στρατιωτικές αιτίες  για να σκεφτούμε  για το καθένα ξεχωριστά αλλά και για όλα μαζί με στρατηγική άποψη στην περιοχή μας.

Ο ελληνισμός βρίσκεται σε όλο και πιο περίπλοκο περιβάλλον ασφαλείας που περιγράφεται από την επίμονη διαταραχή, στο λειτουργικό περιβάλλον της Ανατολικής Μεσογείου όπου βρίσκονται η Κύπρος και η Κρήτη, τα δύο “αβύθιστα αεροπλανοφόρα του Ελληνισμού” με τεράστια γεωστρατηγική σημασία. Οπότε καλούμαστε να αναπτύξουμε μια στρατηγική για τη διατήρηση του γεωπολιτικού ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος σε σχέση με τον Τούρκο αμφισβητία, αφού οι Τούρκοι δεν στέκονται πλέον στην αδράνεια, όταν πρόκειται για θαλάσσια ισχύ, καθώς έχουν αυξήσει τις επενδύσεις τους στις αεροναυτικές δυνατότητές τους σε σημείο που αρχίζει να αμφισβητείται.  Οπότε είναι ξεκάθαρο πλέον ότι η ενίσχυση του Πολεμικού στόλου μας, καθώς και η διατήρηση μιας σταθερής αεροναυτικής παρουσίας στη Μεσόγειο, πρέπει να ξεχωρίζουν ως οι πιο κρίσιμες προτεραιότητες για τη μελλοντική ανάπτυξη του Πολεμικού Ναυτικού.

Η αποτροπή πρέπει να προβληθεί όχι μόνο σε εθνικό επίπεδο αλλά και σε περιφερειακό και μάλιστα με όρους συμβατικών και αντισυμβατικών μέσων (ανορθόδοξου πολέμου). Στο θέατρο επιχειρήσεων απαιτείται αποτελεσματική συνεργασία για την ασφάλεια, εφόσον οι δραστηριότητες που θα αναληφθούν θα είναι μια μορφή εκτεταμένης αποτροπής, δημιουργώντας ασφάλεια και στέρηση συνθηκών σύγκρουσης από το δυνητικό αντίπαλο. Αυτό απαιτεί μια αξιόπιστη αντιαεροπορική άμυνα ώστε να ενισχυθεί η αποτροπή, παρέχοντας μια ομπρέλα προστασίας “προς τα εμπρός” κατά την ανάπτυξη φίλιων και συμμαχικών δυνάμεων, συμβάλλοντας παράλληλα στην αρχιτεκτονική υπεράσπισης της στρατηγικής της Ελλάδος. Είναι απαραίτητο να χρησιμοποιήσουμε προκεχωρημένες εθνικές και συμμαχικές βάσεις, καθώς και κάθε τεχνολογικό μέσο ώστε να επιτύχουμε διαρκή πληροφόρηση, βασισμένη στη θαλάσσια στρατηγική αποτροπής.

Η ικανότητα μας να διατηρούμε ελεύθερη τη θάλασσα επιχειρήσεων και τις θαλάσσιες γραμμές επικοινωνίας είναι μια από τις σημαντικότερες επιχειρήσεις, καταλύτης για τις διακλαδικές επιχειρήσεις και τον θαλάσσιο έλεγχο που απαιτεί δυνατότητες σε τακτικό και σε επιχειρησιακό επίπεδο ελέγχου του γεωγραφικού χώρου και του κυβερνοχώρου. Υπάρχουν πολλές προκλήσεις όσον αφορά την ικανότητά μας να ασκήσουμε θαλάσσιο έλεγχο, όμως εκτιμάται ότι για την ώρα η όλη προσπάθειά μας  οφείλεται στη λειτουργία των υποβρυχίων τύπου 214 “Παπανικολής”, αφού ο στόλος πλέον είναι γερασμένος καθώς η μέση ηλικία των πλοίων μας αγγίζει τα τριάντα χρόνια.

Πρέπει λοιπόν να μπορούμε να εξασκούμε επιχειρήσεις για να εξουδετερώσουμε τη κάθε λογής απειλή. Οφείλουμε να μην επιτρέψουμε συνθήκες υπό τις οποίες οι ναυτικές δυνάμεις μας θα εμποδιστούν από την ελευθερία ελιγμών και πρόσβασης, ούτε να επιτρέπουμε στον αντίπαλο να διαταράξει την εθνική εφοδιαστική αλυσίδα, εμποδίζοντας ζωτικής σημασίας θαλάσσιες γραμμές επικοινωνίας και ηλεκτρονικού εμπορίου. Ασκώντας δόγμα ενιαίου χώρου του Ελληνισμού (Ελλάδα-Κύπρος) πρέπει να είμαστε σε θέση να επιβάλλουμε τοπικό θαλάσσιο έλεγχο όπου κρίνεται αναγκαίο, συνεργαζόμενοι με τις φίλιες δυνάμεις και συμμάχους, αλλά και μόνοι μας εάν απαιτηθεί. Αυτό απαιτεί ικανότητά να ξεπεράσουμε τις προκλήσεις και να αποκτήσουμε ισχυρή αξιοπιστία με απόκτηση νέων μονάδων.

Συμπερασματικά, για αιώνες τα σκάφη που πλέουν στη θάλασσα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ζωής του Ελληνισμού στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου. Όταν η εμβέλεια της Ελλάδας ιστορικά, είτε μέσω των ναυτικών δυνάμεων, των ακτοφυλάκων και του εμπορικού στόλου της, επιδιώκει την οικοδόμηση επιρροής και ισχύος, μέσω της συνεργασίας, της πειθούς και του εξαναγκασμού, η θαλάσσια ισχύς αποτελεί πλεονέκτημα και κρίσιμη επένδυση για τον Ελληνισμό. Η διατήρηση της περιφερειακής ισορροπίας του Ελληνισμού με τη διαχείριση της θαλάσσιας ισχύος καθίσταται αναγκαία για την αντιμετώπιση μιας κατάστασης που αυξάνει τον ανταγωνισμό ακόμη και των μεγάλων δυνάμεων εκτός των κακότροπων γειτόνων μας.

Συμπεράσματα

Η δημιουργία και διατήρηση της ασφάλειας στη θάλασσα είναι απαραίτητη για να μπορούμε να μετριάζουμε όχι μόνο την απειλή ενός κεραυνοβόλου πολέμου, αλλά της πειρατείας, της τρομοκρατίας, του λαθρεμπορίου όπλων, ναρκωτικών και άλλων παράνομων δραστηριοτήτων.

Πηγαίνοντας προς τα εμπρός, είναι ανάγκη να αξιολογήσουμε τις νέες τεχνολογίες, πως μπορούν να επηρεάσουν τις αποστολές στο Ναυτικό και τις προοπτικές τους για την επιτυχία των επιχειρήσεων, οπότε είναι απαραίτητος ο εκσυγχρονισμός των πεπαλαιωμένων μονάδων. Στα νικηφόρα σενάρια που αφορούν ιδιαίτερα την Τουρκία πρέπει να ληφθούν υπόψη οι λειτουργικές αλληλεπιδράσεις σε πολλαπλούς τομείς, συμπεριλαμβανομένου του χώρου και του κυβερνοχώρου, βοηθώντας οι προβλέψεις μας να καταδείξουν πώς μια διένεξη ενδέχεται να ξετυλιχθεί μέσα από τις διάφορες φάσεις και πώς η Ελλάδα και οι σύμμαχοι μας μπορούν να τερματίσουν τις μάχες με ευνοϊκούς όρους πολιτικής.

Για την επίτευξη των στόχων, το Πολεμικό Ναυτικό χρειάζεται να οικοδομήσει μια ισορροπημένη δύναμη με απόκτηση νέων μονάδων, τόσο για τη διατήρηση της ισορροπίας δυνάμεων όσο και για την εκπλήρωση της αποστολής αποτροπής. Για την εκτέλεση αυτής της αποστολής, παράλληλα με την ετοιμότητα των μονάδων το Πολεμικό Ναυτικό χρειάζεται να προμηθευτεί με ένα πλήρες φάσμα ναυτικού εξοπλισμού, συμπεριλαμβανομένων των πολλαπλής χρήσεως πολεμικών πλοίων επιφανείας και ναυτικής αεροπορίας.