Σε γενικές γραμμές η αντιαρματική άμυνα του Ελληνικού Στρατού (ΕΣ), στον τομέα των κατευθυνόμενων βλημάτων μέσου και μεγάλου βεληνεκούς, είναι ικανοποιητική, με την παρουσία των MILAN, των αναβαθμισμένων TOW και των Kornet, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν να γίνουν βήματα προόδου και ενίσχυσης, αλλά αυτό δεν είναι το αντικείμενο του συγκεκριμένου άρθρου.

Το αντικείμενο του άρθρου είναι το πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο ΕΣ στον τομέα των φορητών αντιαρματικών μικρού βεληνεκούς, μιας χρήσης, δηλαδή στην αντικατάσταση των M-72A2 LAW των 66 χιλιοστών και των RPG-18 Mukha των 64 χιλιοστών. Τα πρώτα συστήματα M-72 LAW παρελήφθησαν τη δεκαετία του 1970, ενώ τα RPG-18 παρελήφθησαν την περίοδο 1993-1994 από τα αποθέματα της πρώην Ανατολικής Γερμανίας.

Η ομάδα μάχης Πεζικού απαρτίζεται από 10 μέλη εκ των οποίων η 8 άτομα συν τον οδηγό και τον πολυβολητή του ΤΟΜΠ. Ευτυχώς εγκαταλείφθηκε η ιδέα για 6μελής ομάδα συν το διμελές πλήρωμα του ΤΟΜΠ.

Εκτός των M-72 και RPG-18 οι Ειδικές Δυνάμεις χρησιμοποιούν και το νεότερο ACL-89 STRIM των 89 χιλιοστών, γαλλικής προέλευσης. Είναι ελαφρύ, κατασκευασμένο από ίνες γυαλιού και πλαστικό. Υπηρετείται από δύο (2) άτομα, τον πυροβολητή και τον γεμιστή. Ο πύραυλος ζυγίζει 2,2 κιλά. Η κεφαλή μπορεί να διεισδύσει 400 χιλιοστά θωράκισης ή ένα (1) μέτρο σκυροδέματος. Το σύστημα δέχεται και βλήματα κατά προσωπικού με εναερίως πυροδοτούμενα πυρομαχικά, τα οποία ενσωματώνουν 1.600 σφαιρίδια που διασπείρονται σε ακτίνα 20 μέτρων καθώς και βλήματα υψηλής εκρηκτικότητας (HEAT : High Explosive Anti-Tank). Επιπλέον, δύναται να βάλει και καπνογόνα και φωτιστικά βλήματα.

Το απόθεμα των M-72 και RPG-18 έχει μειωθεί, λόγω λήξης του ορίου ζωής τους. Σε κάθε περίπτωση, και τα δύο (2) συστήματα, τα οποία χρησιμοποιούνται σε επίπεδο Ομάδας Πεζικού, σε αντιαρματικό ρόλο και σε ρόλο προσβολής προσωπικού ή καταστροφής οχυρώσεων, ενσωματώνουν ξεπερασμένη τεχνολογία, είναι αναξιόπιστα κατά των τουρκικών αρμάτων, ενώ το δραστικό τους βεληνεκές είναι μικρό και δεν ξεπερνά τα 200 μέτρα. Αντικείμενο του συγκεκριμένου άρθρου είναι οι επιλογές, που έχει ο ΕΣ, για την αντικατάσταση τους με συστήματα πολλαπλής χρήσης, ενώ θα ακολουθήσει και δεύτερο άρθρο με τις επιλογές αντικατάστασης με συστήματα μιας χρήσης. Άποψη μας είναι ότι παρά την οικονομική δυσκολία και τις πολλές ανάγκες, η αντικατάσταση των M-72 και RPG-18 θα ενίσχυε την αντιαρματική ικανότητα του ΕΣ.

Στην Ομάδα Μάχης του Πεζικού υπάρχουν 4 φορητοί εκτοξευτές

Τα φορητά αντιαρματικά προσφέρουν σημαντικές υπηρεσίες στον αμυντικό αγώνα του Δ’ ΣΣ (Δ’ Σώμα Στρατού) και της ΑΣΔΕΝ (Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Εσωτερικού και Νήσων). Εντοπίζονται πολύ πιο δύσκολα, σε σχέση με κάθε άλλο οπλικό σύστημα, έχουν μεγάλη ισχύ πυρός και αναλογικά με το κόστος προς όφελος παρουσιάζουν μεγάλη αποδοτικότητα. Για παράδειγμα, ένα φορητό αντιαρματικό κοστίζει κλάσμα του κόστους ενός άρματος μάχης, για την ίδια αποστολή, δηλαδή την καταστροφή του εχθρικού άρματος μάχης. Σ’ ένα άλλο παράδειγμα, στον Ψυχρό Πόλεμο ο Στρατός της Δυτικής Γερμανίας είχε δώσει μεγάλη έμφαση στα φορητά αντιαρματικά ως αντίβαρο στις πολυάριθμες τεθωρακισμένες δυνάμεις της Σοβιετικής Ένωσης.

Τα σύγχρονα φορητά αντιαρματικά δεν προορίζονται μόνο για την προσβολή και την καταστροφή αρμάτων μάχης ή τεθωρακισμένων οχημάτων, αλλά, μέσω της χρήσης διαφόρων τύπων πυρομαχικών έχουν την δυνατότητα να βάλουν και κατά χαμηλά ιπτάμενων στόχων, κατά προσωπικού, με βλήματα εναέριας πυροδότησης, να δημιουργούν προπέτασμα καπνού, να βάλουν φωτιστικά βλήματα κ.ά.

Τα φορητά αντιαρματικά όπλα αυξάνουν την ισχύ πυρός της ομάδας και αποτελούν μια ικανοποιητική επιλογή για την προσβολή στόχων όπως εχθρικά άρματα μάχης ή ΤΟΜΠ/ ΤΟΜΑ. Σε αστικό περιβάλλον τα φορητά αντιαρματικά είναι κάτι παραπάνω από φονικά και θανατηφόρα.

Η χρήση τους, ιδιαίτερα εντός κατοικημένων περιοχών, έχει αποδειχθεί αποτελεσματική στους πρόσφατους πολέμους, στο Αφγανιστάν, το Ιράκ και τη Συρία. Όπως προαναφέραμε το αντικείμενο του άρθρου είναι τα φορητά αντιαρματικά πολλαπλής και όχι μιας χρήσης. Εκεί άλλωστε στρέφεται και το ενδιαφέρον της Διεύθυνσης Πεζικού (Δ/ΠΖ) η οποία θέλει ένα φορητό αντιαρματικό πολλαπλού ρόλου, κατά αρμάτων μάχης και κατά προσωπικού, ως τελευταία γραμμή άμυνας, σε επίπεδο Ομάδας και Διμοιρίας Πεζικού.

RPG-32

Η ρωσική παρουσία στον τομέα των φορητών αντιαρματικών μετράει πολλά έτη επιτυχημένης παρουσίας. Το τελευταίο μέλος της οικογένειας RPG πολλαπλής χρήσης είναι το RPG-32 των 105 χιλιοστών. Πρόκειται για ένα εξαιρετικό σύστημα, από τα κορυφαία διεθνώς. Η ανάπτυξη του διήρκησε από το 2005 μέχρι το 2007 όπου και το σύστημα τέθηκε σε πλήρη παραγωγή με την πρώτη εξαγωγική του επιτυχία να είναι οι Ένοπλες Δυνάμεις της Ιορδανίας όπου τέθηκε και σε συμπαραγωγή με την ιορδανική JRESCO. Σήμερα, το σύστημα βρίσκεται σε υπηρεσία από τα ΗΑΕ, το Ιράκ, την Αίγυπτο και φυσικά την Ιορδανία.

Το RPG-32 μπορεί να χρησιμοποιήσει ποικιλία ρουκετών ανάλογα με την αποστολή. Οι ρουκέτες του είναι ικανές να καταστρέψουν από άρματα μάχης και οχήματα μέχρι θωρακισμένες θέσεις και χαμηλά ιπτάμενους στόχους όπως είναι τα ελικόπτερα και τα UAV. Μπορεί να εκτοξεύσει δύο (2) διαφορετικά διαμετρήματα, των 105 και των 72 χιλιοστών.

Για κάθε διαμέτρημα υπάρχουν δύο (2) ξεχωριστά είδη εκρηκτικών κεφαλών ανάλογα με το είδος του στόχου που θα πρέπει να καταστραφεί. Το ένα είδος είναι βλήματα υψηλής εκρηκτικότητας, κατά βαριά θωρακισμένων στόχων όπως άρματα μάχης και τεθωρακισμένα οχήματα (μπορεί να διατρήσει θωράκιση πάχους 650 χιλιοστών), ενώ το άλλο είδος είναι τα θερμοβαρικά βλήματα, κατά στατικών στόχων όπως κτήρια, κέντρα διοίκησης κ.ά.

Ένα θερμοβαρικό βλήμα έχει πολλαπλάσια καταστροφική ικανότητα σε σχέση με ένα συμβατικό βλήμα, δεδομένου ότι δεν βασίζεται στη δική του εκρηκτική ύλη, αλλά ουσιαστικά μετατρέπει τον αέρα σε ισχυρή βόμβα. Για παράδειγμα, το πλήγμα ενός ρωσικού αντιαρματικού βλήματος Kornet-E με θερμοβαρική κεφαλή σε ένα κτίριο, εκτιμάται ότι αντιστοιχεί στο πλήγμα μιας μικρής αεροπορικής βόμβας.

Το RPG-32, με θερμοβαρική κεφαλή, ενδείκνυται για χρήση και κατά αποβατικών δυνάμεων (τέτοιες δυνάμεις άμυνας ακτών έχει δημιουργήσει και η Σουηδία, εφοδιασμένες με το RBS-17, μία παραλλαγή του AGM-114 Hellfire). Το μέγιστο βεληνεκές του RPG-32 είναι περίπου τα 700 μέτρα, ενώ το δραστικό βεληνεκές είναι τα 350 μέτρα. Το βάρος του ανέρχεται στα 10 κιλά φορτωμένο με βλήμα των 105 χιλιοστών, στα 6 κιλά με βλήμα των 72 χιλιοστών και στα 3 κιλά άδειο.

PzF-3

Το γερμανικό Panzerfaust-3 (PzF-3) των 60 χιλιοστών (εκτοξευτής) και των 110 χιλιοστών (βλήμα), η ανάπτυξη του οποίου ολοκληρώθηκε το 1985 και τέθηκε σε παραγωγή στα μέσα της δεκαετίας του 1990, διατίθεται σε επτά (7) εκδόσεις: PzF-3 (με διατρητική ικανότητα 700 χιλιοστών θωράκισης και δραστικό βεληνεκές 300 μέτρων για κινούμενους στόχους και 400 μέτρα για στατικούς στόχους), PzF-3T με βλήμα HEAT με δύο (2) πολεμικές κεφαλές σε διαδοχική σειρά (Tandem), PzF-3T-600 (με σκοπευτικό ημέρας IS2000 και νύχτας KN250 και αυξημένο βεληνεκές στα 600 μέτρα κατά κινούμενων στόχων), PzF-3IT-600 (αυξημένη διατρητική ικανότητα άνω των 900 χιλιοστών θωράκισης), PzF-3LTW (εκτοξευτής μικρότερου βάρους, κάτω των 10 κιλών), PzF-3LR (με μέγιστο βεληνεκές 800 μέτρα) και Fire Salamander.

Όλες οι εκδόσεις δέχονται ποικιλία βλημάτων ανάλογα με το είδος του στόχου, διαφόρων τύπων σκοπευτικά, μπορούν να χρησιμοποιηθούν εντός κλειστών χώρων άρα είναι και κατάλληλα προς χρήση σε μάχη αστικού περιβάλλοντος εξαιτίας της ελαχιστοποιήσης των εξαγόμενων αερίων μέσω των υλικών που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή του όπλου. Σήμερα, το PzF-3 βρίσκεται σε υπηρεσία στη Γερμανία, την Ολλανδία, την Αυστρία, την Ελβετία, το Ιράκ, την Ιταλία, τη Νότιο Κορέα, την Ιαπωνία και το Περού.

Carl Gustav M4

To Carl Gustav M4 των 84 χιλιοστών, της σουηδικής Saab, είναι γνωστό στον ΕΣ, αλλά στην παλαιότερη του έκδοση Μ2. Η έκδοση M4 είναι η νεότερη και ικανότερη έκδοση του Carl Gustav, η ανάπτυξη της οποίας ολοκληρώθηκε το 2014. Πρόκειται για ένα όπλο πολλαπλού ρόλου, αντιαρματικό ή κατά προσωπικού, βάρους 6,7 κιλών, δηλαδή κατά 3 κιλά ελαφρύτερο από την έκδοση M3 και κατά 50% ελαφρύτερο από την έκδοση Μ2 (14,2 κιλά), η οποία βρίσκεται σε υπηρεσία στον ΕΣ. Εκτός από το ότι είναι ελαφρύτερη, σε σχέση με τις προηγούμενες εκδόσεις, η έκδοση M4 ενσωματώνει και καλύτερη εργονομία, έτσι ώστε η χρήση του να είναι ευκολότερη για τον στρατιώτη. Η μείωση του βάρους επετεύχθη χάρη στη χρήση κράματος αλουμινίου και ανθρακονημάτων

Κατά οχημάτων, το μέγιστο βεληνεκές του M4 ανέρχεται στα 500 μέτρα, ενώ κατά στατικών στόχων το μέγιστο βεληνεκές αυξάνει στα 700 μέτρα. Το μέγιστο βεληνεκές μπορεί να αυξηθεί στα 1.000 μέτρα, κατά στατικών στόχων, με τη χρήση πυρομαχικών αυξημένου βεληνεκούς. Ενδιαφέρουσα εξέλιξη αποτελεί η ανακοίνωση της αμερικανικής Raytheon και της Saab ότι αναπτύσσουν ένα κατευθυνόμενο πυρομαχικό για τα Carl Gustav. Το πυρομαχικό GCGM (Guided Carl Gustaf Munition) ξεκίνησε να αναπτύσσεται, από τις δύο εταιρίες, το Νοέμβριο του 2017 και θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τις εκδόσεις Carl Gustaf M3 και M4. Σήμερα το πρόγραμμα βρίσκεται σε φάση επίδειξης.

Το βλήμα GCGM αναμένεται να ενσωματώνει ημί-ενεργό σύστημα καθοδήγησης λέιζερ και αδρανειακό σύστημα καθοδήγησης. Σε κάθε περίπτωση θα είναι ένα βλήμα πολλαπλών ρόλων με δυνατότητα προσβολής διαφόρων στόχων (τεθωρακισμένα οχήματα, οχυρωμένες θέσεις, συγκεντρωμένο προσωπικό, κτίρια κ.ά.) σε αποστάσεις 30-2.000 μέτρα και με Πιθανότητα Κυκλικού Σφάλματος (CEP) μικρότερη του 1 μέτρου. Στην περίπτωση κινούμενων στόχων το GCCM θα μπορεί να προσβάλει στόχους έως τα 1.500 μέτρα, οι οποίοι κινούνται με ταχύτητα 56 χιλιομέτρων την ώρα. Το βάρος του GCGM είναι 6,8 κιλά.

Spike-SR

Η οικογένεια αντιαρματικών βλημάτων Spike της ισραηλινής Rafael αποτελείται από τέσσερα μέλη, καθένα εκ των οποίων καλύπτει συγκεκριμένο βεληνεκές: το Spike-SR (Short Range) για αποστάσεις έως τα 800 μέτρα, το Spike-MR (Medium Range) ή Gill για αποστάσεις έως τα 2.500 μέτρα, το Spike-LR (Long Range) για αποστάσεις έως τα 4.000 μέτρα και Spike-LR2 με αυξημένο βεληνεκές στα 5.500 μέτρα, το Spike-ER (Extended Range) για αποστάσεις έως τα 8.000 μέτρα και το Spike-NLOS για αποστάσεις έως τα 25.000 μέτρα. Ανάλογα της έκδοσης, τα Spike μπορούν να είναι φορητά, να εξοπλίζουν τεθωρακισμένα οχήματα, επιθετικά ελικόπτερα, ταχύπλοα σκάφη, καθώς και άλλες πλατφόρμες.

Το Spike-SR είναι ένα αντιαρματικό βλήμα τεχνολογίας Fire-and-Forget, διάδοχος του MATADOR (από κοινού ανάπτυξη μεταξύ της DSTA από την Σιγκαπούρη, της Rafael και της γερμανικής Dynamit Nobel Defence, στη Γερμανία υπηρετεί ως RGW-90) και διαθέτει ηλεκτροπτικό σύστημα καθοδήγησης (E/O) ή σύστημα καθοδήγησης οπτικών ινών (F/O). Τα βλήματα Spike διαθέτουν δύο (2) πολεμικές κεφαλές εγκατεστημένες σε διαδοχική σειρά (Tandem), ενώ μπορούν να εκτελέσουν κατακόρυφες επιθέσεις (Top Attack) προσβάλλοντας τον στόχο στον πύργο, δηλαδή στο πιο ευάλωτο σημείο ενός τεθωρακισμένου οχήματος. Και τα τέσσερα (4) βλήματα της οικογένειας Spike ενσωματώνουν πολλά κοινά υποσυστήματα, γεγονός που καθιστά τη συντήρηση και την τεχνική υποστήριξή τους οικονομικά συμφέρουσα. Αλλά πέρα από αυτό, η Rafael έχει αναπτύξει δύο (2) επιπλέον συστήματα υποστήριξης, τα οποία αυξάνουν ακόμα περισσότερο την επιχειρησιακή διαθεσιμότητα του συστήματος. Πρόκειται για το ενσωματωμένο σύστημα εκτέλεσης δοκιμών (BIT = Build-In-Test) και το ολοκληρωμένο πακέτο υποστήριξης (ILS = Integrated Logistic Support).

Από τις ΗΠΑ προέρχεται η λύση του Mk.153 Shoulder-Launched Multipurpose Assault Weapon (SMAW), το οποίο αναπτύχθηκε-εξελίχθηκε από το B-300 και, στην αρχική του έκδοση, βρίσκεται σε υπηρεσία από το 1984, κυρίως σε αποστολές προσβολής οχυρώσεων, αλλά και κατά αρμάτων μάχης, με πύραυλο HEAA (High-Explosive Anti-Armor). Το σύστημα έχει χρησιμοποιηθεί εκτενώς στο Ιράκ και το Αφγανιστάν.

Ανήκει στο διαμέτρημα των 83 χιλιοστών και επιτυγχάνει μέγιστο δραστικό βεληνεκές 500 μέτρα, με HEAA , ή 250 μέτρα με HEDP (High-Explosive Dual-Purpose). Συνοδεύεται από σκοπευτικά ημέρας και νύχτας. Το 2008 ξεκίνησε το πρόγραμμα SMAW II με πυρομαχικό ικανό να εκτοξευτεί μέσα από κτίρια. Το συνολικό του βάρος είναι 13,5 κιλά. Όπως ανακοίνωσε η Raytheon, σε συνεργασία με τη Nammo, αναπτύσσει ένα νέο εκτοξευτή (Serpent) με ενσωματωμένο σύστημα ελέγχου πυρός.

Συμπερασματικά, η ανάγκη για την ανανέωση των φορητών αντιαρματικών του ΕΣ είναι μια επιτακτική ανάγκη που πρέπει δρομολογηθεί, αφενός λόγω του χαμηλού κόστους απόκτησης τους, αφετέρου εξαιτίας της μεγάλης επιχειρησιακής αξίας αυτών των συστημάτων στο πεδίο μάχης. Κατά την άποψη μας απαράβατος όρος της όποιας απόφασης προμήθειας θα πρέπει να είναι τα η πολλαπλή χρήση, η ικανότητα χρήσης διαφορετικών βλημάτων και πολεμικών κεφαλών για διάφορες αποστολές, δηλαδή να είναι πολλαπλού ρόλου, να έχει προσιτό κόστος, να είναι εύκολο στην χρήση και εργονομικό σαν σχεδίαση. Εκτίμηση μας είναι πως η υλοποίηση του συγκεκριμένου προγράμματος θα είναι ένα σημαντικό βήμα στην ολοκλήρωση του δικτύου αντιαεροπορικής άμυνας του ΕΣ.

Όπως προαναφέραμε στην αρχή, το αντικείμενο του άρθρου είναι οι επιλογές του ΕΣ σε φορητά αντιαρματικά μικρού βεληνεκούς πολλαπλής χρήσης. Σε επόμενο άρθρο μας θα αναφερθούμε στις επιλογές που έχει ο ΕΣ σε φορητά αντιαρματικά μικρού βεληνεκούς μιας χρήσης.