Αντιμέτωπη με τον «Αττίλα ΙΙΙ» βρίσκονται η Κύπρος και ο Ελληνισμός, καθώς η Τουρκία είναι αποφασισμένη να επιτύχει με την πολιτική των απειλών και των εκβιασμών, ότι δεν πέτυχε το 1964, το 1974, το 1983, το 2004. Να θέσει δηλαδή υπό τον έλεγχο της την Κυπριακή Δημοκρατία.

Του Νίκου Μελέτη

Απειλεί ότι εάν δεν υπάρξει εκούσια υποταγή, θα επιχειρήσει την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας με νέα «εισβολή» αυτή την φορά στην Κυπριακή ΑΟΖ.

Αν και δεν πρέπει φυσικά να υποβαθμίζονται οι προκλήσεις στο Αιγαίο, ούτε φυσικά να αποδοθούν, όπως γίνεται με απλοϊκό τρόπο, στις… προεκλογικές ανάγκες του Ταγίπ Ερντογαν, το πεδίο σύγκρουσης των επομένων μηνών θα είναι η Κυπριακή ΑΟΖ.

Η Τουρκία και ο Ταγίπ Ερντογαν, εάν δεν επιτύχουν σύντομα την επίλυση του Κυπριακού στα μέτρα τους, τότε θα επιστρατεύσουν κάθε μέσο που διαθέτουν για να εμποδίσουν την Κυπριακή Δημοκρατία να εκμεταλλευθεί τους φυσικούς πόρους της, έχοντας έτοιμο και το Σχέδιο Β’ και στο πλαίσιο αυτό απειλούν με την κατάλυση της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω τουρκικών γεωτρήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ.

Η μονομερής και πειρατική προσπάθεια της Τουρκίας να θέσει υπό τον έλεγχο της με όχημα τους Τουρκοκυπρίους τον φυσικό πλούτο της Κυπριακής Δημοκρατίας, αποτελεί την πιο καθαρή μέχρι τώρα υπονόμευση των προσπαθειών επίλυσης του Κυπριακού.

Από την περίοδο του προηγούμενου κατοχικού ηγέτη, του Ερογλου με την υποβολή της γνωστής πρότασης στον ΟΗΕ (2012) ήταν σαφές πλέον ότι η Άγκυρα και ο Ερντογαν έθεταν ως προτεραιότητα την λύση του Κυπριακού με τέτοιον τρόπο ώστε η νέα κατά το όνομα «ομοσπονδιακή» ενωμένη Κύπρος να είναι απολύτως εξαρτωμένη από τις διαθέσεις της τουρκικής πλευράς.

Ειδικά μάλιστα στο θέμα των υδρογονανθράκων που θα ανήκουν στην αρμοδιότητα του Κεντρικού κράτους, η Τουρκία μέσω της όλο και πιο ασφυκτικής επιρροής της επί των Τουρκοκυπρίων και με την επιδίωξη διατήρησης των παρεμβατικών δικαιωμάτων της αλλά και της παρουσίας τουρκικού στρατού στο νησί, επιδιώκει τον έλεγχο των υδρογονανθράκων, με τον διαμοιρασμό των κερδών μεταξύ των «κοινοτήτων» και την υποχρεωτική εξαγωγή του φυσικού αερίου μέσω αγωγού από το τουρκικό έδαφος.

Υπό αυτές τις συνθήκες και με όλα όσα έχουν συμβεί το τελευταίο διάστημα είναι εξαιρετικά δύσκολο ο κ. Ακιντζι, στον οποίο είχε στηρίξει πολλές προσδοκίες της η ελληνοκυπριακή πλευρά, να πείσει ότι πολιτεύεται με γνώμονα το συμφέρον των Τουρκοκυπρίων και όχι τα στρατηγικά συμφέροντα της Τουρκίας. Και έτσι κάθε προσέγγιση υπονομεύεται καθώς έχει κορυφωθεί η καχυποψία και η δυσπιστία μεταξύ των δυο πλευρών.

Αποτελεί πραγματικό παραλογισμό ο κ. Ερντογαν να ζητά «συνεταιρισμό» και «συνεκμετάλλευση» των φυσικών πόρων της Κυπριακής Δημοκρατίας, από την τουρκοκυπριακή κοινότητα με την Κυπριακή Δημοκρατία.

Κάθε κίνηση αποδοχής του εκβιασμού του Ερντογαν, ουσιαστικά θα οδηγούσε σε ντε φάκτο αυτοκατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, καθώς θα σήμαινε απεμπόληση άσκησης κορυφαίου κυριαρχικού δικαιώματος, και αποδοχή των τουρκικών ισχυρισμών, περί… «παράνομης ελληνοκυπριακής διοίκησης, που δεν εκπροσωπεί την Κυπριακή Δημοκρατία» η οποία για την νομιμοποίηση της θα έχει την ανάγκη της συναίνεσης της τουρκοκυπριακής κοινότητας.

Υπό το πρίσμα αυτών των εξελίξεων ο κ. Αναστασιάδης πρέπει να αποφύγει νέο αυτοεγκλωβισμο σε μια εκ προοιμίου υπονομευμένη διαδικασία, όπως έγινε το 2016. Η μη ύπαρξη των αναγκαίων προϋποθέσεων που έχουν τεθεί από την Λευκωσία για την επανέναρξη των συνομιλιών, δεν θα πρέπει να παρακαμφθεί όπως έγινε και πριν τις συνομιλίες της Γενεύης αλλά και πριν το Κραν Μοντανά.

Οι Συμμαχίες είναι αναγκαίες και στο κεφάλαιο αυτό έχουν γίνει σημαντικά βήματα, αλλά είναι προφανές ότι δεν είναι αρκετές από μόνες τους να προσφέρουν «ασπίδα» στην Κυπριακή Δημοκρατία. Η Λευκωσία και η Αθήνα οφείλουν να αναζητήσουν νέες στρατηγικές ανάσχεσης της τουρκικής επιθετικότητας η οποία πλέον είναι ανεξέλεγκτη και επιλέγει μη συμβατικούς τρόπους για να επιχειρήσει την ανατροπή του στάτους κβο.

Πηγή: Hellas Journal