Η ανανέωση του στόλου των κύριων μονάδων κρούσης του ΠΝ πρώτα στα πλαίσια του προγράμματος πρόσκτησης νέας φρεγάτας και ακολούθως με τη διαδικασία επιλογής της νέας κορβέτας, φέρνει στο προσκήνιο τη συζήτηση για τους αντιαεροπορικούς πυραύλους μέσου βεληνεκούς που δύναται να φέρει κάθε σχεδίαση καθώς και τις δυνατότητες τους. Στο παρόν άρθρο θα κάνουμε μία συγκριτική ανάλυση και παρουσίαση των βλημάτων ESSM Block II, VL MICA NG και CAMM/CAMM ER καθώς και των επιμέρους τεχνικών και επιχειρησιακών δυνατοτήτων τους.

Αρχικά στο σημείο αυτό θεωρούμε σκόπιμο να διευκρινίσουμε ορισμένες κρίσιμες τεχνικές πληροφορίες που συχνά γράφεται ως προς τις κατηγορίες καθοδήγησης των πυραύλων.

Συστήματα Καθοδήγησης Πυραύλων

Τα συστήματα ή οι κατηγορίες καθοδήγησης βασίζονται σε ηλεκτρομαγνητικές ακτινοβολίες για τη παροχή των πληροφοριών καθοδήγησης. Η συσκευή υποδοχής είναι συνήθως μια μικρή κεραία που βρίσκεται μέσα στη μύτη του βλήματος. Ανιχνεύει κάποιο είδος διακριτικού χαρακτηριστικού ή ακτινοβολίας που εκπέμπεται ή ανακλάται από τον στόχο. Αυτές οι πληροφορίες μετατρέπονται σε χρησιμοποιήσιμα δεδομένα και δίνουν εντολή στα συστήματα ελέγχου πυρός. Τρεις τύποι συστημάτων καθοδήγησης χρησιμοποιούνται από αντιαεροπορικούς πυραύλους ενεργούς, ημιενεργούς και παθητικούς.

Ενεργή Καθοδήγηση

Στην ενεργή καθοδήγηση (όψη Α της σχ. 3), το βλήμα φέρει έναν πομπό και έναν δέκτη. Ο πομπός στέλνει σήματα ραντάρ προς τη γενική κατεύθυνση του στόχου. Αυτά τα σήματα χτυπούν τον στόχο και αντανακλώνται ή αναπηδούν πίσω στον πύραυλο. Αυτές οι «ηχώ» επιστροφής συλλέγονται από την κεραία δέκτη του βλήματος και τροφοδοτούνται στον υπολογιστή καθοδήγησης. Ο υπολογιστής του βλήματος δημιουργεί διορθώσεις διεύθυνσης για το σύστημα ελέγχου. Η ενεργή καθοδήγηση δεν απαιτεί καταύγαση από το ραντάρ πλοίων. Ο πύραυλος κατευθύνεται προς τον στόχο εντελώς μόνος του μετά την εκτόξευση.

Ημιενεργή Καθοδήγηση

Στην ημιενεργή καθοδήγηση (όψη Β της εικ. 3), το βλήμα περιέχει μόνο έναν δέκτη (αναφέρεται ως κεφαλή αναζήτησης ή κεραία σήματος). Το ραντάρ ελέγχου πυρός των πλοίων χρησιμεύει ως πηγή μετάδοσης και κατευθύνει την ενέργεια του ραντάρ για να φωτίσει τον στόχο. Όπως και στην ενεργή καθοδήγηση, μέρος αυτής της ενέργειας αντανακλάται ή αναπηδά από τον στόχο. Ο δέκτης του πυραύλου συλλαμβάνει την ανακλώμενη ενέργεια και τη χρησιμοποιεί για να παράγει τις δικές του εντολές διεύθυνσης.

Παθητικής Καθοδήγηση

Η μέθοδος παθητικής (όψη C της εικ. 3) εξαρτάται από τον εντοπισμό από τον πύραυλο κάποιας μορφής ενέργειας που εκπέμπεται από τον στόχο. Μια κεραία δέκτη μέσα στο βλήμα λαμβάνει αυτό το «σήμα» και υπολογίζει όλες τις απαραίτητες παραμέτρους καθοδήγησης. Γίνονται διορθώσεις στο τιμόνι και ο πύραυλος βρίσκεται στον στόχο. Η παθητική καθοδήγηση, όπως και η ενεργητική καθοδήγηση, είναι εντελώς ανεξάρτητη από το πλοίο εκτόξευσης. Η παθητική επιστροφή κανονικά δεν χρησιμοποιείται για την καθοδήγηση του πυραύλου σε όλη τη διαδρομή (από την εκτόξευση έως την αναχαίτιση). Ωστόσο, είναι καλά προσαρμοσμένο για να λειτουργεί ως δευτερεύον ή εφεδρικό σύστημα καθοδήγησης. Σε περίπτωση που ο εχθρός αντιληφθεί κάποιο ραντάρ

RIM-162 ESSM Block II (Evolved Sea Sparrow Missile)

Η εξέλιξη του αεροπορικού όπλου τη δεκαετία του 1960 με την εμφάνιση των αεριοθούμενων μαχητικών καθώς και η εμφάνιση των αντιπλοϊκών πυραύλων με δυνατότητα πτήσης μερικά μέτρα πάνω από τη θάλασσα δημιούργησε την ανάγκη για την ανάπτυξη ενός οπλικού συστήματος ικανού στην αντιμετώπιση των παραπάνω απειλών με το όνομα PDMS (Point Defense Missile System / Πυραυλικό Σύστημα Άμνυνας Σημείου). Η λύση ήταν η υιοθέτηση του πολύ γνωστού πυραύλου Α/Α μέσης ακτίνας και ημιενεργού καθοδήγησης ΑΙΜ-7 που έφεραν όλα τα αμερικάνικης κατασκευής μαχητικά αεροσκάφη της δεκαετίας 70’-80’.

Ο Sparrow είναι ένας υπερηχητικός πύραυλος μεσαίου βεληνεκούς, εναέριας αναχαίτισης, ο οποίος καθοδηγήται με την ενέργεια των ραδιοσυχνοτήτων. Ο πύραυλος επεξεργάζεται τα σήματα ραντάρ που λαμβάνονται απευθείας από το ραντάρ της πλατφόρμας εκτόξευσης μέσω του οπίσθιου δέκτη σημάτων του και επίσης επεξεργάζεται την ενέργεια ραδιοσυχνοτήτων που ανακλάται από τον στόχο που λαμβάνει ο δικός του εσωτερικός δέκτης ραντάρ (μπροστινό σήμα). Ο Sparrow ελέγχεται κατά την πτήση από τέσσερα κινητά φτερά πλατφόρμας τύπου δέλτα. Η ευστάθεια του πυραύλου παρέχεται από τέσσερα σταθερά πτερύγια τύπου δέλτα που βρίσκονται στην ευθεία με τα εμπρός φτερά. Η πρόωση του πυραύλου παρέχεται από έναν πυραυλοκινητήρα διπλής ώθησης, στερεού προωθητικού. Ένας ενεργός πυροσωλήνας ραδιοσυχνοτήτων πυροδοτεί την κεφαλή όταν ο πύραυλος βρίσκεται εντός του θανατηφόρου βεληνεκούς του στόχου. Για να αυξηθεί η απόδοση είτε σε εφαρμογές αέρος-αέρος ή επιφανείας-αέρος, ο Sparrow περιέχει κυκλώματα μεταγωγής που προγραμματίζουν αυτόματα τη λειτουργία του πυραύλου για βέλτιστη απόδοση στο κατάλληλο περιβάλλον.

Στην έκδοση Μ που υιοθετήθηκε το 1983 είχε σημαντικές βελτιώσεις σε σχέση με τους προκατόχους του. Αυτή η έκδοση ερχόταν με νέο μοντέλο κινητήρα, νέα θραυσματική γόμωση, νέο επεξεργαστή βλήματος (MBC), αλλά οι σημαντικότερες προσθήκες ήταν το νέο μονοπαλμικό ραντάρ έρευνας και το σύστημα JVC (Jet Vane Control) το οποίο έδινε τη δυνατότητα για κάθετη εκτόξευση. Κατά την εκτόξευση, ένας μικρός κινητήρας στο JVC προωθεί τον πύραυλο πάνω από το πλοίο φορέα και στη συνέχεια χρησιμοποιεί πτερύγια τοποθετημένα στη δική του εξάτμιση για να σπρώξει γρήγορα το βλήμα στη σωστή ευθυγράμμιση με τον στόχο, ο οποίος τροφοδοτείται στο JVC κατά την εκτόξευση. Μετά την επιτυχή εκτόξευση το σύστημα JVC απορρίπτεται από τον πύραυλο.

Η τελευταία έκδοση του πυραύλου πρίν την έλευση του RIM-162 ήταν ο RIM-7P. Σε αυτή την έκδοση ο RIM-7P κράτησε το σύστημα JVC του μοντέλου –Μ που του έδεινε την δυνατότητα εκτόξευσης από κάθετους εκτοξευτές VLS αλλά το σύστημα κατεύθυνσης αντικαταστάθηκε από νεότερο που του έδεινε τη δυνατότητα για ενδιάμεση καθοδήγηση κατά τη διάρκεια της πτήσης μέσω ενός uplink στον αυτόματο πιλότο του βλήματος. Αυτό έδινε τη δυνατότητα στο πλοίο φορέα για διακεκομένη καταύγαση στόχου με ταυτόχρονη ενήμερωση του βλήματος για τα δεδομένα του στόχου.

Τη δεκαετία του 90’ Η Raytheon πρότεινε ένα πολύ πιο εκτεταμένο σύνολο αναβαθμίσεων στον Sea Sparrow, τον RIM-7R Evolved Sea Sparrow Missile (ESSM). Οι αλλαγές ήταν τόσο εκτεταμένες που η νέα έκδοση μετονομάστηκε σε RIM-162 ESSM. Στο πρόγραμμα αυτό εκτός των ΗΠΑ συμμετείχαν άλλα εννέα κράτη μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα με τις εταιρίες (EAB, Econ, Elfon και Intracom). Ο RIM-162 Evolved Seasparrow Missile (ESSM) είναι ένας μεσαίου βεληνεκούς, ημιενεργός πύραυλος επιφανείας-αέρος που πραγματοποιεί διορθώσεις πτήσης μέσω καταύγασης ραντάρ και ανανέωσης δεδομενών ενδιάμεσης πορείας, σχεδιασμένος για να αντιμετωπίσει αντιπλοϊκούς πυραύλους κρουζ υψηλής ταχύτητας (ASCM), αεροπορικών απειλών χαμηλής ταχύτητας (LVAT) όπως μη επανδρωμένα αεροσκάφη και ελικόπτερα και απειλές επιφανείας με ελιγμούς υψηλής ταχύτητας.

Ο νέος πύραυλος RIM-162 BLK 1 ESSM διατηρεί το εμπρόσθιο τμήμα των 8 ιντσών που περιέχει τον ημιενεργό ερευνητή καθώς και το τμήμα κσθοδήγησης του RIM-7P  και το τοποθετεί σε ένα εντελώς νέο πίσω τμήμα που έχει διάμετρο 10 ίντσες (25 cm) αντί 8 ίντσες του RIM-7P, κάτι που επιτρέπει την τοποθέτηση ενός πολύ πιο ισχυρού κινητήρα στερεού προωθητικού παράγοντας μεγαλύτερη ώση. Η ώση αυτή επιτρέπει στον ESSM να υπερδιαπλασιάσει την μέγιστη ακτίνα εμπλοκής σε σχέση με τον προκατοχό του από τα 20χλμ στα 50χλμ και να επιτύχει μεγαλύτερη ταχύτητα πλεύσης υπερβαίνοντας τα 4 Μαχ. Όσον αφορά την αεροδυναμική διάταξη του πυραύλου, ο ESSM εξαλείφει εντελώς τα φτερά που ήταν τοποθετημένα στη μέση, αντικαθιστώντας τα με μακριά κατά μήκος πτερύγια παρόμοια με εκείνα του βλήματος Standard και μετακινεί τον έλεγχο καθοδήγησης στα πίσω πτερύγια. Το νέο σύστημα διεύθυνσης του ESSM με βάση το ουραίο πτερύγιο είναι τύπου TVC (Thrust Vector Controller) και καταναλώνει περισσότερη ενέργεια, αλλά προσφέρει σημαντικά υψηλότερη ευελιξία ενώ ο κινητήρας εξακολουθεί να λειτουργεί. Ο ESSM είναι πιστοποιημένος για εκτόξευση από τους εκτοξευτές Mk29 Mod4, Mk41 σε τετράδες με το κάνιστρο Μk25 και Mk48.

Η συνέχεια του ESSM Block 1, ο ESSM Block 2, ξεκίνησε να αναπτύσσεται το 2014. Το Block 2 χρησιμοποιεί το ίδιο τμήμα πρόωσης αλλά αυξάνει τη διάμετρο του τμήματος καθοδήγησης από 8 στις 10 ίντσες. Το νέο τμήμα καθοδήγησης έχει μια διπλή κεφαλή αναζήτησης στη μπάντα ραδιοσυχνοτήτων X που χρησιμοποιεί ημιενεργή και ενεργή καθοδήγηση. Σε αντίθεση με το Block 1, ο ενεργός αναζητητής ραντάρ του Block 2 υποστηρίζει την τερματική εμπλοκή του στόχου χωρίς να χρειάζονται τα ραντάρ καταύγασης στόχου του πλοίου εκτόξευσης, με αυτόν τον τρόπο μειώνει την εξάρτηση του βλήματος από την υποστήριξη του καταυγαστήρα και αποδεσμέυει το πλοίο φορέα προσδίδοντας την δηνατότητα πολλαπλών εμπλοκών και ικανότητα αντιμετώπισης επιθέσεων κορεσμού. Επίσης ο νέος ενεργός ερευνητής δίνει μεγαλύτερη ικανότητα αντιμετώπισης στόχων πολύ μικρής διατομής και υψηλής ταχύτητας και ευελιξίας.

CAMM / CAMM ER

Η σειρά CAMM (Common Anti-Air Modular Missile) είναι μια οικογένεια πυραύλων εδάφους-αέρος που αναπτύχθηκε από την MBDA για το Ηνωμένο Βασίλειο. Το CAMM μοιράζεται ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά και εξαρτήματα με τον πύραυλο αέρος-αέρος ASRAAM, αλλά με πιο προηγμένα ηλεκτρονικά και ένα ενεργό σύστημα αναζήτησης ραντάρ. Ο Common Anti-Air Modular Missile προορίζεται να αντικαταστήσει τον πύραυλο Sea Wolf στις φρεγάτες Type 23 του Βασιλικού Ναυτικού, τον πύραυλο Rapier στην υπηρεσία του Βρετανικού Στρατού και συμβάλλει στην ενημέρωση του ASRAAM του MBDA σε υπηρεσία με τη Royal Air Force.

Χαρακτηριστικά:

Το CAMM είναι ένας πύραυλος άμυνας σημείου και τοπικής άμυνας που έχει σχεδιαστεί για να ανταποκρίνεται σε εξελιγμένες επιθέσεις πυραύλων και έχει την ικανότητα να αμύνεται σε επιθέσεις κορεσμού υπερηχητικών αντιπλοίων πυραύλων κρουζ, αεροσκαφών και άλλων στόχων υψηλής απόδοσης. Αυτό το κάνει μέσω πολλαπλών καναλιών πυρός, παρέχοντας ταυτόχρονη κάλυψη 360 μοιρών και υψηλούς βαθμούς ικανότητας ελιγμών. Το MBDA δηλώνει ότι ο CAMM έχει «υψηλό ρυθμό πυρός εναντίον πολλαπλών ταυτόχρονων στόχων», παρέχοντας δυνατότητες συγκρίσιμες με τον πύραυλο Aster 15.

Τα χαρακτηριστικά σχεδιασμού επιτρέπουν το χαμηλό κόστος λόγω της αρθρωτής δομής και την ελαχιστοποίηση της ηλεκτρομηχανικής πολυπλοκότητας μέσω της εφαρμογής των περισσότερων λειτουργιών στο λογισμικό. Επιπλέον, το λογισμικό εντολών και ελέγχου επαναχρησιμοποιεί πάνω από το 75% αυτού που αναπτύχθηκε για το σύστημα PAAMS.

Ο CAMM έχει ελάχιστη λειτουργική εμβέλεια μικρότερη από 1 km και μέγιστη εμβέλεια μεγαλύτερη από 25 km. Έχει βάρος 99 κιλά, μήκος 3,2 μέτρα, διάμετρο 166 χιλιοστά και φτάνει σε υπερηχητική ταχύτητα 3 Mach (ή 1.020 μέτρα ανά δευτερόλεπτο).

Σύμφωνα με την MBDA τα πλεονεκτήματα του CAMM περιλαμβάνουν:

  1. Το ψηφιακό ενεργό σύστημα αναζήτησης ραδιοσυχνοτήτων (RF) στερεάς κατάστασης επόμενης γενιάς που παρέχει πραγματική απόδοση παντός καιρού με εξαιρετικές δυνατότητες απόρριψης θορύβου υπόβαθρου (clutter rejection) και σημαίνει ότι δεν χρειάζονται πολύπλοκα και υψηλού κόστους ραντάρ ελέγχου πυρός/καταύγασης από τα πλοία φορείς καθώς το βλήμα είναι Fire and Forget.
  2. Υψηλό ρυθμό βολής εναντίων πολλάπλων εισερχόμενων απειλών.
  3. Μία αμφίδρομη ζεύξη δεδομένων (two-way datalink) που παρέχει εξαιρετική ακρίβεια και εξαιρετικά βελτιωμένη λειτουργικότητα. Το συσχετισμένο σύστημα ραντάρ παρακολουθεί την απειλή και χρησιμοποιεί τη σύνδεση δεδομένων για να ενημερώσει το βλήμα με τη θέση της απειλής προτού ο αναζητητής αναλάβει την καθοδήγηση του πυραύλου. Ταυτόχρονα το βλήμα στέλνει πίσω στο πλοίο φορέα δεδομένα της λειτουργίας του ίδιου του βλήματος.
  4. Ένα σύστημα Soft Vertical Launch (SVL) που προσφέρει κάλυψη 360° και υψηλούς βαθμούς ευελιξίας. Το CAMM χρησιμοποιεί επίσης μια γεννήτρια αερίου (Gas Generator) για την εκτόξευση του βλήματος από το κάνιστρο του, τα οφέλη της οποίας περιλαμβάνουν αυξημένο βεληνεκές – εξοικονομώντας όλη την ενέργεια του πυραυλοκινητήρα για την τροφοδοσία της αναχαίτισης – μειωμένο ελάχιστη ακτίνα αναχαίτισης, μειωμένη καταπόνηση στην πλατφόρμα εκτόξευσης, σημαντικά μειωμένο κόστος συντήρησης. πιο συμπαγείς εγκαταστάσεις σε πλοία και δεν υπάρχει ανάγκη διαχείρισης της εκροής θερμού αερίου επί του σκάφους, μειωμένη υπογραφή εκτόξευσης και στη στεριά η δυνατότητα εκτόξευσης του πυραύλου από δασώδεις ή αστικές περιοχές.

Η έκδοση  εκτεταμένης εμβέλειας του CAMM είναι γνωστή ως CAMM-ER (Extended Range ) και βρίσκεται υπό ανάπτυξη από την MBDA για το ιταλικό Υπουργείο Άμυνας από το 2013. Μοιράζεται τα ίδια χαρακτηριστικά με τον αρχικό CAMM με εξαίρεση έναν πρόσθετο ενισχυτή πυραύλων που αυξάνει σημαντικά το βεληνεκές εμπλοκής του πυραύλου, στα 45 km και μια ελαφρώς προσαρμοσμένη δομή πυραύλων. Το βλήμα έχει βάρος 160 κιλά , μήκος 4,2 μέτρα, διάμετρο 190 χιλιοστά.

Το πρόγραμμα αναπτύχθηκε αρχικά με χρηματοδότηση της εταιρείας και σήμερα συνεχίζεται στο πλαίσιο σύμβασης που υπογράφηκε στα τέλη του 2019 με το Υπουργείο Εξωτερικών της Ιταλίας για εφαρμογές τόσο της Πολεμικής Αεροπορίας όσο και του Στρατού Επίγειας Αεράμυνας (GBAD). Τα βλήματα CAMM ER έχουν σχεδιαστεί για να διατηρήσουν τα μέγιστα κοινά σημεία με την αρχική έκδοση του CAMM, με την εισαγωγή τροποποίησης της επιμέρους σχεδίασης του βλήματος λόγω της μεγαλύτερης εμβέλειας. Η έκδοση ER διατηρεί όλα τα πλεονεκτήματα του συστήματος κάθετης εκτόξευσης της CAMM, το οποίο έχει πολλά πλεονεκτήματα σε σχέση με τα «καυτά» συστήματα κάθετης εκτόξευσης, όπως μειωμένο ελάχιστο εύρος εμπλοκής, υπογραφή εκκίνησης και πολυπλοκότητα συστήματος, επιπλέον της χαμηλότερης συντήρησης και του κύκλου ζωής δικαστικά έξοδα.

Διατηρώντας τη βασική αρχιτεκτονική του CAMM (RF Seeker, κεφαλή, ενεργή εγγύτητα λέιζερ, ενεργοποιητές, μονάδα μέτρησης αδράνειας, ηλεκτρονικά και μονάδα ισχύος, αμφίδρομη σύνδεση δεδομένων και προγραμματιζόμενα συστήματα), η παραλλαγή ER είναι μεγαλύτερη (4,2 μέτρα) για να ενσωματώνει νέο πυραυλοκινητήρα που αναπτύχθηκε ειδικά για τον πύραυλο MBDA από την ιταλική εταιρεία Avio, σε τμήμα πρόωσης μεγαλύτερου διαμετρήματος (190 mm). Κατά συνέπεια, το συνολικό βάρος του πυραύλου αυξήθηκε από 99 κιλά σε 160 κιλά. Η αεροδυναμική του βλήματος έχει επίσης βελτιωθεί, προσθέτοντας μακριά κατά μήκος πτερύγια στο κεντρικό τμήμα του πυραύλου, ο σχεδιασμός του οποίου στη συνέχεια βελτιώθηκε, μαζί με μικρά πτερύγια στο εμπρόσθιο τμήμα και ένα επανασχεδιασμένο και πιο αποτελεσματικό μπροστινό τμήμα της κεφαλής του ερευνητή.

Σύμφωνα με την MBDA, τα βελτιωμένα κινηματικά χαρακτηριστικά που ενσωματώνονται στο CAMM ER αυξάνουν τη μέγιστη εμβέλεια, την επίσημη αυτονομία άνω των 40 km, που ωστόσο θεωρείται συντηρητικός σύμφωνα με διαφορετικές πηγές. Η οικογένεια των βλημάτων CAMM/CAMM ER είναι εξοπλισμένη με τον ίδιο ψηφιακό ενεργό αναζητητή ραντάρ στερεάς κατάστασης, προσφέροντας πραγματικές επιδόσεις παντός καιρού με εξαιρετικές δυνατότητες απόρριψης θορύβου υπόβαθρου (clutter rejection). Έχοντας την αρχή από κοινού σχεδιασμού (με την MBDA UK) και ως κατασκευαστής του ερευνητή για τον CAMM ER στο κέντρο αριστείας Fusaro της Ιταλίας για συστήματα καθοδήγησης του ευρωπαϊκού ομίλου, η MBDA Italia σχεδίασε και παρήγαγε επίσης το νέο κεραμικό μπροστινό κάλυμα της κεφαλής του ερευνητή που δεν εφαρμόστηκε μόνο στον CAMM ER αλλά και στον CAMM.

CAMM-ER

Ο CAMM στην ναυτική του εκδοχή είναι μέρος του συστήματος Sea Ceptor το οποίο έχει ξεκινήσει να εγκαθίσταται στις φρεγάτες Type 23 αντικαθηστώντας το υπάρχον σύστημα Sea Wolf και εκτοξεύοντας τις αντιαεροπορικές δυνατότητες τους καθώς επίσης έχει επιλεχθεί να εξοπλίσει και τις νέες κλάσεις φρεγατών του Royal Navy, Type 26 και Type 31.

Αντίστοιχα στο ιταλικό ναυτικό ο CAMM ER είναι μέρος του συστήματος Albatros NG. Το Albatros NG χαρακτηρίζεται από ευελιξία διευκολύνει την ενσωμάτωση σε μικρότερες πλατφόρμες, όπως κορβέτες και μεγαλύτερα περιπολικά πλοία, με μόνη προϋπόθεση να υπάρχει ένα σύγχρονο ραντάρ πολλαπλών λειτουργιών, ικανό να παρέχει την απαραίτητη και ακριβή ανίχνευση και παρακολούθηση στόχων, πληροφορίες σε απόσταση συμβατές με τη διευρυμένη εμβέλεια και τον φάκελο εμπλοκής του CAMM ER.

Η μονάδα πυρός του Albatros NG έχει τη δυνατότητα διαχείρησης 12 βλημάτων. Ο πυρήνας του Albatros NG είναι ο C2 ο οποιός ελέγχει όλα τα υποσυστήματα και της λειτουργίες του Albatros NG. Το C2 μπορεί να λειτουργήσει παρέχοντας πληροφορίες στο CMS ή σε μια αποκλειστική κονσόλα σε μια αυτόνομη διαμόρφωση.

Οι CAMM/ CAMM-ER έρχονται με τα δικά του κάνιστρα εκτόξευσης σε MLS εκτοξευτές 2×3 κελιών.  Εναλλακτικά μπορούν να εκτοξευθούν από τα συστήματα κάθετης εκτόξευσης SYLVER ή σε τετραπλή συσκευασία (quad pack) στα, ExLS και Mark 41 .

  CAMM CAMM ER
Κύριες Διαστάσεις    
Μήκος (μ) 3.2 4.2
Διάμετρος (εκ.) 16.6 19
Βάρος (κ.) 99 160
Τύπος Καθοδήγησης    
  Ενεργή Καθοδήγηση και αμφίδρομη ζεύξη δεδομένων Ενεργή Καθοδήγηση και αμφίδρομη ζεύξη δεδομένων
Πολεμική Κεφαλή    
Τύπος Κεφαλής Θραυσματική γόμωση υψηλής εκρηκτικότητας Θραυσματική γόμωση υψηλής εκρηκτικότητας
Βαρος Κεφαλής (kg) 10 10
Τύπος Πυροκροτητή πυροκροτητής εγγύτητας και επαφής πυροκροτητής εγγύτητας και επαφής
Πτητικά χαρακτηριστικά    
Προώθηση Πυραυλοκινητήρας στερεού καυσίμου Πυραυλοκινητήρας στερεού καυσίμου
Ακτίνα (χλμ) > 25 > 45
Ύψος Εμπλοκής max (χλμ) 10 10
Speed (mach) 3 3

Πίνακας 2

VL MICA NG

Το σύστημα VL MICA NG βασίζεται στην ενσωμάτωση στο υπάρχον σύστημα VL MICA του αντιαεροπορικού πυραύλου MICA NG (New Generation).

Το σύστημα VL MICA NG βασίζεται στην ενσωμάτωση στο υπάρχον σύστημα VL MICA του αντιαεροπορικού πυραύλου MICA NG (New Generation), ο οποίος ξεκίνησε να αναπτύσσεται το 2018 κυρίως για να εξοπλίσει το γαλλικό μαχητικό αεροσκάφος Rafale. Η οικογένεια συστημάτων VL MICA – που έχει πλέον υιοθετηθεί, στις ναυτικές ή χερσαίες εκδόσεις της, από 15 ένοπλες δυνάμεις σε όλο τον κόσμο – θα επωφεληθεί συνεπώς από ενισχυμένες δυνατότητες αντιμετώπισης μελλοντικών απειλών.

Κάθε GOWIND 2800 HN φέρει 16 βλήματα VL MICA NG

Χάρη στις τεχνολογικές καινοτομίες που ενσωματώνει, το νέο σύστημα VL MICA NG προσφέρει βελτιωμένες δυνατότητες εμπλοκής στόχων μικρής ραδιοτομής (RCS) όπως UAV και βλήματα καθώς και μελλοντικών απειλών, που χαρακτηρίζονται από ολοένα και πιο χαμηλές υπογραφές υπέρυθρων και ραδιοσυχνοτήτων. Επιπλέον, θα μπορεί να αναχαιτίζει σε μεγαλύτερες αποστάσεις τους «συμβατικούς» στόχους (αεροσκάφη, ελικόπτερα, πυραύλους κρουζ και αντιπλοϊκούς πυραύλους) που έχουν ήδη αντιμετωπιστεί από το τρέχον σύστημα VL MICA.

Οι διαστάσεις των πυραύλων MICA NG παραμένουν αμετάβλητες, επιτρέποντάς τους να ενσωματωθούν σε υπάρχοντες εκτοξευτές VL MICA. Οι υπάρχοντες μηχανισμοί ή συστήματα διασύνδεσης δεδομένων και καθοδήγησης πυραύλων είναι συμβατοί με την αυξημένη κινηματική απόδοση των βλημάτων, επιτρέποντας την αναβάθμιση των σημερινών συστημάτων που καθοδηγούσαν VL MICA στη καθοδήγηση νέας γενιάς βλημάτων VL MICA NG με απλές ενημερώσεις λογισμικού.

Στις ναυτικές πλατφόρμες, εκτός από τους εκτοξευτές κανίστρου, ο μόνος άλλος εξοπλισμός κάτω από το κατάστρωμα είναι η ηλεκτρονική διασύνδεση. Ο θάλαμος του sequencer όπως αναφέρεται είναι μια ηλεκτρονική μονάδα διεπαφής που συνδέει τους πυραύλους VL MICA NG με το σύστημα διαχείρισης μάχης του πλοίου (CMS), λαμβάνει εισόδους από το αδρανειακό σύστημα του πλοίου και παρέχει τη σύνδεση με το Ship Missile Data Link (SMDL). Το SMDL περιλαμβάνει έναν πομπό κάτω από το κατάστρωμα με τέσσερις μικρές κεραίες ανερχόμενης ζεύξης τοποθετημένες γύρω από τον ιστό.

Eπιπρόσθετα κελιά CLA βλημάτων VL MICA που είχαν προσφερθεί από την τότε DCNS (νυν NAVAL GROUP) στα πλαίσια των διαπραγματεύσεων για την FREMM HN. Σύμφωνα με την γαλλική MBDA το βλήμα εγκαθίσταται εύκολα και δίχως τεχνικό ρίσκο σε κάθε ναυτική μονάδα.

Η εισαγωγή των νέων εκδόσεων πυραύλων MICA NG θα απαιτήσει μόνο προσαρμογές λογισμικού, καθώς το τελευταίο είναι πλήρως συμβατό με τα τρέχοντα συστήματα VL MICA. Στην περίπτωση της ναυτικής εφαρμογής, οι υπάρχοντες μηχανισμοί σύνδεσης δεδομένων πυραύλων είναι συμβατοί με την αυξημένη κινηματική απόδοση των βλημάτων.

Σχετικά με τον πύραυλο MICA NG

Βασισμένος σε ένα εντελώς νέο σχέδιο, ο πύραυλος MICA NG επικεντρώνεται σε έναν εκτεταμένο επανασχεδιασμό της τρέχουσας οικογένειας MICA, διατηρώντας παράλληλα την ίδια αεροδυναμική και επιφάνειες ελέγχου, όπως μακριά φτερά τύπου χορδής, επιφάνειες ελέγχου ουράς και έλεγχο διανύσματος ώσης (TVC). Το βλήμα έχει την ίδια διάμετρο (160 χλστ.), το ίδιο μήκος 3,1 μέτρα και το ίδιο βάρος (112 κιλά) με την προηγούμενη έκδοση. Αυτό επιτρέπει την ελαχιστοποίηση της ποσότητας προσαρμογής που απαιτείται για τη λειτουργία του νέου συστήματος με υπάρχουσες πλατφόρμες και εκτοξευτές και διατηρεί τη μοναδική ιδέα που χαρακτηρίζει την επιτυχία του πυραύλου MICA: την επιλογή δύο διαφορετικών ανιχνευτών, υπέρυθρων και ραδιοσυχνοτήτων.

Ο εκτενής επανασχεδιασμός αφορά την εσωτερική διάταξη με την εισαγωγή τεχνολογιών και συστημάτων τελευταίας γενιάς που, χωρίς να διακυβεύεται η αεροδυναμική, το βάρος, το κέντρο βάρους και η αδράνεια του πυραύλου, προσφέρει σημαντικά βελτιωμένη ικανότητα απέναντι σε τρέχουσες και μελλοντικές απειλές.

Στο MICA NG, ένας νέος ανιχνευτής υπερύθρων IIR που βασίζεται σε έναν νέο αισθητήρα ο οποίος αντικαθιστά τον παλιό αισθητήρα, ο οποίος θα παρέχει αυξημένη ευαισθησία, ενώ ένας νέος ανιχνευτής ραδιοσυχνοτήτων με κεραία ενεργής ηλεκτρονικής σάρωσης (AESA) σύγχρονες τακτικές εμπλοκής του στόχου. Ο μικρότερος όγκος ηλεκτρονικών εξαρτημάτων θα επιτρέψει στο MICA NG να μεταφέρει μεγαλύτερο φορτίο προωθητικού καυσίμου, επεκτείνοντας σημαντικά την εμβέλειά του και ο νέος πυραυλοκινητήρας διπλού παλμού θα παρέχει πρόσθετη ενέργεια στον πύραυλο στο τέλος της πτήσης του, βελτιώνοντας την ικανότητα ελιγμών και την ικανότητά του να αναχαιτίζει στόχους σε μεγάλη απόσταση.

Σε λειτουργία επιφανείας-αέρος, το MICA NG θα μπορεί να αναχαιτίσει στόχους σε απόσταση άνω των 40 χιλιομέτρων. Τέλος, το κόστος συντήρησης και ιδιοκτησίας θα μειωθεί σημαντικά χάρη στους εσωτερικούς αισθητήρες που θα παρακολουθούν την κατάσταση των πυρομαχικών σε όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους.

Η κύρια εξέλιξη αφορά έναν νέο κινητήρα πυραύλων διπλού παλμού που αναπτύχθηκε από τη Roxel, ο οποίος, σε συνδυασμό με τη μείωση του όγκου των ηλεκτρονικών εξαρτημάτων στο εσωτερικό του πυραύλου για να του επιτρέψει να μεταφέρει περισσότερο προωθητικό, θα προσφέρει αυξημένη μέγιστη εμβέλεια αναχαίτισης για το VL MICA NG 40 km και βελτιωμένη ικανότητα ελιγμών και τελική απόδοση, ιδιαίτερα στη ζώνη απαγόρευσης διαφυγής (No Escape Zone, NEZ). Η προστιθέμενη επιτάχυνση που παρέχεται από τον νέο κινητήρα διπλού παλμού παρέχει επιπλέον ικανότητα ελιγμών σε φορτία g που στην περίπτωση του ναυτικού VL MICA NG θα επιτρέψει καλύτερες δυνατότητες έναντι δύσκολων απειλών όπως οι υπερηχητικοί και οι νέας γενιάς εξαιρετικά ευέλικτοι πύραυλοι κατά πλοίων.

Οί πρώτες δοκιμαστικές εκτοξεύσεις στην ξηρά του MICA NG είναι προγραμματισμένες για φέτος ενώ το 2024 γίνουν για τον MICA VL NG. Ο πύραυλος MICA NG θα είναι διαθέσιμος σε σειρά παραγωγής από το 2026 ή από τα τέλη του 2025.

Αντί επιλόγου – Συγκριτικά δεδομένα

Συνοψίζοντας, και τα τρία βλήματα που προσφέρει το δυτικό οπλοστάσιο για αεράμυνα μέσου βεληνεκούς ναυτικών μονάδων έχουν μοναδικά χαρακτηριστικά.

Ο RIM-162 BL2 ESSM έχει μεγαλύτερη ταχύτητα πλεύσης από τα άλλα δύο βλήματα που του επιτρέπει να διατειρεί μεγαλύτερη ενέργεια στη τελική φάση της αναχαίτησης. Έχει μεγαλύτερη εμβέλεια και μπορεί να εκτελεί ελιγμούς μεγαλύτερων υψηλών φορτίσεων g. Επίσης έχει τετραπλάσια γόμωση που δίνει αυξημένη πιθανότητα καταστροφής του στόχου.

Επίσης το γεγονός ότι η Ελλάδα συμμετέχει στην ανάπτυξη και παραγωγή του όπλου οποιαδήποτε παραγγελία από μεριάς του Π.Ν. θα διασφαλίζει επιστροφή χρημάτων στην ελληνική οικονομία και γενικότερα αυξάνει την εγχώρια προστιθέμενη αξία. Από την άλλη όμως η τιμή του βλήματος είναι η υψηλότερη ανάμεσα στα τρία βλήματα.

Επίσης η δυνατότητα quad pack τετραπλασιάζει τα διαθέσιμα βλήματα προς εκτόξευση σε συνάρτηση με τον εκτοξευτή Mk41.

Ο MICA VL NG έχει το πλεονέκτημα της διπλής κεφαλής RF ή IR με το οποίο το πλοίο φορέας μπορεί να αυξήσει την πιθανότητα επιτυχούς προσβολής ανάλογα με το είδος του στόχου. Λόγω της φιλοσοφίας του πυραύλου fire and forget το βλήμα επιτρέπει την αντιμετώπιση επιθέσεων κορεσμού για τις μονάδες του ΠΝ καθώς και πολλαπλών εμπλοκών ταυτοχρόνως.

Επίσης ο πύραυλος είναι γνωστός στη Π.Α. με ότι συνεπάγεται αυτό στη συντήρηση. Είναι πλήρως εναλάξιμος με τους αντίστοιχους της Π.Α. που σημαίνει κοινό απόθεμα βλημάτων μεταξύ Π.Ν. και Π.Α. ειδικά εάν η Π.Α. προβεί σε επιπλέον παραγγελία για τα Rafale και Mirage όπως επίσης και μια μελλοντική αναβάθμιση του υπάρχοντος αποθέματος MICA σε MICA NG.

Ο CAMM ER μπορεί να είναι πλήρως άγνωστος στις ΕΕΔ και να προσθέσει έναν ακόμη πονοκέφαλο στο σύστημα συντήρησης έαν επιλεχθεί, αλλά προσφέρει κάποια μοναδικά χαρακτηριστικά σε σχέση με τους άλλους δύο πυραύλους. Είναι ο μόνος από τους τρεις που προσφέρει πραγματική άμυνα από επιθέσεις κορεσμού χάρις στο σύστημα ψυχρής εκτόξευσης με το οποίο μπορεί να εκτοξευθεί σχεδόν ταυτόχρονα όλος ο φόρτος και στο γεγονός ότι ο πύραυλος είναι fire & forget.

Είναι το μόνο βλήμα από τα τρία που μπορεί να εκτοξευτεί από όλους τους εκτοξευτές Mk41, ExLS, Sylver και MLS.

Τέλος ο CAMM ER είναι μέρος μιας ευρύτερης αναβάθμισης της ιταλικής Α/Α σημείου τόσο στα ιταλικά Skyguard/ASPIDE όσο και στις ιταλικές φρεγάτες, οπότε θα μπορούσε να προσφερθεί και στην Π.Α σε ενδεχόμενη αντικατάσταση των RIM-7 των εκτοξευτών του συστήματος αεράμυνας των αεροδρομίων της.

  RIM-162 BL2 ESSM MICA VL NG CAMM ER
Κύριες Διαστάσεις      
Μήκος (μ) 3.64 3.1 4.2
Διάμετρος (εκ.) 25.4 16 19
Βάρος (κ.) 281 112 160
Τύπος Καθοδήγησης      
  Ημιενεργή καθοδήγηση μπάντας Χ και ζεύξη δεδομένων για ενημέρωση πορείας ενδιάμεσης πτήσης Ενεργή Καθοδήγηση με κεραία AESA ή καθοδήγηση με ανιχνευτή υπερύθρων Ενεργή Καθοδήγηση και αμφίδρομη ζεύξη δεδομένων
  ενεργός ερευνητής μπάντας Χ    
Πολεμική Κεφαλή      
Τύπος Κεφαλής Δακτυλιοειδής Θραυσματική γόμωση υψηλής εκρηκτικότητας Θραυσματική γόμωση υψηλής εκρηκτικότητας Θραυσματική γόμωση υψηλής εκρηκτικότητας
Βαρος Κεφαλής (kg) 39 12 10
Τύπος Πυροκροτητή πυροκροτητής εγγύτητας και επαφής πυροκροτητής εγγύτητας και επαφής πυροκροτητής εγγύτητας και επαφής
Πτητικά χαρακτηριστικά      
Προώθηση Πυραυλοκινητήρας στερεού καυσίμου Mk143 Πυραυλοκινητήρας διπλού παλμού στερεού καυσίμου Πυραυλοκινητήρας στερεού καυσίμου
Ακτίνα (χλμ) > 50 > 40 > 45
Ύψος Εμπλοκής max (χλμ) 9 10
Speed (mach) 4+ 3 3

Πίνακας 3