Η αδικαιολόγητη κράτηση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών έχει εισέλθει στο τρίτο μήνα και οι περισσότερες εκτιμήσεις συμπίπτουν στην παράταση της, τουλάχιστον κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας στη γειτονική χώρα.

Γράφει ο Ιπποκράτης Δασκαλάκης, Υποστράτηγος (εα), Διευθυντής Μελετών του ΕΛΙΣΜΕ, για το «HUFFPOST»

Παράλληλα συνεχίζονται οι εμπρηστικές δηλώσεις σύσσωμου του πολιτικού κόσμου της Τουρκίας και οι έμπρακτες αμφισβητήσεις των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων με μια ανησυχητική κλιμάκωση προκλητικών ενεργειών και προβοκατόρικων επεισοδίων.

Στη δική μας πλευρά, εκ θέσεως σχετικής αδυναμίας και αμηχανίας, κυριαρχεί-και ορθά-η στρατηγική της «αυτοσυγκράτησης και ψυχραιμίας», χωρίς να έχουμε και εμείς αποφύγει αχρείαστες «κορώνες» όξυνσης.

Δυστυχώς, η αντίδραση της χώρας, φαίνεται ότι εστιάζεται σε μεμονωμένες ενέργειες εξασφάλισης διπλωματικής υποστήριξης και εν μέσω επικοινωνιακών τυμπανοκρουσιών, σε αλλοπρόσαλλες εξαγγελίες μερικής αναβάθμισης της αναγκαίας στρατιωτικής ισχύος μας. Για άλλη μια φορά διακρίνουμε την έλλειψη ενός συγκροτημένου και ρεαλιστικού σχεδίου αντιμετώπισης της τουρκικής επεκτατικότητας σε βάθος χρόνου.

Μόνο εάν αντιληφθούμε την πραγματικότητα και τη φύση της τουρκικής προκλητικότητας θα μπορέσουμε να αρθρώσουμε μια αξιόπιστη εθνική στρατηγική για την ερχόμενη εικοσαετία

Στην πλειονότητα των κομματικών επιτελείων, οι ελπίδες εστιάζονται στην άνετη επικράτηση του Ερντογάν και την επιστροφή των ελληνοτουρκικών σχέσεων στην «κανονικότητα» των σχέσεων που μερικώς επικράτησαν τις πρώτες ημέρες της εξουσίας του τη προηγούμενη δεκαετία.

Οι εκτιμήσεις αυτές, κοινές και στο πρόσφατο παρελθόν, αποδίδουν λανθασμένα την τουρκική αναθεωρητική και προκλητική πολιτική σε ενδογενή εσωτερικά πολιτικά προβλήματα της χώρας. Αδυνατούν να διακρίνουν ότι η τουρκική επεκτατική και αναθεωρητική πολιτική αποτελεί το φυσικό επιστέγασμα της γιγάντωσης των συντελεστών ισχύος ενός νεανικού έθνους που ενισχύεται και από μια περίεργη μίξη ιστορικού παρελθόντος και θρησκευτικού φανατισμού σε καταπιεσμένες μάζες που εμφανίζουν στοιχεία αστικοποίησης και οικονομικής και κοινωνικής ανάτασης.

Η πορεία αυτή, νομοτελειακά έχει οδηγήσει παρόμοια έθνη, σε σύγκρουση με τους γείτονες τους. Η σταθεροποίηση του τοπικού συστήματος προήλθε μόνο μέσα από τη δημιουργία νέων συνθηκών και ισορροπιών ή όταν έγινε κατανοητό στην αναθεωρητική δύναμη, το κόστος διακινδύνευσης της οποιαδήποτε αλλαγής. Όλες οι υπόλοιπες εκτιμήσεις περί μετεκλογικής επιστροφής στην «κανονικότητα» όπως και της ευρωπαϊκής «εξημέρωσης του θηρίου» και της «δημοκρατικής ειρήνης» αποδεικνύονται φρούδες και ιστορικά αβάσιμες και επικίνδυνες ελπίδες.

Δεν αντιλέγω ότι οι προεκλογικές και κομματικές σκοπιμότητες δεν επηρεάζουν τη διεθνή συμπεριφορά της γείτονος χώρας. Οι τυχόν όμως διαφοροποιήσεις αφορούν προσωρινές, θετικές ή αρνητικές, εξάρσεις που δεν επηρεάζουν τη γενικότερη στρατηγική της «φίλης και συμμάχου» χώρας.

Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για την επίδραση της προσωπικότητας των εκάστοτε ηγετών της που ενώ δίδουν το «χρώμα» της αντιπαράθεσης εντούτοις δεν επηρεάζουν το εύρος, συνέχεια και συνέπεια των αμφισβητήσεων και κυρίως την οικοδόμηση του αναγκαίου στρατιωτικού μηχανισμού.

Μόνο εάν αντιληφθούμε την πραγματικότητα και τη φύση της τουρκικής προκλητικότητας θα μπορέσουμε, αποδεχόμενοι το αναγκαίο κόστος, σε εθνικό και ατομικό επίπεδο, να αρθρώσουμε μια αξιόπιστη εθνική στρατηγική για την ερχόμενη εικοσαετία.

Ολοκληρώνοντας θα επανέλθω στο θέμα της παρατεταμένης κράτησης των δύο στρατιωτικών μας που θεωρώ ότι πλέον δεν προσφέρει πλεονεκτήματα στον Ερντογάν. Ο τελευταίος, έχοντας μάλιστα μια έφεση στους τακτικούς αιφνιδιασμούς, δεν θεωρώ απίθανο να χειραγωγήσει μια προεκλογική δρομολόγηση από την τουρκική δικαιοσύνη της δικαστικής διαδικασίας επίλυσης του θέματος.

Μια ανάλογη πρωτοβουλία της «ανεξάρτητης» τουρκικής δικαιοσύνης, εκτιμώ ότι δεν θα επιφέρει προβλήματα στη συσπείρωση της εκλογικής βάσης του Ερντογάν ή ακόμη και στη συνεργασία του με τους εθνικιστές. Ενδεχομένως δε, συνοδευόμενη από δηλώσεις μεγαλοθυμίας και φιλικών προθέσεων του Σουλτάνου (με την προϋπόθεση φυσικά της «συμμόρφωσης» μας) θα προσδώσει μια θετική εικόνα, σε εσωτερικά και εξωτερικά ακροατήρια.

Ταυτόχρονα θα αποτελέσει την αφορμή της επαναφοράς-στην Ελλάδα-των συζητήσεων για μια νέα εποχή στις ελληνοτουρκικές σχέσεις όπου ο ειλικρινής διάλογος θα μπορέσει να δώσει λύση στα προβλήματα, περιθωριοποιώντας όλους εκείνους που αγνοώντας την οικονομία, μιλούν για προσεκτική οικοδόμηση της αποτροπής. Όλα αυτά μέχρι την επόμενη κρίση!

Πηγή: «HUFFPOST»