Από τότε που ο άνθρωπος άρχισε να πλέει στις θάλασσες ο επιχειρησιακός χώρος του ναυτικού πολέμου ήταν οι περίκλειστες και ρηχές θάλασσες. Μόλις πριν από μερικούς αιώνες, μετά την εξερεύνηση των θαλασσών, ο επιχειρησιακός χώρος του ναυτικού πολέμου διευρύνθηκε και πλέον περιλαμβάνει το σύνολο του θαλάσσιου χώρου. Θα πρέπει να σημειωθεί ωστόσο ότι οι περίκλειστες και ρηχές θάλασσες παραμένουν ιδιαίτερα σημαντικές, όχι μόνο για στρατιωτικούς λόγους, αλλά και για πολιτικούς, οικονομικούς και επιστημονικούς λόγους.

ΕΙΔΙΚΟΥ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗ

Ιστορικά, αρκετές γνωστές και αποφασιστικές ναυμαχίες έχουν γίνει σε παράκτιο περιβάλλον ή σε στενωπούς και ρηχά νερά. Ένα καλό παράδειγμα είναι η Ναυμαχία της Σαλαμίνας το 480 π.Χ. όπου ο συνασπισμένος ελληνικός στόλος κατανίκησε τον κατά πολύ μεγαλύτερο περσικό στόλο. Άλλα παραδείγματα μπορούν να βρεθούν τον 17ο και στις αρχές του 18ου αιώνα, στη χρυσή εποχή της ναυσιπλοΐας. Οι Άγγλο-Ολλανδικοί Πόλεμοι, ο ανταγωνισμός για αποικίες στην Αμερική και της Ασία, ο Αμερικανικός Πόλεμος της Ανεξαρτησίας και οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι, αποτελούν σοβαρά παραδείγματα.

Η πλειοψηφία των ναυμαχιών του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου (Α’ ΠΠ) έγιναν κοντά η εντός παράκτιων υδάτων. Παραδείγματα αποτελούν οι ναυμαχίες στη Βόρεια Θάλασσα, τη Μάγχη, τη Μεσόγειο Θάλασσα και τη Μαύρη Θάλασσα. Ο έλεγχος των στενωπών και ιδιαίτερα των σημείων ελέγχου ήταν δεσπόζουσας σημασίας για την Αντάντ, αλλά και τις Κεντρικές Δυνάμεις.

Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (Β’ ΠΠ) το σύνολο σχεδόν των παράκτιων θαλασσών του κόσμου, στην Ευρώπη, την Καραϊβική και του Νότιου Ειρηνικού, ήταν το πεδίο μάχης αναρίθμητων συγκρούσεων, όχι μόνο ναυμαχιών, αλλά και αεροναυτικών επιχειρήσεων. Μετά την έκρηξη του Β’ ΠΠ οι διοικητές του Στρατού κατανόησαν τη σημασία του ελέγχου των παράκτιων θαλασσών για τις επιχειρήσεις στην ξηρά.

Όταν δημιουργήθηκε το NATO, το 1949, ένας από τους σημαντικότερους ρόλους του ήταν να λειτουργεί ως δύναμη αποτροπής έναντι κάθε επιθετικότητας. Στο πλαίσιο αυτού του ρόλου η επιτυχία του NATO αντανακλά στο γεγονός ότι σ’ ολόκληρο τον Ψυχρό Πόλεμο οι Νατοϊκές δυνάμεις δεν ενεπλάκησαν σε πόλεμο. Για το μεγαλύτερο μέρος του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα το NATO παρέμεινε έτοιμο, διατηρώντας τις ναυτικές του δυνάμεις σε διάταξη, σύμφωνα με την απειλή που αντιμετώπιζε. Επίσης το NATO διατηρούσε ναυτικές δυνάμεις ικανές για μάχη τόσο σε ανοιχτές όσο και σε κλειστές θάλασσες.

Περίκλειστες και ρηχές θάλασσες: Ένα ζωτικό σημείο διάδρασης

Με το να πούμε ότι το μελλοντικό περιβάλλον ασφαλείας γίνεται όλο και πιο σύνθετο δεν υποβαθμίζουμε το σύνθετο περιβάλλον ασφαλείας του παρελθόντος. Στην πράξη, απλά αποσαφηνίζουμε την επίδραση της παγκοσμιοποίησης, της διευρυμένης διασύνδεσης, της πολυπλοκότητας και της αβεβαιότητας των διεθνών σχέσεων σ’ έναν πολυπολικό και απαιτητικό κόσμο.

Το περιβάλλον ασφαλείας του σήμερα και του αύριο μπορεί να χαρακτηριστεί από πολλαπλές επιταχυνόμενες τάσεις. Συμπεριλαμβάνει μια πληθώρα πιθανών απειλών, αντιπάλων και παικτών με αποκλίνοντα κίνητρα. Στο ναυτικό επίπεδο, σχεδόν το 70% του πλανήτη είναι καλυμμένο από νερό, περίπου το 80% του παγκόσμιου πληθυσμού ζει εντός 500 χιλιομέτρων από την ακτή, το 90% του παγκόσμιου εμπορίου αγαθών γίνεται μέσω θαλασσίων οδών και το 75% αυτού του εμπορίου περνά από λίγα και ευάλωτα στενά. Συνεπώς το θαλάσσιο περιβάλλον περιλαμβάνει θαλάσσιες οδούς επικοινωνιών, σημεία ελέγχου, λιμένες και άλλες εγκαταστάσεις όπως αγωγούς, θαλάσσιες πλατφόρμες πετρελαίου και φυσικού αερίου και υποθαλάσσια καλώδια επικοινωνιών.

Όλα αυτά τα δεδομένα καθιστούν τις περίκλειστες και ρηχές θάλασσες μια προτεραιότητα, που συνδέει τις ανοιχτές θάλασσες με τις παράκτιες και την ξηρά. Οι λιμένες είναι κόμβοι του παγκόσμιου εμπορίου, όπου όλες οι δραστηριότητες του εμπορικού στόλου αρχίζουν και τελειώνουν. Ακόμα και το υπερπόντιο εμπόριο περνά μέσα από στενά.

Όπως έχουν τα πράγματα ιδιαίτερη αξία θα πρέπει να δοθεί στη ζωτική διάδραση των νομικών, διπλωματικών, οικονομικών, τεχνολογικών, κυβερνητικών και άλλων πεδίων ευθύνης. Όλα αυτά είναι που καθιστούν τις περίκλειστες και ρηχές θάλασσες μοναδικές.

Το σημερινό ναυτικό περιβάλλον αντιμετωπίζει μια σειρά προκλήσεων (εθνικών, τοπικών, περιφερειακών και παγκόσμιων), οι οποίες απαιτούν ολοκληρωμένη προσέγγιση και συλλογική προσπάθεια για την αντιμετώπιση τους. Η ασφάλεια των θαλασσών είναι ένα βασικό προαπαιτούμενο για την ομαλή λειτουργία της παγκόσμιας οικονομίας. Συνεπώς, η εξασφάλιση της θαλάσσιας ασφάλειας είναι μια μεγάλη πρόκληση με πολλές μεταβλητές, σε παγκόσμιο επίπεδο, από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς: (α) Διατήρηση της ελεύθερης ναυσιπλοΐας (β) Διευκόλυνση του εμπορίου (γ) Διατήρηση χρηστής διοίκησης στη θάλασσα.

Η στρατιωτική σημασία των κλειστών και παράκτιων θαλασσών

Η ναυτική ισχύς ορίζεται από την ικανότητα ενός παίκτη να αποκτά τον έλεγχο μιας θαλάσσιας περιοχής που τον ενδιαφέρει (επιφάνεια, βυθός, αέρας) και συνδέεται με την ελευθερία κινήσεων, την ικανότητα δράσης εντός αυτής της θαλάσσιας περιοχής και την ικανότητα άσκησης διπλωματικής, οικονομικής και στρατιωτικής επιρροής σε χρόνο με τόπο της επιλογής του. Η ναυτική ισχύς έχει εφαρμοστεί, παραδοσιακά και σε παγκόσμιο επίπεδο, για λόγους διασφάλισης της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας, ως βασικός παράγοντας οικονομικής ευημερίας και εθνικού πλούτου. Από την άλλη έχει χρησιμοποιηθεί για να διακόψει τις γραμμές επικοινωνιών του αντιπάλου. Υπό αυτή την έννοια οι ναυτικές δυνάμεις παρέχουν τις υπηρεσίες τους σ’ όλο το φάσμα των στρατιωτικών επιχειρήσεων, πρώτα σ’ ένα αρχικό στάδιο αποτροπής και/ή προετοιμασίας του πεδίου μάχης, στη συνέχεια για να διασφαλίσει πρόσβαση και να πετύχει θαλάσσιο έλεγχο και μετά να προβάλει ισχύ, συχνά σε συνεργασία με τις χερσαίες δυνάμεις, μέσω βομβαρδισμού, αμφίβιων ή διακλαδικών επιχειρήσεων. Τέλος, οι ναυτικές δυνάμεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να εξασφαλίσουν την ομαλή αποχώρηση φίλιων δυνάμεων.

Για να επιτύχει σε τέτοιες αποστολές μια ναυτική δύναμη θα πρέπει να μπορεί να επιχειρεί με επιτυχία σε περίκλειστες και ρηχές θάλασσες. Αυτή η ζώνη σύγκλισης της ανοιχτής θάλασσας και της ακτής διαφέρει σε έκταση, ανάλογα με το μέγεθος της ανοιχτής θάλασσας και/ή της ακτής. Τα όρια της εξαρτώνται από γεωγραφικούς και επιχειρησιακούς παράγοντες, ενώ τα πολιτικά και τα οικονομικά συμφέροντα θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη όταν ορίζουμε τη συγκεκριμένη παράκτια ζώνη.

Η περιοχή της περίκλειστης και ρηχής θάλασσας, ως τμήμα της παράκτιας ζώνης, δεν επεκτείνεται απαραίτητα τόσο μακριά ή τόσο κοντά στην ακτή όσο η παράκτια ζώνη, Ωστόσο περιβάλλοντα όπως είναι τα φιόρδ, τα δέλτα ποταμών, τα θαλάσσια ρεύματα και οι μεγάλες λίμνες/λιμνοθάλασσες, μπορούν να εκληφθούν ως παράκτιες περιοχές αν και μπορεί να εκτείνονται σε μεγάλες αποστάσεις μακριά από την ακτογραμμή.

Οι παράκτιες περιοχές, ιδιαίτερα οι περίκλειστες και ρηχές θάλασσες, έχουν περισσότερες φυσικές και γεωγραφικές προκλήσεις, τόσο για τους επιτιθέμενους όσο και για τους αμυνόμενους, σε σχέση τις ανοιχτές και βαθιές θάλασσες. Στις παράκτιες περιοχές, για παράδειγμα, αυξάνονται οι πιθανότητες αιφνιδιασμού και απόκρυψης. Τα αποτελέσματα της ωκεανογραφίας και μετεωρολογίας είναι πιο ιδιαίτερα στις περίκλειστες και ρηχές θάλασσες και περιπλέκουν τις επιχειρήσεις, σε σύγκριση με τις ανοιχτές θάλασσες. Το βάθος του νερού προφανώς περιορίζει όχι μόνο την κίνηση των πλοίων με μεγάλο βύθισμα, αλλά επηρεάζει και τη συνοχή του ίδιου του στοιχείου του νερού, όπως κάνει η θερμοκρασία, η αλμυρότητα, η φύση του βυθού, ο χαρακτήρας και η μορφή της ακτογραμμής. Όλοι αυτοί οι παράγοντες επηρεάζουν, για παράδειγμα, τις επιδόσεις των υποθαλάσσιων αισθητήρων. Ομοίως, η θερμοκρασία του αέρα, η ταχύτητα του ανέμου, η υγρασία, οι νεφώσεις και η ομίχλη επηρεάζουν τις επιδόσεις των ραντάρ, των υπέρυθρων αισθητήρων και των επικοινωνιών, ενώ η αχλύ και οι άλλες μορφές οπτικών διαστρεβλώσεων επηρεάζουν τις επιδόσεις των οπτικών συσκευών. Επιπλέον, τα ραντάρ μπορεί να επηρεαστούν από κοντινούς ορεινούς όγκους. Όλοι αυτοί οι παράγοντες επηρεάζουν σημαντικά τα στρατιωτικά μέσα, τόσο σε επίπεδο ανάπτυξης όσο και σε επίπεδο επιδόσεων. Συμπερασματικά, καμία άλλη θαλάσσια περιοχή δεν επηρεάζεται τόσο πολύ από περιβαλλοντολογικά στοιχεία όσο οι περίκλειστες και ρηχές θάλασσες.

Οι περίκλειστες και ρηχές θάλασσες προκαλούν τους στρατιωτικούς και τις επιχειρήσεις με ένα πολυμορφικό και πολύπλοκο περιβάλλον. Το αυξημένο ρίσκο θα πρέπει να αξιολογηθεί λεπτομερώς και να αντιμετωπιστεί το συντομότερο δυνατό και με αποτελεσματικό τρόπο διότι ο χώρος ελιγμών είναι περιορισμένος και ο διαθέσιμος χρόνος αντίδρασης είναι μικρός. Στις περίκλειστες και ρηχές θάλασσες οι ναυτικές δυνάμεις είναι εξαιρετικά ευάλωτες σε διαφορετικές, συμβατικές και μη συμβατικές, απειλές οι οποίες εμφανίζονται ταυτόχρονα ή διαδοχικά με μικρούς ενδιάμεσους χρόνους. Ειδικότερα, υβριδικές απειλές οι οποίες προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τις τρωτότητες της θάλασσας, μέσω μιας ποικιλίας ασύμμετρων προσεγγίσεων (όπως αυτοσχέδιοι εκρηκτικοί μηχανισμοί και επιθέσεις αυτοκτονίας) αποτελούν θανάσιμο κίνδυνο για τις ναυτικές δυνάμεις, ανεξάρτητα αν είναι κρατικοί ή μη κρατικοί παράγοντες. Επιπλέον, οι κυβερνοεπιθέσεις είναι αναμφισβήτητα εξαιρετικά κρίσιμες στις περίκλειστες και ρηχές θάλασσες, καθώς μπορούν να παρεμβάλουν συσκευές πλοήγησης ή συστήματα καθοδήγησης όπλων, καθώς και συστήματα επιτήρησης και επικοινωνιών. Είναι περισσότερο από προφανές ότι η ικανότητα ενός ναυτικού να επιχειρεί σε περίκλειστες και ρηχές θάλασσες, υπό καθεστώς απροσδιόριστης πίεσης, ενώ ταυτόχρονα να διατηρεί ικανότητα ορθής και γρήγορης αξιολόγησης της απειλής είναι μια ιδιαίτερη πρόκληση.

Επιπλέον, οι ικανότητες άρνησης πρόσβασης/απαγόρευσης περιοχής (A2/AD), θα πρέπει να αντιμετωπιστούν. Οι ικανότητες αυτές στοχεύουν, κυρίως, στην αύξηση του βαθμού των απωλειών, την διεύρυνση της ναυτικής ζώνης επιρροής και στην αύξηση του ρίσκου των ναυτικών δυνάμεων που επιχειρούν σε περίκλειστες και ρηχές θάλασσες. Η ένταση των πολυδιάστατων απειλών εγείρει δομικά ερωτήματα σχετικά με την επιβιωσιμότητα και την αναγκαιότητα των ναυτικών δυνάμεων να επιχειρούν σ’ αυτό το συμφορημένο περιβάλλον. Βασικά, έχοντας πρόσβαση στις τεχνολογίες και τα ανάλογα μέσα που διαθέτουν τα μέλη του NATO, η Συμμαχία θα πρέπει να θεωρήσει ότι ο αντίπαλος μπορεί να εκτελέσει επιχειρήσεις A2/AD άρα να αποτελεί μια σημαντική απειλή σε περίκλειστες και ρηχές θάλασσες. Η πληροφορική, τα πυρομαχικά ακριβείας, η τεχνολογία stealth, τα μη επανδρωμένα συστήματα, τα βλήματα cruise και οι δορυφόροι είναι ορισμένα από τα ήδη διαθέσιμα μέσα και τεχνολογίες. Επιπλέον η πρόθεση των αμυντικών βιομηχανιών να μοιραστούν τεχνολογίες, η τάση μείωσης του κόστους με τη χρήση εμπορικών συστημάτων και η αυξημένη τάση πρόσβασης στη διεθνή αγορά οπλικών συστημάτων συνεισφέρει στη διάδοση αυτών των συστημάτων.

Η αναπόφευκτη παρουσία του ανθρώπου προσθέτει επιπλέον προκλήσεις σ’ αυτή την πολυπλοκότητα. Το πλήθος που βιοπορίζεται ή διαμένει σε παράκτιες θαλάσσιες οδούς είναι πολλαπλάσιο απ’ αυτό που ζει σε ανοιχτές θάλασσες. Αυτή η επίδραση γίνεται πιο σημαντική αν σκεφτούμε ότι οι μεγαλουπόλεις του κόσμου βρίσκονται επί ή κοντά στην ακτή. Συνεπώς, οι επιχειρήσεις σε περίκλειστες και ρηχές θάλασσες ενέχουν και στοιχεία επιχειρήσεων σε αστικό περιβάλλον. Η υπόθεση ότι οι περισσότεροι πολίτες θα φύγουν από την περιοχή ή θα την αποφύγουν όταν μεταμορφωθεί σε πεδίο μάχης μπορεί να αποδειχθεί λανθασμένη. Οι άνθρωποι, σε πολλά μέρη του κόσμου, εξαρτώνται από τη χρήση των παράκτιων θαλασσών και συνεπώς θα αναλάβουν το ρίσκο, που για άλλους είναι παράλογο. Εκτός και αν μια περιοχή γίνει πεδίο σφοδρών επιχειρήσεων, το εμπόριο και το ψάρεμα θα συνεχιστούν, διότι οτιδήποτε άλλο θα είχε σοβαρές επιπτώσεις σ’ όσους ζουν απ’ αυτές τις δραστηριότητες.

Στην κρίση και τη σύγκρουση η παρουσία ουδέτερων και/ή αμέτοχων ατόμων δεν είναι μόνο μια πρόκληση αποφυγής παράπλευρων απωλειών, αλλά μπορεί να χρησιμοποιούνται εσκεμμένα για να καλύψουν τις προθέσεις του αντιπάλου και να εμποδίσουν την επίγνωση της τακτικής κατάστασης ή να χρησιμοποιηθούν ως ανθρώπινες ασπίδες. Το αναμενόμενο λοιπόν θα πρέπει να είναι ότι η θαλάσσια δραστηριότητα θα παραμείνει σε φυσιολογικά ή κοντά σε φυσιολογικά επίπεδα, παρά τους κινδύνους. Η αναγνώριση στόχων ενδιαφέροντος εντός φυσιολογικής θαλάσσιας δραστηριότητας μπορεί, σε πολλές περιπτώσεις, να επιτευχθεί μέσω της προσέγγισης, της ανάκρισης και, συχνά, μέσω της επιβίβασης επί ύποπτων σκαφών.

Το επιχειρησιακό περιβάλλον των περίκλειστων και ρηχών θαλασσών περιλαμβάνει τη θάλασσα, τον αέρα, την ξηρά, το διάστημα, τον κυβερνοχώρο και τον τομέα της πληροφορικής. Υπό αυτό το πλαίσιο, όλα τα παραπάνω σχετίζονται με φίλια, εχθρικά και ουδέτερα συστήματα (πολιτικά, στρατιωτικά, οικονομικά, κοινωνικά, πληροφορικής, υποδομές, νομικά κ.ά.). Η κατανόηση αυτού του σύνθετου περιβάλλοντος απαιτεί μια ευρύτερη αντίληψη, πέραν της απλής γνώσης των στρατιωτικών ικανοτήτων και δυνατοτήτων του αντιπάλου. Οι ειδικές απαιτήσεις και οι συγκεκριμένοι τύποι επιχειρήσεων, σε περίκλειστες και ρηχές θάλασσες, απαιτούν μια εμπεριστατωμένη κατανόηση των συστημάτων αυτών και των δυνατοτήτων τους, που είναι σχετικά με την επιτυχημένη εκτέλεση αποστολών σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον.

Επιπλέον, οι περίκλειστες και ρηχές θάλασσες θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως παρακείμενες, στις ανοιχτές θάλασσες,  θαλάσσιες περιοχές και ένα σημαντικό μέρος της περιοχής επιχειρήσεων (για παράδειγμα, για αμφίβιες ή επιχειρήσεων ενίσχυσης). Υπό αυτή την έννοια, επιτυγχάνοντας τοπικό θαλάσσιο, έλεγχο σε περίκλειστες και ρηχές θάλασσες, μπορούμε να πετύχουμε ομαλή και πιθανά ανεμπόδιστη κίνηση ναυτικών δυνάμεων από και προς τις ανοιχτές θάλασσες. Οι περίκλειστες και ρηχές θάλασσες θα πρέπει να εκλαμβάνονται και σε σχέση με την παρακείμενη ξηρά, η οποία επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τη δράση στη θάλασσα (για παράδειγμα, χρήση οπλικών συστημάτων και αισθητήρων από την ξηρά, επιχειρήσεις υποστήριξη κ.ά.). Έχοντας όλα αυτά υπόψη οι περίκλειστες και ρηχές θάλασσες είναι περιοχές ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για τις στρατιωτικές περιοχές. Περιττό να πούμε ότι οι επιχειρήσεις σε περίκλειστες και ρηχές θάλασσες είναι ιδιαίτερα απαιτητικές για τους αμυντικούς σχεδιαστές και τους διοικητές, κάτι που μπορεί να συνοψιστεί στην φράση: «σκέψου ευρέως σε περιορισμένο χώρο».