Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι μια δύσκολη εξίσωση για την οποία δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις.

Γράφει ο ΝΙΚΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ για το LIBERAL

Η Ελλάδα προέρχεται από μια δεκαετή οικονομική κρίση η οποία έχει πλήξει σοβαρά την κοινωνική συνοχή, την αξιοπιστία της χώρας αλλά και τα εξοπλιστικά προγράμματα των Ενόπλων Δυνάμεων, παρά το γεγονός ότι η αποτρεπτική ισχύς παραμένει ακόμη σε στοιχειωδώς ικανοποιητικό επίπεδο.

Το πρώτο που θα πρέπει να συμφωνήσουμε είναι ότι ο εγκλωβισμός της Ελλάδας σε μια διαπραγμάτευση με τους όρους της Τουρκίας ή μια πολεμική σύγκρουση με την Τουρκία, δεν εξυπηρετούν τα στρατηγικά συμφέροντα της Ελλάδας και θα πρέπει να αποφευχθούν.

Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να γίνουν άλλες κινήσεις για την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων και ότι θα πρέπει να αφεθεί η απειλή πολέμου να μετατρέψει την Ελλάδα σε προτεκτοράτο.

Η ισορροπία μεταξύ των ψύχραιμων και μεθοδικών κινήσεων για την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων και υπολογισμού της σχέσης οφέλους και ενδεχόμενου κόστους, με τον κατευνασμό και την υποχωρητικότητα είναι πάντοτε λεπτή.

Εργαλεία για την προάσπιση και προώθηση των εθνικών συμφερόντων υπάρχουν και δεν είναι κατ’ ανάγκη του ύφους και της έντασης του νταηλικιού που υιοθετεί ο αντίπαλος με το αλαζονικό αίσθημα υπεροχής.

Η Ελλάδα, παρά την κριτική που ασκείται, από μια κουρασμένη και αγανακτισμένη κοινή γνώμη, έχει κάνει βήματα τα τελευταία χρόνια έστω και μικρά.

Η «τροπολογία Μανιάτη» το 2011 που έχει κατατεθεί στον ΟΗΕ και προβλέπει ότι με χώρες που δεν έχει ολοκληρωθεί η οριοθέτηση θαλασσίων Ζωνών η Ελλάδα θεωρεί ως εξωτερικό όριο των θαλασσίων ζωνών της την Μέση Γραμμή, ήταν ένα σημαντικό βήμα καθώς πρακτικά, αν και χωρίς την κατάθεση συντεταγμένων και χαρτών αποτελεί πρώτο βήμα μονομερούς οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας.

Βάσει αυτής της τροπολογίας η Ελλάδα χάραξε τα Οικόπεδα σε Ιόνιο και Νοτιοδυτικά της Κρήτης τα οποία μάλιστα παραχώρησε σε μεγάλες πετρελαϊκές εταιρίες για έρευνες. Και αυτό είναι ένα ακόμη σημαντικό βήμα.

Δυστυχώς άλλα σημαντικά βήματα έμειναν σε εκκρεμότητα. Η Αθήνα λόγω και της λανθασμένης τακτικής που ακολούθησε στη διαπραγμάτευση με την Αλβανία η προηγουμένη κυβέρνηση έναντι της παρελκυστικής πολιτικής του Ε. Ράμα, δεν πέτυχε να πιέσει τα Τίρανα να αποδεχθούν έστω και τροποποιημένη την Συμφωνία οριοθέτησης Θαλασσίων Ζωνών που θα δημιουργούσε ένα θετικό προηγούμενο για τις οριοθετήσεις στην περιοχή καθώς δέχονταν πλήρως τις προβλέψεις της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας.

Σε εκκρεμότητα έχει μείνει η τελική συμφωνία οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών με την Ιταλία για λόγους που οφείλονται στην Ρώμη.

Με την Αίγυπτο δεν είναι η Αθήνα που δεν προσπάθησε, αλλά το Κάιρο που διαρκώς υπεκφεύγει και δεν τηρεί την υπόσχεση που δίνεται σε πολιτικό επίπεδο για υπογραφή Συμφωνίας οριοθέτησης. Η προηγούμενη κυβέρνηση μάλιστα κατά τις συνομιλίες που είχαν οι κ. Τσίπρας και Κοτζιάς με τον πρόεδρο Σίσι πριν δυο χρόνια στο Κάιρο είχε εξετάσει και το ενδεχόμενο ακόμη και μερικής οριοθέτησης με την Αίγυπτο, ώστε να ξεπερασθούν οι ενστάσεις της Αιγύπτου που αφορούσαν κυρίως τα σημεία εκείνα τα οποία αμφισβητούσε τότε η Τουρκία. Γιατί μια συμφωνία έστω και μερικής οριοθέτησης με την Αίγυπτο θα είχε κεφαλαιώδη σημασία για την Ελλάδα, καθώς θα απέκλειε σενάρια σαν αυτό που αντιμετωπίζουμε τις τελευταίες ημέρες και την προσπάθεια της Τουρκίας να μπει σφήνα μέχρι την Λιβύη.

Με την Κύπρο, η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική, καθώς η υπογραφή συμφωνίας για οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών με την Ελλάδα που θα στηρίζεται στην πιο μαξιμαλιστική ελληνική θέση για πλήρη επήρεια όλων των νησιών, χωρίς συνυπολογισμό της Αρχής της Αναλογικότητας που αποτελεί πάγια νομολογία του ΔΔ της Χάγης, είναι προφανές ότι θα οδηγούσε στην άμεση υποχρέωση προστασίας αυτού του θαλάσσιου χώρου από τις έμπρακτες ενέργειες αμφισβήτησης του από την Τουρκία. Παρά τους κινδύνους που ενέχει μια τέτοια αντιπαράθεση, με πιθανές επιπτώσεις και στο ενεργειακό πρόγραμμα της Κύπρου, οι συνομιλίες με την Λευκωσία θα πρέπει να ξεκινήσουν άμεσα.

Το επόμενο διάστημα θα πρέπει να υπάρξει ένταση της προσπάθειας για συμφωνίες με την Αίγυπτο και την Αλβανία και ακύρωσης της υπογραφής της μεταβατικής κυβέρνησης της Λιβύης στο Μνημόνιο που υπεγράφη.

Η Ελλάδα θα έπρεπε να εξετάσει και σε αυτό υπάρχει σοβαρή υστέρηση, και την δυνατότητα επέκτασης των χωρικών υδάτων της όχι μόνο στο Ιόνιο αλλά και σε όλο το μήκος της Ηπειρωτικής ακτής, κάτι που θα αποτελούσε έστω και μερική αλλά πάντως ουσιαστική άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων βάσει του Δικαίου της Θάλασσας.

Ορισμένες φορές δημιουργείται η εντύπωση λόγω των ακραίων και παράλογων τουρκικών διεκδικήσεων ,ότι το «δίκιο» της Ελλάδας είναι αυταπόδεικτο και η χώρα θα δικαιωθεί όπου κι αν προσφύγει επικαλούμενη το Δίκαιο της Θάλασσας.

Απλώς επισημαίνω:

Το κεφάλαιο VI περί ειρηνικής διευθέτησης των διαφορών του καταστατικού χάρτη του ΟΗΕ στο άρθρο 33 αναφέρει:

«Τα ενδιαφερόμενα μέρη εις πάσαν διαφοράν ήτις δια της παρατάσεως της δύναται να θέση εν κινδύνω την διατήρησιν της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας, θα επιζητούν πρωτίστως την λύσιν της διαφοράς δια διαπραγματεύσεως, ερεύνης, μεσολαβήσεως, συνδιαλλαγής, διαιτησίας, δικαστικού διακανονισμού, προσφυγής εις τοπικάς οργανώσεις ή διευθετήσεις ή άλλων ειρηνικών μέσων της εκλογής των»

Σε ότι αφορά το Δικαστήριο της Χάγης στο άρθρο 38 του Καταστατικού του αναφέρει ότι το Δίκαιο βάσει του οποίου δικάζει δεν περιορίζεται μόνο στις Συμβάσεις όπως είναι το Δίκαιο της Θάλασσας:

«Άρθρο 38.- 1. Το Δικαστήριο, που έργο του έχει να εκδικάζει, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, τις υποθέσεις που υποβάλλονται σ’ αυτό, θα εφαρμόζει:

α. τις διεθνείς συμβάσεις, γενικές ή ειδικές, που θέτουν κανόνες οι οποίοι αναγνωρίζονται ρητά από τα αντίδικα κράτη,

β. το διεθνές εθιμικό δίκαιο, ως απόδειξη γενικής πρακτικής, που γίνεται δεκτή ως κανόνας δικαίου,

γ. τις γενικές αρχές του δικαίου που αναγνωρίζονται από τα πολιτισμένα έθνη,

δ. με την επιφύλαξη όσων προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 59, τις δικαστικές αποφάσεις και τα διδάγματα των πιο αναγνωρισμένων δημοσιολόγων των διάφορων εθνών, ως βοηθητικά μέσα για τον καθορισμό των κανόνων δικαίου».

Στα άρθρα αυτά είναι που η Τουρκία στηρίζει την αξίωση της για διάλογο και διαπραγμάτευση για επίτευξη «δίκαιης» λύσης και ανερυθρίαστα ομιλεί γενικώς περί Διεθνούς Δικαίου και επικαλείται την νομολογία η οποία σε ορισμένες περιπτώσεις μικρών νησιών έναντι ηπειρωτικής ακτής αποδέχεται την αρχή της αναλογικότητας.

ΠΗΓΗ: LIBERAL