Το θέμα της απόκτησης των γαλλικών φρεγατών Belharra μας έχει απασχολήσει αρκετές φορές. Το Φθινόπωρο του 2018 είχαμε επισκεφθεί τις ναυπηγικές εγκαταστάσεις της Naval Group σε Βρέστη και Λοριάν παρακολουθώντας μια εκτενή ενημέρωση για το όλο πρόγραμμα με εξέχουσα θέση την ενημέρωση της γαλλικής DGA. Δεδομένου πως για τη σχεδίαση και τη διαμόρφωση του πλοίου έχουμε γράψει αναλυτικά άρθρα επανερχόμαστε με τα τελευταία νεότερα.

Το Ιανουάριο του 2019 έλαβαν χώρα δύο συναντήσεις μεταξύ της ελληνικής και της γαλλικής πλευράς. Η πρώτη ήταν στο Βουκουρέστη ενώ η δεύτερη στην Αθήνα. Ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας Ευάγγελος Αποστολάκης, συμμετείχε στην άτυπη σύνοδο των Υπουργών Άμυνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης που πραγματοποιήθηκε στο Βουκουρέστι και εκεί συνάντησε και τη γαλλίδα Florence Parly. Η δεύτερη ήταν μεταξύ του Γενικού Διευθυντή και στελεχών της ΓΔΑΕΕ με στελέχη της Διεύθυνσης Εξοπλισμών της Γαλλίας (DGA), με επικεφαλής τον Στρατηγό Th. Carlier, διευθυντή της Διεύθυνσης Διεθνών Σχέσεων της DGA. Η δεύτερη ήταν συνάντηση με περισσότερο εθιμοτυπικό χαρακτήρα αφού στόχος της ΓΔΑΕΕ είναι να υπάρξει μια πιο στενή συνεργασία με τη γαλλική πλευρά για θέματα ανταλλαγής τεχνογνωσίας πάνω σε συμβάσεις αμυντικού υλικού, προμήθειες κτλ.

Η περίπτωση των ομολόγων

Στις 14 Νοεμβρίου είχαμε τοποθετηθεί με σχετικό μας άρθρο γράφοντας πως τα προσεχή Eurogroup θα κρίνουν το ζήτημα. Τα νεότερα από το μέτωπο των ομολόγων λένε πως η περίπτωση χρηματοδότησης των πλοίων μέσω των κερδών από τα ομόλογα έχει ατονήσει.  Μολονότι η γαλλική πλευρά ήθελε να συνδέσει τα ομόλογα με ένα γενικότερο αναπτυξιακό σχέδιο για τα ελληνικά ναυπηγεία  με απώτερο στόχο τις Belharra εντούτοις και η κατάσταση των ελληνικών ναυπηγείων αποτελεί τροχοπέδη.

Το καλό νέο είναι πως οι Γάλλοι επιμένουν στο να βρεθεί λύση και έτσι η ελληνική πλευρά μέσω του ΓΕΝ αντεπιτέθηκε. Κατά συνέπεια έπεσε στο τραπέζι το λεγόμενο ολλανδικό μοντέλο που εφαρμόστηκε με τη προμήθεια των φρεγατών «ΕΛΛΗ» και «ΛΗΜΝΟΣ».

Και το Ολλανδικό μοντέλο

Οι φρεγάτες «ΕΛΛΗ» και «ΛΗΜΝΟΣ» είναι οι μοναδικές φρεγάτες «S» που παραγγέλθηκαν από το Ολλανδικό Ναυτικό και ακολούθως τα παρέλαβε το Π.Ν. Κατ’ επέκταση η ελληνική πλευρά προσανατολίζεται σε ένα αντίστοιχο πρόγραμμα όπου εγγυάται η ποιότητα των πλοίων και οι γενικότερες διαδικασίες. Στόχος είναι να δοθεί ένα αρχικό ποσό για την έναρξη της ναυπήγησης των δύο πρώτων πλοίων σύμφωνα με τον σχεδιασμό ναυπηγήσεων του Γαλλικού Ναυτικού και ακολούθως τα πλοία να παραδοθούν στο Π.Ν. Με γνώμονα πως από το 2023 η χώρα θα βρίσκεται σε καλύτερες δημοσιονομικές συνθήκες θα αποπληρωθεί το υπόλοιπο τίμημα του προγράμματος. Παράλληλα ως τότε θα έχει βρεθεί και ένα υγιές επιχειρηματικό σχέδιο για τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά και Ελευσίνας ώστε τα επόμενα δύο πλοία να γίνουν στην Ελλάδα. Το αρχικό ποσό για την έναρξη των ναυπηγήσεων για τα ελληνικά πλοία που θα φορούν γαλλικό μανδύα δεν θα ξεπερνά τα 100 με 150 εκατομμύρια ευρώ ανά πλοίο, ποσό μη απαγορευτικό για τα ελληνικά οικονομικά μεγέθη. Όλο το προαναφερθέν σχέδιο δύναται να υλοποιηθεί μέσω μιας «Government to Government» συμφωνίας μεταξύ των δύο κρατών. Το σενάριο που μόλις αναφέραμε είναι το πλέον ευνοϊκό για την ελληνική πλευρά καθότι δεν χάνεται χρόνος στην έναρξη ναυπηγήσεων για τα πλοία και το τελικό τίμημα αποπληρώνεται σε χρόνο που οι οικονομικές συνθήκες θα είναι καλύτερες από τα σημερινά επίπεδα.

Τα ναυπηγεία – Η ζοφερή πραγματικότητα

Το δεύτερο αγκάθι είναι τα ναυπηγεία. Εδώ η κατάσταση είναι πολύ περίπλοκη. Από τη μια τα ναυπηγεία Ελευσίνας και από την άλλη τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά. Τα μεν ναυπηγεία Σκαραμαγκά τελούν υπό ειδική διαχείριση της πολυεθνικής εταιρείας Deloitte Greece. Σήμερα τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά ολοκληρώνουν μια σειρά από ενέργειες απόρροια αποφάσεων των Ευρωπαϊκών δικαστηρίων ως προς τις παράνομες κρατικές επιχορηγήσεις που είχαν λάβει τα ναυπηγεία. Ειδικότερα, έχουν προχωρήσει στη πώληση της δεξαμενής 5 καθώς και σε πώληση ακινήτων και εκτάσεων ώστε να αρθούν οι περιορισμοί ναυπήγησης πολιτικών πλοίων.

Από την άλλη τα ναυπηγεία Ελευσίνας εξακολουθούν να ανήκουν στον όμιλο Neorion Shipyard συμφερόντων Νίκου Ταβουλάρη. Το κώλυμα είναι πως τα ναυπηγεία Ελευσίνας έχουν μεγάλα χρέη που ξεπερνούν τα 250 εκατομμύρια ευρώ και έτσι οι κύριοι πιστωτές δηλαδή το ελληνικό δημόσιο και η Alpha Bank ζήτησαν από τους υποψήφιους επενδυτές να καταθέσουν μη δεσμευτικές προσφορές ώστε να βρεθεί νέος επενδυτής που θα αναλάβει τα ναυπηγεία. Μέχρι στιγμής ενδιαφέρον έχουν δείξει δύο fund το ένα από τη Νέα Υόρκη και το άλλο από τη Λεμεσό (κυπριακή εταιρεία Inter M Traders).

Ο γαλλικός ναυπηγικός κολοσσός της Naval Group θα αποτελούσε ένα υποψήφιο επενδυτή για ένα από τα δύο ναυπηγεία αν και όπως προκύπτει οι Γάλλοι μάλλον θα προτιμούσαν να βρεθεί ένας τρίτος επενδυτής που θα αναλάβει τα ναυπηγεία και κατά συνέπεια την μετέπειτα ναυπήγηση των δύο φρεγατών για λογαριασμό του Π.Ν.

Έντονη παρασκηνιακή δράση αναπτύσσει και η Αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα. Συγκεκριμένα, στη κοπή πίτας του Propeller Club of Piraeus ο αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα Geoffrey Pyatt δήλωσε πως «Η Σύρος δεν είναι το τέλος της ιστορίας αλλά η αρχή για τις επενδύσεις στη ναυπηγική βιομηχανία». Υπενθυμίζεται πως τα ναυπηγεία της Σύρου (και αυτά ιδιοκτησίας Neorion) έχουν αγοραστεί από τον Όμιλο της ONEX.

Η περίπτωση των Αυστραλιανών πλοίων

Η υπόθεση φαίνεται πως έχει κρυώσει καθώς οι Αυστραλοί δεν δίνουν τους SM-2 ικανούς να αποτελέσουν μεγάλη αναβάθμιση στην αεράμυνα περιοχής. Οι κακές γλώσσες στο ΓΕΝ λένε πως παρά την «στρατηγική προσέγγιση με τις ΗΠΑ» οι Αμερικανοί δεν αποδεσμεύουν τους  SM-2 αν και μάλλον λογικότερη εξήγηση είναι πως οι Αυστραλοί θέλουν να αξιοποιήσουν αυτά τα βλήματα σε άλλα πλοία.  Σε ενημέρωση του ο πρώην Α/ΓΕΕΘΑ Ναύαρχος Αποστολάκης είχε αναφέρει πως το Π.Ν θέλει τα πλοία με τη προϋπόθεση να πάρουμε τους SM-2. Σε κάθε περίπτωση τα πλοία θα ήταν μια καλή προσθήκη κερδίζοντας χρόνο μέχρι την έλευση των καινούργιων πλοίων.

Πάντως το σίγουρο όπως πληροφορούμαστε είναι πως το Π.Ν θέλει τις Belharra εν αντιθέσει με τις φρεγάτες FREMM για τις οποίες είχε εκφράσει σοβαρές ενστάσεις. Σύμφωνα με το ΓΕΝ η σχεδίαση των φρεγατών Belharra εμπεριέχει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά ικανά να αποτελέσουν μια πρωτοπόρα σχεδίαση δίνοντας στο Π.Ν προφανή επιχειρησιακά οφέλη και συνεχίζοντας τη παράδοση πως το Π.Ν παραμένει πρωτοπόρο και καινοτόμο (όπως συνέβη με τα υποβρύχια «214», πυραυλάκατοι «combattante») έχοντας το ποιοτικό προβάδισμα.