Το συγκεκριμένο άρθρο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα «War on the Rocks», με τον τίτλο «Lessons for the Navys new frigate from the Littoral Combat Ship» και συντάκτη τον Thibaut Delloue. Ο Thibaut Delloue υπηρέτησε για μια πενταετία ως αξιωματικός πολέμου επιφανείας στο Αμερικανικό Ναυτικό. Ήταν Αξιωματικός Επικοινωνιών στο πλοίο USS «Carney» κλάσης Arleigh Burke και Αξιωματικός Προήγησης στο πλοίο USS «Coronado» τύπου Littoral Combat Ship. Τελείωσε την ενεργή του υπηρεσία το 2020 και συνεχίζει να υπηρετεί στην Εφεδρεία Ναυτικού με το βαθμό του Ανθυποπλοίαρχου. Η μετάφραση του κείμενου έγινε από τη συντακτική ομάδα του «DEFENCEREVIEW.GR»

ΣΗΜΕΙΩΣΗ του «War on the Rocks»: Οι απόψεις που διατυπώνει είναι προσωπικές και δεν εκπροσωπούν το Αμερικανικό Ναυτικό, το Υπουργείο Άμυνας ή άλλη αρχή της Αμερικανικής κυβέρνησης.

Από τη στιγμή της ένταξη τους, σχεδόν μια δεκαετία πριν, τα Littoral Combat Ships (LCS) έχουν αντιμετωπίσει υπερβάσεις κόστους, συχνές βλάβες και συνεχείς εναλλαγές στις συλλογές αποστολής. Ως πρώην αξιωματικός στο USS «Coronado», το δεύτερο LCS κλάσης «Independence», βίωσα από πρώτο χέρι πώς αυτά τα κακοσχεδιασμένα σκάφη επηρέασαν τους ναυτικούς. Πρόσφατα, το Ναυτικό επέλεξε μια παραλλαγή της ιταλικής φρεγάτας πολλαπλού ρόλου FREMM για να αναζωογονήσει το στόλο των πλοίων επιφανείας, κάτι που, δεδομένου ότι το πλοίο ήδη χρησιμοποιείται από νατοϊκές ναυτικές δυνάμεις, είναι ένα πολλά υποσχόμενο σημάδι. Ωστόσο, καθώς ξεκινά η κατασκευή της νεότερης κλάσης πολεμικών πλοίων και καθώς το Ναυτικό συνεχίζει να διαμορφώνει τις δομές εκπαίδευσης και οροφής πληρωμάτων, θα πρέπει να καταγράψει τα διδάγματα που αντλήθηκαν από την χρήση των LCS.

Κατά τη διάρκεια της σχεδόν τριετούς θητείας μου στο πρόγραμμα, άκουσα μια σειρά υποτιμητικών υποκατάστατων για το ακρωνύμιο LCS. Τα «Let’s Change Something» και «Little Circus Show» ήταν κοινά και μεταξύ των πιο ευγενικών σχολίων. Πράγματι, το πρόγραμμα έχει απορριφθεί, σε μεγάλο βαθμό, από ειδικούς και ναυτικούς, ως μια αποτυχία $ 30 δισεκατομμυρίων. Ως Αξιωματικός Πλοήγησης του USS «Coronado», από το 2018 έως το 2020, πέρασα μεγάλο μέρος του χρόνου μου αντιμετωπίζοντας τα πολλά προβλήματα του πλοίου. Σε μια περίπτωση η πρόωση του σκάφους χάθηκε ολοκληρωτικά ενώ ήμασταν καταμεσής του κόλπου του Σαν Ντιέγκο και σωθήκαμε χάρις σε αγκυροβόλιο έκτακτης ανάγκης. Το «Coronado», μαζί με τα άλλα τρία πρώτα LCS, έχουν αποδειχθεί τόσο καταστροφικά που το Αμερικανικό Ναυτικό ανακοίνωσε τον πρόωρο παροπλισμό τους το ερχόμενο έτος.

Πώς όμως το Ναυτικό θα εξιλεωθεί με τις νέες FFG(X), οι οποίες επιδιώκουν να καλύψουν το κενό σε πλοία επιφανείας που άφησαν τα LCS? Επιλέγοντας την ιταλική FREMM, το Ναυτικό έχει ήδη κάνει ένα θετικό βήμα. Τα LCS είχαν αρχικά σχεδιαστεί ως μέρος μιας ριζοσπαστικής αντίληψης επιχειρήσεων: Γρήγορα και προσαρμόσιμα πλοία που θα μπορούσαν να επιχειρούν σε παράκτια περιβάλλοντα και να καλύπτουν μια σειρά αποστολών από ναρκοπόλεμο μέχρι τον ανθυποβρυχιακό πόλεμο. Εν συντομία, ήταν πολεμικά πλοία σχεδιασμένα να αντιμετωπίζουν τις ασύμμετρες απειλές του 21ου αιώνα. Ωστόσο, οι προσαρμόσιμες μονάδες (Modules) θεωρήθηκαν μη-πρακτικές και τα πλοία παραδόθηκαν με λίγα όπλα και χωρίς δυνατότητες ανίχνευσης ναρκών ή υποβρυχίων. Επιπλέον, τα LCS κλάσης «Independence» σχεδιάστηκαν όπως τα συμβατικά ταχέα επιβατικά πλοία (Fast Ferry), από αλουμίνιο, με σύστημα πρόωσης water jet και βλήματα υπό επιλογή. Για να υπερασπιστεί τον εαυτό του, το «Coronado» έπρεπε να δεχθεί, εκ των υστέρων, βλήματα Harpoon. Αυτές ήταν αμφίβολες επιλογές, για πολεμικά πλοία που είχαν αποστολή να διασχίσουν τον Ειρηνικό Ωκεανό και να πολεμήσουν ως ανεξάρτητες μονάδες στη θάλασσα.

Αντίθετα, οι FFG(X) θα είναι μια παραλλαγή φρεγατών που ήδη χρησιμοποιούνται από το Γαλλικό και Ιταλικό Ναυτικό, με χαρακτηριστικά εγγύτερα στα Arleigh Burke αντί ενός πειραματικού πολεμικού πλοίου: Θα έχουν ατσάλινο σκάφος, παραδοσιακού τύπου προπέλες και διαθέσιμα, εν υπηρεσία όπλα και αισθητήρες όπως είναι το ραντάρ SPY-6 και το σύστημα κάθετης εκτόξευσης. Επιπλέον, το Ναυτικό έχει προγραμματίσει ένα πιο αργό πρόγραμμα ναυπήγησης σε σχέση με τα LCS. Ο Αναπληρωτής Βοηθός Γραμματέα του Αμερικανικού Ναυτικού, για τον προϋπολογισμό, Ναύαρχος Randy Crites, δήλωσε πρόσφατα ότι το πρόγραμμα επιδίωκε να αποφύγει «την επανάληψη ορισμένων από τα μαθήματα του LCS όπου πήγαμε πολύ γρήγορα» και ότι στόχος είναι η ναυπήγηση μόνο οκτώ φρεγατών μέχρι το 2026 που θα παραδοθεί το πρώτο πλοίο.

Ωστόσο, όπως καταδεικνύει έκθεση της Υπηρεσίας Μελετών του Κογκρέσου (CRS : Congress Research Service), το Ναυτικό μπορεί να υποτιμά το κόστος της νέας φρεγάτας παρά τον πιο παραδοσιακό σχεδιασμό. Η FFG(X), με βάση την επιλεγμένη σχεδίαση, θα έχει εκτόπισμα 7.400 τόνους, που είναι περίπου στο 76% των νεότερων εκδόσεων των Arleigh Burke, ενώ θα έχουν σχεδόν το ίδιο μήκος και πλάτος. Το Αμερικανικό Ναυτικό έχει προβλέψει το κόστος του τρίτου και των επόμενων πλοίων του προγράμματος FFG(X) στα $ 940 εκατομμύρια περίπου, που είναι το 49% του κόστους ενός Arleigh Burke. Πώς μπορεί ένα πλοίο που έχει τα τρία τέταρτα (3/4) του μέγεθος ενός αντιτορπιλικού, όπως επισημαίνει η έκθεση, να έχει πολλά ίδια όπλα και τα συστήματα με τα Arleigh Burke, αλλά να κοστίσει το μισό? Πράγματι, δεδομένου του πρόσφατου ιστορικού του Αμερικανικού Ναυτικού στην κατασκευή νέων πλοίων (σκεφτείτε τα πλοία Zumwalt και τα αεροπλανοφόρα Ford), ίσως αξίζει να αναρωτηθούμε εάν το Ναυτικό μπορεί να αποκτήσει όλα όσα θέλει από τις FFG(X) σ’ αυτή την τιμή.

Μεταξύ των διαφόρων μέτρων μείωσης του κόστους του προγράμματος, τα LCS προορίζονταν εξ αρχής να επανδρώνονται από τον ελάχιστο αριθμό πληρώματος. Το πλήρωμα των 70 ναυτικών του «Coronado», που ήταν ίδιο με τα άλλα LCS, μετά βίας μπόρεσε να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις-προδιαγραφές του Ναυτικού κατά την πλεύση και αγωνιούσε να διατηρήσει τις αναγκαίες ομάδες ασφαλείας ενώ το πλοίο ήταν σε λιμάνι. Έμαθα ότι η αρχή του ελάχιστου πληρώματος είχε σχεδιαστεί υπό την προϋπόθεση ότι όλα τα συστήματά του πλοίου θα ήταν σε άριστη κατάσταση λειτουργίας, αλλά αυτό δυστυχώς αποδείχθηκε ανεπαρκές όταν ο εξοπλισμός αστοχούσε, κάτι που συνέβαινε συχνά. Για παράδειγμα, ολόκληρο το τμήμα μηχανικών του «Coronado» είχε τόσο πλήρωμα όσο είχε ένα μόνο τμήμα των τεχνικών αεριοστροβίλων όταν υπηρετούσα στο USS «Carney», παρόλο που τα τμήματα μηχανικών και των δύο πλοίων ήταν συγκρίσιμα σε μέγεθος και πολυπλοκότητα.

Το Ναυτικό είχε σκοπό να συμπληρώσει αυτά τα μειωμένα πληρώματα από μια ισχυρή δομή στην ακτή, η οποία θα ήταν υπεύθυνη για πολλές από τις απαιτήσεις συντήρησης, εκπαίδευσης και διοικητικής μέριμνας του πλοίου. Αυτό δεν συνέβη. Κατά τη διάρκεια της θητείας μου, η Μοίρα μας εναπόθεσε αυτές τις απαιτήσεις στα πληρώματα και οι ναυτικοί στο «Coronado» κατέληξαν να έχουν τις ίδιες ευθύνες και να υποβάλλονται στις ίδιες επιθεωρήσεις με τους ομολόγους τους σε αντιτορπιλικά. Η δημιουργία και εφαρμογή ξεχωριστών οδηγιών και προτύπων διαδικασιών για όλα όσα σχετίζονται με τα LCS αποδείχθηκε ανέφικτο για το Ναυτικό.

Σύμφωνα με την ίδια έκθεση του Κογκρέσου για τις FFG(X), το Ναυτικό έχει απαίτηση για ένα πλήρωμα 200 ατόμων. Αυτός είναι σίγουρα ένας πιο ρεαλιστικός αριθμός από το πενιχρό-βασικό πλήρωμα 50 ναυτικών που είχε αρχικά καταγραφεί για τα LCS. Ωστόσο, μπορεί να αποδειχθεί ανεπαρκές δεδομένου του συγκρίσιμου μεγέθους και των συστημάτων των FFG(X) με τα Arleigh Burke, τα οποία έχουν επάνδρωση 300 ατόμων περίπου. Το Ναυτικό πρέπει να θυμάται ότι ένα πλοίο για να είναι επιχειρησιακά αυτόνομο θα πρέπει να έχει πλήρωμα με εμπειρία και δεξιότητες, όχι μόνο για τη λειτουργία του πλοίου, αλλά και για να το επιδιορθώνει στη θάλασσα. Επιπλέον, θα πρέπει να έχει αρκετούς ναυτικούς για να ακολουθεί προσεκτικά τις προβλεπόμενες απαιτήσεις ανάπαυσης. Οι εκθέσεις του Ναυτικού για τις συγκρούσεις των USS «Fitzgerald» και USS «John S. McCain» το 2017 κατέστησαν σαφές ότι η κόπωση μπορεί να έχει θανατηφόρες συνέπειες στη θάλασσα.

Τέλος, το πρόγραμμα FFG(X) μπορεί να μάθει από τις αποτυχίες και τις επιτυχίες του εξειδικευμένου εκπαιδευτικού μοντέλου του LCS. Ο αρχικός σχεδιασμός, που ονομάστηκε «Train to Qualify», ήταν ιδιαίτερα ελπιδοφόρος όταν έφτασα στο Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνια το φθινόπωρο του 2017. Πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους τα πληρώματα υπηρετούσαν σε μια εκπαιδευτική Μοίρα για πάνω από ένα έτος, κατά τη διάρκεια του οποίου τα μαθήματα προγραμματίστηκαν τυχαία και διδάσκονταν από μη ειδικούς. Το πρόγραμμα χλευάσθηκε στην κοινότητα των υπηρετούντων στα LCS ως κάτι περισσότερο από παρατεταμένες διακοπές και μόλις τα πληρώματα αναλάμβαναν τα καθήκοντα τους στα πλοία και ολοκλήρωναν τις προβλεπόμενες πιστοποιήσεις η εκπαίδευση τους αποδείχθηκε αναποτελεσματική. Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα έχει μεταρρυθμιστεί από τότε που έφυγα, το 2018, αλλά το πρόγραμμα FFG(X) δεν θα πρέπει να επαναλάβει τις χαοτικές και άσκοπες πρώτες μέρες των LCS.

Αντίθετα, το LCS πρωτοστάτησε σε ένα υποδειγματικό εκπαιδευτικό σύστημα για αξιωματικούς πολέμου επιφανείας, των οποίου η φήμη δοκιμάστηκε μετά τις συγκρούσεις των «Fitzgerald» και «John S. McCain». Πριν αναλάβουν τα καθήκοντα τους οι αξιωματικοί παρακολούθησαν για εβδομάδες μια εξειδικευμένη εκπαίδευση για την φρουρά στη γέφυρα και τη μοναδική πρόωση water jet των πλοίων. Στην εκπαίδευση, την οποία παρακολούθησα πριν τοποθετηθώ στο «Coronado», διδάχθηκα κυρίως από έμπειρους ναυτικούς της εμπορικής ναυτιλίας και ήταν η πιο απαιτητική εκπαίδευση που έλαβα κατά τη διάρκεια των πέντε χρόνων μου ως αξιωματικός του Ναυτικού. Ο Διευθυντής Πολέμου Επιφανείας για τον Αρχηγό των Ναυτικών Επιχειρήσεων, ναύαρχος Ron Boxall, σχολίασε ότι το πρόγραμμα FFG(X) θα επιδιώξει αυτό το εξειδικευμένο μοντέλο εκπαίδευσης. Εξήρε την «ποιότητα της εκπαίδευσης» μεταξύ των αξιωματικών των πολεμικών πλοίων και απέδωσε την επιτυχία τους στον επιπλέον χρόνο που αφιερώθηκε σε προσομοιωτές πλοήγησης. Ολοκληρώνοντας τη σχεδίαση των FFG(X), το Ναυτικό θα πρέπει ταυτόχρονα να αναπτύξει ένα ισχυρό πρόγραμμα εκπαίδευσης για τους αξιωματικούς που θα εκτελούν υπηρεσία στη γέφυρα.

Σχεδόν 12 χρόνια μετά την ένταξη του πρώτου LCS, το Ναυτικό έχει λάβει σκληρά μαθήματα σχετικά για τη δημιουργία ενός νέου, μικρού πλοίου επιφάνειας. Εκείνη την εποχή, το επίκεντρό είχε μετατοπιστεί ξανά στον ανταγωνισμό μεγάλης ισχύος μεταξύ των θαλάσσιων κρατών. Αυτή η ανάγκη απαιτεί επιστροφή σε πιο ισχυρές δυνατότητες μάχης που δεν μπορούσαν να προσφέρουν τα LCS. Το Ναυτικό θα πρέπει να εξετάσει όλες τις πτυχές του προγράμματος LCS, από την εκπαίδευση και την οργανωτική δομή έως τον ίδιο τον σχεδιασμό των πλοίων και να εφαρμόσει αυτά τα μαθήματα στην κατασκευή των FFG(X). Έχει ήδη κάνει ενθαρρυντικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση και πρέπει τώρα να τοποθετήσει τα πληρώματα των νέων φρεγατών στην πρώτη γραμμή.