Από το 1965, όταν το Leopard-1 άρχισε να εισέρχεται σε υπηρεσία στις Γερμανικές Ένοπλες Δυνάμεις, ο Γερμανικός Στρατός άρχισε να αναζητά ένα νέο άρμα μάχης, βελτιωμένο και ικανότερο του Leopard-1, με στόχο την ένταξη του σε υπηρεσία τη δεκαετία του 1970. Δύο (2) χρόνια αργότερα, το 1967, ξεκίνησε η σχεδίαση και ανάπτυξη του Leopard-2, το οποίο εντάχθηκε σε υπηρεσία το 1979. Είχε προηγηθεί, την περίοδο 1963-1967, η αποτυχημένη προσπάθεια συνεργασίας με τις ΗΠΑ, στο πλαίσιο του προγράμματος MBT-70. Λόγω της αποτυχίας του προγράμματος MBT-70 και του απαιτούμενου χρόνου ανάπτυξης του Leopard-2, ο Γερμανικός Στρατός άρχισε να αναζητά ενδιάμεσες λύσεις αναβάθμισης της ισχύος πυρός των εν υπηρεσία, αμερικανικής προέλευσης, αρμάτων μάχης M-48, ως ενδιάμεση λύση.

Η τότε Δυτική Γερμανία διατηρούσε σε υπηρεσία εκατοντάδες M-48 με πυροβόλο των 90 χιλιοστών (το M-48A5 με πυροβόλο των 105 χιλιοστών εντάχθηκε σε υπηρεσία στα μέσα της δεκαετίας του 1970), το οποίο ήταν εντελώς ανεπαρκές να αντιμετωπίσει τα σοβιετικά άρματα μάχης T-55/-62/-64 και αργότερα τα T-72 με τα πυροβόλα των 100 χιλιοστών (T-55), των 115 χιλιοστών (T-62) και των 125 χιλιοστών (T-64 και T-72). Από την άλλη τα γερμανικά M-48 ήταν σε πολύ καλή κατάσταση για να αντικατασταθούν, ενώ δεν υπήρχαν και τα κονδύλια για μια τέτοια προοπτική. Μια από τις λύσεις που προτάθηκαν ήταν η εγκατάσταση του πύργου μάχης των Leopard-2AV στα M-48.

Ωστόσο ένα πρώτο σοβαρό πρόβλημα ήταν ότι ο δακτύλιος του πύργου των M-48 ήταν κατά 179 χιλιοστά μεγαλύτερος του δακτυλίου του πύργου των Leopard-2 (2.159 χιλιοστά για τα M-48 και 1.980 χιλιοστά για τα Leopard-2). Έτσι υιοθετήθηκε νέος δακτύλιος πύργου. Ο συνδυασμός M-48/Leopard-2 δοκιμάστηκε σε εκτεταμένες δοκιμές και ο Γερμανικός Στρατός απεφάνθη ότι εάν προχωρούσε στην υλοποίηση του προγράμματος τα νέα άρματα μάχης θα λειτουργούσαν ως αντιαρματικά όπλα, τοποθετημένα αμυντικά, πίσω από την πρώτη γραμμή με στόχο την απόκρουση των σοβιετικών αρμάτων μάχης. Ωστόσο, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, όταν ο Σοβιετικός Στρατός άρχισε να παραλαμβάνει τα προηγμένα για την εποχή άρματα μάχης T-72 (το 1973), το πρόγραμμα ανάπτυξης των Leopard-2 προχωρούσε ομαλά και ο αριθμός των εν υπηρεσία Leopard-1 ήταν μεγάλος και επαρκείς για τις αμυντικές ανάγκες της Γερμανίας, το πρόγραμμα ακυρώθηκε οριστικά.