«Από το Ντάλας του Τέξας, προφανώς είναι επίσημο, ο Πρόεδρος Κέννεντι πέθανε στις 13:00 … περίπου 38 λεπτά πριν». Με σπασμένη φωνή, ο θρυλικός δημοσιογράφος του CBS Γουόλτερ Κρόνκαϊτ ανακοινώνει τον θάνατο του Κέννεντι. Η δολοφονία του Τζον Φιτζέραλντ Κέννεντι, 55 χρόνια μετά, παραμένει μυστήριο, καθώς επίσημες αναφορές και θεωρίες συνωμοσίας αναμειγνύονται με τα πραγματικά συμβάντα.

Το γεγονός συντάραξε την αμερικανική και τη διεθνή κοινή γνώμη, ενώ η δολοφονία του αδελφού του, Ρόμπερτ Κέννεντι, στις 6 Ιουνίου του 1968, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας για τις προεδρικές εκλογές του ιδίου έτους, οδήγησε στη δημιουργία του αστικού μύθου για την «κατάρα των Κέννεντι».

O Κέννεντι δολοφονήθηκε στις 12:30 το μεσημέρι στις 22 Νοεμβρίου 1963 στην Ντέιλι Πλάζα του Ντάλας. Βρισκόταν στην προεδρική λιμουζίνα μαζί με τη σύζυγό του Τζάκι και τον κυβερνήτη του Τέξας Τζον Κόννελι, ο οποίος και τραυματίστηκε.

Από την επεξεργασία του φιλμ Ζαμπρούντερ, το οποίο έχει καταγράψει όλη τη σκηνή της δολοφονίας, προκύπτει ότι ο Κέννεντι δέχθηκε τρείς σφαίρες, από τις έξι συνολικά που χρησιμοποιήθηκαν. Η μία τον τραυμάτισε στο λαιμό, η δεύτερη στην πλάτη, ενώ η τρίτη και θανατηφόρα, τον χτύπησε στο κεφάλι.

Τη δολοφονία ακολούθησε η δεκάμηνη έρευνα της επιτροπής Γουόρεν, η οποία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Λι Χάρβι Όσβαλντ ήταν ο μοναδικός δολοφόνος. Ο Όσβαλντ δολοφονήθηκε στις 24 Νοεμβρίου του 1963 από τον Τζακ Ρούμπι, σε κοινή θέα και σε ζωντανή μετάδοση από την τηλεόραση, χωρίς τελικά να προσαχθεί σε δίκη με την κατηγορία της δολοφονίας του Κέννεντι.

Το φθινόπωρο του 1966, ο εισαγγελέας της Νέας Ορλεάνης Τζιμ Γκάρισον ξεκίνησε έρευνα για τη δολοφονία του Κέννεντι, η οποία οδήγησε στη δίκη του επιχειρηματία Κλέη Σο ως εμπλεκόμενου σε συνωμοσία με σκοπό τη δολοφονία του Αμερικανού Προέδρου. Η δίκη διεξήχθη το 1969 και ο Σο απαλλάχθηκε από τις κατηγορίες. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της δίκης παρουσιάστηκαν στοιχεία τα οποία αποδεικνύουν πέραν πάσης αμφιβολίας ότι ο Όσβαλντ δεν ήταν ο δολοφόνος του Κέννεντι ή δεν ήταν ο μοναδικός δολοφόνος, άρα υπήρξε συνωμοσία.

Το ταξίδι στο Τέξας οργανώθηκε από τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Κέννεντι, Λίντον Τζόνσον, σε συνεργασία με τον κυβερνήτη του Τέξας Κόννελι. Ο Κέννεντι δέχθηκε να επισκεφθεί επίσημα το Ντάλας εν όψει των εκλογών του Νοεμβρίου του 1964. Καθορίστηκε έτσι η ακριβής ημερομηνία του ταξιδιού, ενώ η ασφάλεια του Προέδρου καθόρισε τη διαδρομή της αυτοκινητοπομπής.

Την Παρασκευή 22 Νοεμβρίου, το προεδρικό αεροσκάφος με επιβάτη τον Κέννεντι προσγειώθηκε στο Ντάλας στις 11:40 το πρωί. Σύμφωνα με το πρόγραμμα, η αυτοκινητοπομπή κινήθηκε από το αεροδρόμιο προς το κέντρο του Ντάλας με τελικό προορισμό το Κέντρο Εμπορικής και Επιχειρηματικής Δράσης της πόλης. Εκεί ο Κέννεντι θα εκφωνούσε λόγο και θα είχε επίσημο γεύμα με σύσσωμη την κυβέρνηση του Τέξας και με άλλους παράγοντες της πολιτείας.

Σύμφωνα με τους αυτόπτες μάρτυρες, οι πρώτοι πυροβολισμοί άρχισαν να ακούγονται αμέσως μόλις η αυτοκινητοπομπή έστριψε από την οδό Χιούστον στην οδό Ελμ. Οι περισσότεροι από αυτούς του μάρτυρες κατέθεσαν αργότερα ότι άκουσαν τουλάχιστον τρεις πυροβολισμούς.

Η πρώτη σφαίρα αστόχησε, ενώ το συγκεντρωμένο πλήθος δεν αντέδρασε. Οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, συμπεριλαμβανομένων και των ανδρών της προσωπικής ασφάλειας του Κέννεντι, πίστεψαν ότι είναι ήχος από κάποιο βεγγαλικό ή από εξάτμιση αυτοκινήτου.

Το φιλμ Ζαμπρούντερ δείχνει ότι στην πρώτη σφαίρα τόσο ο Κέννεντι, όσο και ο Κόννελι έστρεψαν ταυτόχρονα το κεφάλι τους προς τα δεξιά, δηλαδή προς την κατεύθυνση του φράχτη και όχι πίσω και δεξιά προς την κατεύθυνση της αποθήκης.

Η δεύτερη σφαίρα χτύπησε τον Κέννεντι από πίσω, από την κατεύθυνση της αποθήκης, όπου υποτίθεται ότι βρισκόταν και πυροβολούσε ο Όσβαλντ. Η σφαίρα εισήλθε από το ύψος του αυχένα και εξήλθε από το λαιμό. Στο φιλμ Ζαμπρούντερ φαίνεται καθαρά ότι ο Κέννεντι έχει σηκώσει και τα δύο του χέρια και προσπαθεί να λύσει τη γραβάτα του. Έχει τις αισθήσεις του, αλλά είναι πιθανό να έχει χάσει την ικανότητα της ομιλίας. Η Τζάκι προφανώς αντιλαμβάνεται ότι κάτι δεν πηγαίνει καλά και στρέφεται προς τον σύζυγό της για να δει τι ακριβώς συμβαίνει. Ο κυβερνήτης Κόννελι, ο οποίος κάθεται στη θέση του συνοδηγού, ακριβώς μπροστά από τον Κέννεντι, προσπαθεί και αυτός να γυρίσει και να δει τι συμβαίνει.

Ο Κλιντ Χιλ, μέλος του προσωπικού ασφαλείας του Κέννεντι, έχοντας ακούσει τους πυροβολισμούς, πηδά έξω από το αυτοκίνητο που συνόδευε την προεδρική λιμουζίνα και τρέχει προς το αυτοκίνητο που μεταφέρει τον Κέννεντι. Η τρίτη σφαίρα χτυπά τον Κένεντι στην πλάτη από πίσω και τον ρίχνει προς τα εμπρός. Η τέταρτη σφαίρα χτυπά, από πίσω, τον Κόννελι στην πλάτη, ενώ η πέμπτη σφαίρα εξοστρακίζεται εντελώς. Ελάχιστα δευτερόλεπτα αργότερα, η έκτη και θανατηφόρα σφαίρα βρίσκει τον Κέννεντι στο κεφάλι και τον σκοτώνει.

Η Τζάκι, βλέποντας το τρομακτικό θέαμα και το κεφάλι του συζύγου της ανοιγμένο σχεδόν στα δύο, προσπαθεί να εγκαταλείψει τη λιμουζίνα. Την ίδια στιγμή, ο Χιλ έχει προσεγγίσει την προεδρική λιμουζίνα και γαντζώνεται πάνω της στο μέρος του πορτ μπαγκάζ (από εκεί προσπαθεί να εγκαταλείψει το όχημα η Τζάκι).

Ο Κόννελι, τραυματισμένος στην ωμοπλάτη και στον καρπό του δεξιού χεριού, προσπαθεί να καλυφθεί σκύβοντας μπροστά, στη θέση του συνοδηγού. Το ίδιο έκανε και η σύζυγός του. Ο Χιλ λέει στην Τζάκι να μείνει στη θέση της και πέφτει πάνω στο νεκρό Κέννεντι προσπαθώντας να τον προστατεύσει με το σώμα του. Ο οδηγός της προεδρικής λιμουζίνας επιταχύνει και στο σημείο αυτό το φιλμ Ζαμπρούντερ σταματά να καταγράφει.

Η προεδρική λιμουζίνα κινήθηκε ταχύτατα προς το νοσοκομείο Πάρκλαντ, όπου παρά τις προσπάθειες ανάνηψης, τελικά διαπιστώθηκε ο θάνατος του Κέννεντι. Αργότερα, οι γιατροί και νοσηλευτές, οι οποίοι προσπάθησαν να κρατήσουν στη ζωή τον Κέννεντι, δήλωσαν ότι η κατάσταση ήταν από την αρχή δύσκολη και ότι, δεδομένης της σοβαρότητας των τραυμάτων, δεν υπήρχαν πολλές πιθανότητες επιβίωσης.

Λίγα λεπτά μετά τις 14:00, το νεκρό σώμα του Κέννεντι μεταφέρθηκε από το νοσοκομείο στο προεδρικό αεροσκάφος (Air Force One) με προορισμό την Ουάσιγκτον. Σύμφωνα με τη νομοθεσία του Τέξας, αυτή η πράξη ήταν παράνομη, καθώς το σώμα του νεκρού έπρεπε να παραμείνει στο νοσοκομείο για ενδελεχή εξέταση και αυτοψία.

Ενώ το προεδρικό αεροσκάφος με τη σορό του Κέννεντι βρισκόταν στον αέρα προς την Ουάσιγκτον, ο αντιπρόεδρος Λίντον Τζόνσον ορκίστηκε, ενώπιον της Τζάκι Κέννεντι, ως ο 36ος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Η ώρα ήταν 14:38. Στις 17:00, το προεδρικό αεροσκάφος προσγειώθηκε στην αεροπορική βάση Άντριους κοντά στην Ουάσιγκτον. Η σορός του Κέννεντι μεταφέρθηκε στο ναυτικό νοσοκομείο Βηθεσδά για να πραγματοποιηθεί η νεκροψία και να γίνουν οι σχετικές ετοιμασίες για την ταφή. Στις πρώτες του δηλώσεις ως Πρόεδρος, ο Τζόνσον δήλωσε: «Είναι μια θλιβερή στιγμή για όλους μας … Για μένα είναι μια βαθιά, προσωπική τραγωδία».

Η νεκροψία στη σορό του Κέννεντι έλαβε χώρα μεταξύ 20:00-23:00 το βράδυ στις 22 Νοεμβρίου από τρεις παθολόγους. Οι γιατροί απεφάνθησαν ομόφωνα ότι ο θάνατος του Προέδρου προήλθε από το τραύμα στο κεφάλι. Τα ευρήματα της νεκροψίας έδειξαν ότι η μοιραία σφαίρα εισήλθε από το εμπρός δεξιό ημισφαίριο της κεφαλής (στο ύψος του φρυδιού) και εξήλθε από το πίσω δεξιό ημισφαίριο της κεφαλής (στο ύψος του αυτιού). Η διάμετρος του τραύματος εισόδου ήταν 2,5 εκατοστά. Μετά το τέλος της νεκροψίας, η σορός του Κέννεντι ετοιμάστηκε για την ταφή, η οποία έλαβε χώρα στις 25 Νοεμβρίου. Στην κηδεία παρευρέθησαν εκπρόσωποι από 90 χώρες, μεταξύ των οποίων και εκπρόσωπος της Σοβιετικής Ένωσης. Μετά τη νεκρώσιμο ακολουθία, η σορός του Κέννεντι μεταφέρθηκε και ετάφη στο εθνικό κοιμητήριο του Άρλινγκτον.

Η πρώτη πληροφόρηση για το τι έγινε στο Ντάλας μεταδόθηκε λακωνικά από τον τοπικό ραδιοσταθμό Κλιφ στις 12:39: «Είχαμε τρεις πυροβολισμούς κατά της αυτοκινητοπομπής του Προέδρου Κέννεντι». Ακολούθησε το ραδιοφωνικό δίκτυο ABC με ζωντανή μετάδοση από την Ντέιλι Πλάζα: «10-15 λεπτά πριν, ένα τραγικό γεγονός έλαβε χώρα στο Ντάλας … ο Πρόεδρος Κέννεντι και ο κυβερνήτης Κόννελι δολοφονήθηκαν». Στις 13:40 το τηλεοπτικό δίκτυο CBS διακόπτει το πρόγραμμά του για να μεταδώσει την τραγική είδηση: «σύμφωνα με τις πρώτες αναφορές, ο Πρόεδρος Κέννεντι τραυματίστηκε σοβαρά από τους πυροβολισμούς».

Εν τω μεταξύ, ο αστυνομικός Μάριον Μπέϊκερ κατέθεσε ότι 90 δευτερόλεπτα μετά τον μοιραίο πυροβολισμό είδε τον Όσβαλντ στον δεύτερο όροφο της αποθήκης (σύμφωνα με την επιτροπή Γουόρεν, ο Όσβαλντ δολοφόνησε τον Κέννεντι πυροβολώντας από τον έκτο όροφο). Κατέθεσε επίσης ότι κατευθύνθηκε προς την αποθήκη διότι άκουσε πυροβολισμούς από εκείνη την κατεύθυνση, χωρίς ωστόσο να είναι βέβαιος ότι οι πυροβολισμοί προήλθαν από την αποθήκη και πιο συγκεκριμένα από τον έκτο όροφο. Σε ερώτηση σχετικά με την κατάσταση του Όσβαλντ, ο Μπέϊκερ κατέθεσε ότι τον βρήκε «ήρεμο, ψύχραιμο, φυσιολογικό, δεν ήταν ιδρωμένος και δεν έδειχνε λαχανιασμένος σε καμία περίπτωση».

Ο Όσβαλντ έφυγε από το κτίριο της αποθήκης, σύμφωνα με μαρτυρία υπάλληλου, στις 12:33, με προορισμό το σπίτι του στον αριθμό 1026 της οδού Νορθ Μπάρκλεϊ. Σύμφωνα με τη μαρτυρία της σπιτονοικοκυράς του Έρλιν Ρόμπερτς, έφτασε εκεί στις 13:00 και έφυγε 3-4 λεπτά αργότερα. Κατευθύνθηκε στην πλησιέστερη στάση λεωφορείου και περίμενε.

Δέκα λεπτά αργότερα (13:15) αναφέρθηκε η δολοφονία του αστυνομικού Τίπιτ. Δεκατρείς αυτόπτες μάρτυρες κατέθεσαν ότι είδαν τον Όσβαλντ είτε να σκοτώνει τον αστυνομικό είτε να φεύγει τρέχοντας από το σημείο. Άλλες καταθέσεις αναφέρουν ότι κινήθηκε πεζός προς τον κινηματογράφο Τέξας Θίατερ στην οδό Γουέστ Τζέφερσον. Ο Τζον Μπρούερ, διευθυντής ενός εμπορικού καταστήματος επί της οδού Γουέστ Τζέφερσον, κατέθεσε ότι είδε στις 13:35 τον Όσβαλντ να στρέφει το πρόσωπό του προς μια βιτρίνα προκειμένου να αποφύγει τα περιπολικά που κινούνταν στην οδό Γουέστ Τζέφερσον.

Ο Όσβαλντ συνέχισε τον δρόμο του και μπήκε στο Τέξας Θίατερ. Στις 13:40 ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις εισέβαλαν στην αίθουσα προβολής όπου βρισκόταν ο Όσβαλντ. Στις 13:50 οι αστυνομικοί προσπάθησαν να συλλάβουν τον Όσβαλντ, ο οποίος αντιστάθηκε. Σύμφωνα μάλιστα με επίσημες καταθέσεις αυτοπτών μαρτύρων, ο Όσβαλντ προσπάθησε να πυροβολήσει έναν αστυνομικό φωνάζοντας «ως εδώ».

Αφού απέτυχε να πυροβολήσει, γρονθοκόπησε έναν αστυνομικό, ενώ ένας άλλος φώναξε, σύμφωνα πάντα με τους αυτόπτες μάρτυρες, «σκότωσες τον Πρόεδρο, έτσι δεν είναι;». Και όλα αυτά μόλις 50 λεπτά μετά την επίσημη ανακοίνωση για τον θάνατο του Κέννεντι και 80 λεπτά μετά τους πυροβολισμούς.

Στις 19:05 απαγγέλθηκε στον Όσβαλντ η κατηγορία της ανθρωποκτονίας από πρόθεση του αστυνόμου Τίπιτ, ενώ στις 23:36 κατηγορήθηκε επίσημα και για τη δολοφονία του Κέννεντι. Στις 11:21 το πρωί της 24ης Νοεμβρίου δολοφονήθηκε εν ψυχρώ και σε ζωντανή μετάδοση από τον Τζακ Ρούμπι, έναν άνθρωπο του υποκόσμου της Νέας Ορλεάνης. Ο Ρούμπι δολοφόνησε τον Όσβαλντ παρά την παρουσία δεκάδων αστυνομικών και μυστικών πρακτόρων. Με τη δολοφονία του Όσβαλντ απομακρύνθηκε και η περίπτωση δίκης για τη δολοφονία του Κέννεντι με κατηγορούμενο τον ίδιο.

Πριν αναλάβει την υπόθεση το FBI, ο Όσβαλντ κρατήθηκε και ανακρίθηκε από το αστυνομικό τμήμα του Ντάλας. Την ανάκριση διεξήγαγε ο αστυνόμος Φριτζ, ο οποίος κρατούσε σημειώσεις. Την ανάκριση δεν κατέγραψε ούτε στενογράφος ούτε μαγνητόφωνο, γεγονός ιδιαίτερα περίεργο, αν αναλογιστεί κανείς ότι ο άνθρωπος που ανακρινόταν ήταν ύποπτος για τη δολοφονία του Προέδρου των ΗΠΑ. Παρόντες κατά την ανάκριση ήταν πράκτορες του FBI και της Μυστικής Υπηρεσίας.

Η επίσημη έρευνα του FBI για τα γεγονότα της 22ης Νοεμβρίου τερματίστηκε στις 9 Δεκεμβρίου (μόλις 17 ημέρες μετά τη δολοφονία του Κέννεντι) και ο φάκελος παραδόθηκε στην επιτροπή Γουόρεν. Στο παραπεμπτικό αναφέρεται ότι, σύμφωνα με τα ευρήματα του FBI, χρησιμοποιήθηκαν συνολικά τρεις σφαίρες και ότι ο Όσβαλντ ήταν ο μοναδικός δράστης. Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξε και η επιτροπή Γουόρεν.

Σύμφωνα με την επιτροπή Γουόρεν, δεν υπάρχει κανένα αποδεικτικό στοιχείο που να στοιχειοθετεί τη θεωρία της συνωμοσίας. Επίσης, η επιτροπή συμπέρανε ότι ο Όσβαλντ ενήργησε αυτοβούλως και ήταν ο μοναδικός δολοφόνος. Το πόρισμα της επιτροπής Γουόρεν αμφισβητήθηκε έντονα από αρκετούς ερευνητές, αλλά και από νομικούς. Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας της δίκης του Κλέι Σο, ο εισαγγελέας Γκάρισον αντέκρουσε το πόρισμα της επιτροπής Γουόρεν λέγοντας ότι είναι αδύνατο ο Όσβαλντ να καθάρισε το όπλο από τα αποτυπώματά του (ένα Männlicher-Carcano, ιταλικής κατασκευής, διαμετρήματος 6,5 χιλιοστών), να το έκρυψε, έστω και πλημμελώς, και να διένυσε τα 105 μέτρα που χωρίζουν τον έκτο από τον δεύτερο όροφο της αποθήκης σε διάστημα 90 δευτερολέπτων, για να συναντηθεί με τον αστυνόμο Μπέϊκερ, ο οποίος τον είδε ήρεμο, ψύχραιμο, φυσιολογικό, καθόλου ιδρωμένο ή λαχανιασμένο.

Επίσης, σύμφωνα με τον Γκάρισον, δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί το πόρισμα της επιτροπής ότι μια από τις τρεις σφαίρες ευθύνεται για τα πολλαπλά τραύματα του Κέννεντι και του Κόννελι. Σύμφωνα με τον Γκάρισον, υπήρχε και τέταρτη σφαίρα ή και περισσότερες, γεγονός που ενισχύει το ενδεχόμενο της συνωμοσίας. Αυτόπτες μάρτυρες κατέθεσαν ενόρκως ότι είδαν τουλάχιστον τέσσερα άτομα πίσω από τον φράκτη κατά μήκος της οδού Ελμ. Κατέθεσαν επίσης ότι κατά τη διάρκεια των πυροβολισμών παρατήρησαν έντονη κινητικότητα, χωρίς ωστόσο να είναι βέβαιοι ότι κάποιος από τα τέσσερα άτομα πυροβόλησε ή κρατούσε όπλο.

Τον Σεπτέμβριο του 1964, η επιτροπή Γουόρεν παρέδωσε όλα τα στοιχεία σχετικά με την υπόθεση της δολοφονίας Κέννεντι στην υπηρεσία Εθνικών Αρχείων των ΗΠΑ (National Archives). Τα άκρως απόρρητα στοιχεία θα παρέμεναν φυλαγμένα για 75 χρόνια (δηλαδή έως το 2039), όπως προβλέπει η αμερικανική νομοθεσία, για να «προστατευτούν αθώοι πολίτες, οι οποίοι σε διαφορετική περίπτωση θα ζημιώνονταν, λόγω των σχέσεών τους με άτομα που εμπλέκονται στην υπόθεση».

Ωστόσο, ο νόμος περί ελευθερίας των πληροφοριών του 1966, καθώς και ο νόμος περί των αρχείων που αφορούν στην υπόθεση Κέννεντι του 1992, επέτρεψαν τη δημοσίευση όλων των στοιχείων. Σύμφωνα με την υπηρεσία Εθνικών Αρχείων, το 98% των εγγράφων της υπόθεσης Κέννεντι είχαν δοθεί στη δημοσιότητα μέχρι το 1992. Το υπόλοιπο 2% (με ορισμένες εξαιρέσεις) δόθηκε στη δημοσιότητα το 1998. Μέχρι τότε βέβαια, όλοι οι εμπλεκόμενοι, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, στην υπόθεση Κέννεντι είχαν φύγει από τη ζωή. Τα τελευταία έγγραφα είδαν το φως της δημοσιότητα το 2017 και τον Απρίλιο του 2018, ενώ, με απόφαση του Τραμπ, τα τελευταία, ίσως τα ποιο σημαντικά, έγγραφα αναμένεται να δοθούν στη δημοσιότητα το 2021.

Ωστόσο, σημαντικά στοιχεία της υπόθεσης δεν έχουν καταγραφεί. Για παράδειγμα, η προεδρική λιμουζίνα καθαρίστηκε, χωρίς να εξεταστεί, στις 24 Νοεμβρίου. Το ίδιο συνέβη και με τα ρούχα που φορούσαν ο Κέννεντι, ο Κόννελι και οι σύζυγοί τους (τα ρούχα του Κόννελι κατασχέθηκαν ως μέρος των στοιχείων, αλλά καταστράφηκαν). Το 1973 καταστράφηκε ο στρατιωτικός φάκελος του Όσβαλντ.

Όλες αυτές οι εξελίξεις, σε συνδυασμό με την πλημμελή έρευνα που διεξήχθη τις πρώτες κρίσιμες ημέρες μετά τη δολοφονία του Κέννεντι, οδήγησαν κάποιους στην υιοθέτηση μιας θεωρίας συνωμοσίας με σκοπό τη δολοφονία του Αμερικανού Προέδρου.

Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία συνωμοσίας, ο Κέννεντι δολοφονήθηκε από μια ομάδα εκτελεστών εντεταλμένων από εξόριστους Κουβανούς και από τη μαφία σε συνεργασία με το FBI, τη CIA και υψηλόβαθμα στελέχη των αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων. Σύμφωνα με την ίδια θεωρία, ο Όσβαλντ δεν συμμετείχε καθόλου στη δολοφονία του Κέννεντι, αλλά θυσιάστηκε για να καλυφθούν τα ίχνη των πραγματικών ενόχων.

Τη θεωρία αυτή υποστήριξε και ο εισαγγελέας Τζιμ Γκάρισον. Κατά τη διάρκεια της δίκης του Κλέι Σο, ο Γκάρισον ισχυρίστηκε ότι η πολιτική του Κέννεντι έναντι της Σοβιετικής Ένωσης (προσπάθεια συνύπαρξης), η απροθυμία του να εμπλακεί στο Βιετνάμ, οι περικοπές στις αμυντικές δαπάνες, η άρνησή του να υποστηρίξει τους εξόριστους Κουβανούς στον Κόλπο των Χοίρων και η προσπάθειά του να ελέγξει το στράτευμα, ήταν οι κύριες αιτίες της συνωμοσίας που οδήγησαν τελικά στη δολοφονία του.

Η δολοφονία του Κέννεντι και το πέπλο μυστηρίου που την περιβάλλει έχει οδηγήσει πολλούς ερευνητές στη συγγραφή δεκάδων βιβλίων. Κάθε συγγραφέας καταθέτει την άποψή του και εκθέτει τα επιχειρήματά του. Την πραγματική αλήθεια, για το ποιος δηλαδή ευθύνεται για τη δολοφονία του Κέννεντι, πιθανότατα δεν θα την μάθουμε ποτέ. Πολλά στοιχεία έχουν εξαφανιστεί, άλλα έχουν αλλοιωθεί, ενώ όλοι όσοι εμπλέκονται στην υπόθεση δεν ζουν για να μιλήσουν.

Ο Κέννεντι ήταν ένας Πρόεδρος ιδιαίτερα αγαπητός στον αμερικανικό λαό, αλλά ιδιαίτερα αντιπαθής στους συντηρητικούς κύκλους εξουσίας της Ουάσιγκτον. Είναι αδύνατο να αποδειχθεί με αδιάσειστα στοιχεία ότι οι τάδε στρατηγοί σε συνεργασία με τους τάδε επιχειρηματίες κατέστρωσαν το σχέδιο δολοφονίας του Κέννεντι. Ακόμα και αν έγινε έτσι, σε τέτοιου είδους συνομιλίες δεν υπάρχουν πρακτικά ή στενογράφοι. Ο Κέννεντι δολοφονήθηκε, όπως δολοφονήθηκαν πολλοί άλλοι ηγέτες: ο Ιούλιος Καίσαρ, ο Φίλιππος της Μακεδονίας, ο Αβραάμ Λίνκολν κ.ά. Όλοι αυτοί δολοφονήθηκαν ενώπιον πλήθους, αλλά το ποιοι ήταν πραγματικά πίσω από τις δολοφονίες αυτές και τι σκοπό είχαν ίσως να μην το μάθουμε ποτέ. Έτσι και στην περίπτωση του Κέννεντι, ποτέ δεν θα μάθουμε πραγματικά το ποιος και το γιατί. Το μόνο που ξέρουμε είναι το πώς.